Σε άρθρο του που φιλοξενείται πρωτοσέλιδα στην Εφημερίδα των Συντακτών, ο πρώην υπουργός Οικονομικών κ.Βαρουφάκης επισημαίνει μεταξύ άλλων τα εξής:
Ως υπουργός Οικονομικών συχνά δέχτηκα ενδοκυβερνητικές πιέσεις για την απομάκρυνση του κ. Στουρνάρα. Εξηγούσα ότι δεν ήταν στην ευχέρεια της κυβέρνησης μια τέτοια απόφαση, καθώς ο διοικητής της ΤτΕ υπάγεται στην ΕΚΤ και υποστήριζα τη θεσμική συνεργασία με την ΤτΕ στο πλαίσιο του αμοιβαίου αλληλοσεβασμού.
Δυστυχώς είναι πλέον ξεκάθαρο ότι ο συγκεκριμένος διοικητής πρέπει να απομακρυνθεί για τέσσερις λόγους, με αιτιολογημένο αίτημα του πρωθυπουργού και της κυβέρνησης προς τον πρόεδρο της ΕΚΤ.
Το άρθρο 4 του Καταστατικού της Τραπέζης της Ελλάδος ορίζει ότι «…η Τράπεζα στηρίζει τη γενική οικονομική πολιτική της Κυβέρνησης».
Ομως, όπως ο ίδιος ομολόγησε στην Επιτροπή Διαφάνειας και Θεσμών της Βουλής, την εποχή που η κυβέρνηση διαπραγματευόταν με την ΕΚΤ και τους άλλους θεσμούς την αναδιάρθρωση δημόσιου χρέους, που προαπαιτεί την παραδοχή ότι το κράτος είναι πτωχευμένο, ο κ. Στουρνάρας εισηγήθηκε στον πρόεδρο της ΕΚΤ «να μην ακούει» τον υπουργό Οικονομικών!
Πρόκειται για οφθαλμοφανή παραβίαση της υποχρέωσης του διοικητή να ενεργεί εντός του πλαισίου της κυβερνητικής πολιτικής. Από μόνη της αποτελεί λόγο απομάκρυνσης του κ. Στουρνάρα.
Ενας δεύτερος λόγος είναι η δήλωση στην οποία προέβη τη 15η Δεκεμβρίου 2014 που αποτελεί μοναδικό ατόπημα στην παγκόσμια ιστορία των κεντρικών τραπεζών. Δεν υπάρχει χώρα στον κόσμο στην οποία δεν θα άρχιζε μαζική εκροή καταθέσεων μετά από δήλωση του κεντρικού της τραπεζίτη ότι «η ρευστότητα στην αγορά μειώνεται με ταχύ ρυθμό» και αναφορά σε κίνδυνο «ανεπανόρθωτης βλάβης».
Ηταν ο προπομπός στην επιχείρηση ασφυξίας μιας κυβέρνησης που δεν είχε ακόμα εκλεγεί και οδήγησε σταθερά στα capital controls.
O τρίτος λόγος αφορά την εποπτική ανεπάρκεια του κ. διοικητή ο οποίος σύμφωνα με το ΣτΕ αποτελεί διοικητική αρχή για την εποπτεία επί των πιστωτικών ιδρυμάτων και τον έλεγχο της πίστης. Η ανεξέλεγκτη κατάσταση της τράπεζας Αττικής, η ασυδοσία στο δανεισμό κομμάτων και καναλιών και η απολυτή ανυπαρξία πλάνου διαχείρισης των κόκκινων δανείων που ακύρωσαν την τραπεζική πίστη, συνιστούν ισχυρές ενδείξεις εποπτικής αποτυχίας, αναφέρει στο άρθρο του.
Ο τέταρτος λόγος είναι η επιστημονική ανεπάρκεια η οποία συνυφαίνεται με εμπρηστικές δηλώσεις που έχουν στόχο την αυτοπροβολή του διοικητή ως «σωτήρα» της χώρας, για παράδειγμα ο ισχυρισμός του ότι η διαπραγμάτευση της περιόδου Ιανουαρίου- Ιουνίου κόστισε 86 δισ. ευρώ στον ελληνικό λαό.
«Πρόκειται για δημιουργική λογιστική που δεν συνάδει με την κρίσιμη θέση διοικητή της Τραπέζης της Ελλάδος», αναφέρει ο οικονομολόγος.
Θυμίζω, λέει ο κ. Βαρουφάκης ότι την ημέρα που παραιτήθηκα, το ονομαστικό ΑΕΠ της χωράς ήταν 200 εκατομμύρια υψηλότερο απ’ ότι την ήμερα που παρέλαβα το υπουργείο, το πρωτογενές πλεόνασμα κατά τι μεγαλύτερο και το χρέος ακριβώς το ίδιο(καθώς δεν σύναψα ουδέν δάνειο).