Χ. Πάχτας: Ο υπουργός που «ξέθαψε» και δώρισε τον χρυσό της Χαλκιδικής
Του Βαγγέλη Τριάντη – «Hot Doc»
Γεννημένος το 1951 στην Αρναία Χαλκιδικής, ο σημερινός δήμαρχος του Αριστοτέλη Χαλκιδικής, υπήρξε ένας από τους πιο στενούς συνεργάτες του πρώην πρωθυπουργού Κώστα Σημίτη. Η φιλία τους ξεκίνησε το 1994, όταν ο Κώστας Σημίτης κατείχε τη θέση του υπουργού Βιομηχανίας, με υφυπουργό τον Χρήστο Πάχτα. Ο κ. Σημίτης ως υπουργός Βιομηχανίας συγκρούστηκε ανοιχτά με τον Ανδρέα Παπανδρέου. Ο κ. Πάχτας στάθηκε στο πλευρό του και ο Κώστας Σημίτης δεν φάνηκε αγνώμων. Με το που ανέλαβε πρωθυπουργός τοποθέτησε τον κ. Πάχτα στη θέση του υφυπουργού Οικονομίας. Μία θέση στην οποία παρέμεινε για σχεδόν οκτώ χρόνια, από το 1996 έως το 2004.
Ήταν ο άνθρωπος που χειρίστηκε τον πακτωλό των κοινοτικών κονδυλίων του Γ’ Κοινοτικού Πλαισίου Στήριξης. Ο απόλυτος άρχων που είχε τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο. Βουλευτές, κομματικά στελέχη, ακόμη και υπουργοί απευθύνονταν σε αυτόν όταν ήθελαν να διαθέσουν κονδύλια σε διάφορα ιδρύματα της περιοχής τους. Στη Χαλκιδική ήταν ο κυρίαρχος της περιοχής. Οι συντοπίτες του τον αποκαλούσαν «Χαλκιδικάρχη» ή «άγιο Πάχτα», εξαιτίας των πάσης φύσεως εξυπηρετήσεων που έκανε. Για χρόνια ολόκληρα, όταν κάποιος αποτύγχανε να διοριστεί στο δημόσιο με ρουσφετολογικό τρόπο, λάμβανε την απάντηση «στον Πάχτα πήγες;».
Όσοι εργάζονταν στη διαχείριση των κοινοτικών κονδυλίων χαρακτήριζαν τη μέθοδο Πάχτα «σαν ένα παλιό Ζάσταβα με πολλά προβλήματα που, αν και προβληματικό, κατάφερνε να λειτουργεί».
Η μέθοδος του ήταν κάπως ανορθόδοξη. Ο χημικός με σπουδές στο Ελεύθερο Πανεπιστήμιο των Βρυξελλών θύμιζε περισσότερο λογιστή παρά χημικό. Για όλα κρατούσε σημειώσεις. Είχε πάντοτε μαζί του ένα μπλοκάκι σημειώσεων και διάφορα στιλό και σημείωνε τα πάντα. Από τα πιο απλά μέχρι και τα πιο σημαντικά. Η εργασιομανία του δεν είχε όριο.
Αρκετοί θυμούνται τον Χρήστο Πάχτα να ξημεροβραδιάζεται στο γραφείο του στην πλατεία Συντάγματος. Πολλές φορές εμφανιζόταν σε επισκέπτες με ρόμπα και παντόφλες, μια εικόνα που απείχε πολύ από τον υπουργό της σημιτικής περιόδου. Άλλες φορές τηλεφωνούσε σε συνεργάτες του ακόμη και στις 12 το βράδυ και με το ανάλογο ύφος ζητούσε να δει συγκεκριμένους φακέλους.
Η αδυναμία που έτρεφε ο Κώστας Σημίτης στο πρόσωπο του ήταν κάτι παραπάνω από εμφανής. Αυτός ήταν ο λόγος που κατόρθωσε να παραμείνει επί χρόνια ολόκληρα στη θέση του, παρά το γεγονός ότι οι σχέσεις του με τους πολιτικούς του προϊσταμένους ήταν κάτι παραπάνω από κακές. Είναι χαρακτηριστικό ότι με πολλά από τα πρωτοκλασάτα στελέχη δεν αντάλλαζε ούτε καλημέρα. Και η αιτία ήταν ο τρόπος με τον οποίο διαχειριζόταν τα κοινοτικά κονδύλια, ο οποίος χαρακτηρίζονταν ως «γραφειοκρατικός».
Κορυφαίοι υπουργοί είχαν εισηγηθεί στον Κώστα Σημίτη να τον απομακρύνει από τη θέση του ή τουλάχιστον να ψαλιδίσει τις αρμοδιότητες του. Η Βάσω Παπανδρέου είχε επισημάνει στον Κώστα Σημίτη ότι το 2003 δεν απορροφήθηκαν κονδύλια ύψους 2,5 δισ. ευρώ εξαιτίας του κ. Πάχτα. Ο Άκης Τσοχατζόπουλος σε μία συνεδρίαση του υπουργικού συμβουλίου είχε αποκαλέσει τον κ. Πάχτα «γραφειοκράτη σε στιλ σοβιετικό». Παρ’ όλα αυτά ο κ. Πάχτας παρέμενε γερά γαντζωμένος στη θέση του. Η εμπιστοσύνη που του έδειχνε ο τότε πρωθυπουργός τον καθιστούσε ακλόνητο. Μία εμπιστοσύνη που έμελλε όμως να αποτελέσει την ταφόπλακα στην πολιτική του σταδιοδρομία στην κυβέρνηση Σημίτη.
Τον Δεκέμβριο του 2003 έγινε μια σκανδαλώδης μεταβίβαση των μεταλλείων Κασσάνδρας στη Χαλκιδική. Κεντρικός πρωταγωνιστής στην υπόθεση αυτή ήταν ο Χρήστος Πάχτας. Ήταν η αρχή του τέλους για τον ίδιο και την παραμονή του στο πλευρό του Κώστα Σημίτη.
Τα μεταλλεία της Κασσάνδρας εκμεταλλευόταν μέχρι τότε η εταιρία TVX hellas, θυγατρική της kinross. Οι δύο εταιρίες ζητούσαν απεγνωσμένα να απεμπλακούν από την επένδυση τους στην Ελλάδα. Μάλιστα, η TVX hellas είχε προχωρήσει σε κήρυξη πτώχευσης, επικαλούμενη χρέη ύψους 216.156.000 ευρώ προς τη μητρική εταιρία kinross , το ΙΚΑ, τα Δημοσία Ταμεία, τους εργαζομένους και τους προμηθευτές της. Η αίτηση έγινε δεκτή στις αρχές Νοεμβρίου 2003 από το Πολυμελές Πρωτοδικείο Αθηνών.
Ένα μήνα μετά, στις 13 Δεκεμβρίου 2003, το ελληνικό δημόσιο αγόρασε τα μεταλλεία Κασσάνδρας από την εταιρία TVX Hellas. Το τίμημα της εξαγοράς ανήλθε σε 11 εκατ. ευρώ. Την ίδια μέρα το ελληνικό δημόσιο μεταπώλησε τα μεταλλεία Κασσάνδρας στην εταιρία «Ελληνικός Χρυσός», θυγατρική της Ελληνική Τεχνοδομική ΑΕ. Η εταιρία είχε ιδρυθεί μερικές μέρες πριν με μετοχικό κεφάλαιο που δεν ξεπερνούσε τα 60.000 ευρώ. Με αποκλειστικούς μετόχους την ΑΚΤΩΡ, συμφερόντων Μπόμπολα, και τον Δημήτρη Κούτρα, γενικό διευθυντή της ΑΚΤΩΡ. Είχε προηγηθεί η υπογραφή ενός «μνημονίου συνεργασίας» μεταξύ της ΑΚΤΩΡ, του Δημήτρη Κούτρα, της European Coldfields και της Clobal Mineral Resources. Ιδρυτής και μεγαλομέτοχος της European Coldfields ήταν ο ρουμάνος επιχειρηματίας Φρανκ Τίμις, ο οποίος έλεγχε και την clobal mineral Resources.
Το τίμημα της μεταπώλησης ήταν ακριβώς το ίδιο με αυτό της αγοράς, ενώ παράλληλα δόθηκαν στην Ελληνική Τεχνοδομική ΑΕ και άλλα 70 περιουσιακά στοιχεία των μεταλλείων. Η πώληση έγινε απευθείας, χωρίς δημόσιο διαγωνισμό, όπως ορίζει το ευρωπαϊκό Δίκαιο.
Έξι μήνες αργότερα η αξία των στοιχείων ενεργητικού των μεταλλείων εκτιμούνταν σε 408 εκατ. Ευρώ.
Στις 8 Ιανουαρίου 2004 η Βουλή κύρωσε τη συμφωνία. Η απόφαση έφερε την υπογραφή του κ. Πάχτα και ήταν ιδιαίτερα γαλαντόμα για τα συμφέροντα του κ. Μπόμπολα. Όχι όμως και για το ελληνικό δημόσιο. Ο στενός συνεργάτης του κ. Σημίτη χάρισε ουσιαστικά στην TVX 2,2 εκατ. ευρώ από βεβαιωμένους φόρους και ασφαλιστικές εισφορές, ενώ το ελληνικό δημόσιο πλήρωσε 11 εκατ. ευρώ για αποζημιώσεις των 472 απολυμένων της TVX και 28 εκατ. ευρώ για πρόγραμμα επανακατάρτισης των 350 από τους 472 απολυμένους της εταιρίας.
Τον Ιούλιο του 2007 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έλαβε μια σοβαρή καταγγελία, η οποία αφορούσε τη μεταβίβαση των μεταλλείων Κασσάνδρας. Το περιεχόμενο της καταγγελίας αφορούσε κρατική ενίσχυση προς την «Ελληνικός Χρυσός». Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή διερεύνησε το περιεχόμενο των καταγγελιών και κατέληξε ότι επρόκειτο για κρατική ενίσχυση, κατά παράβαση των κανόνων της ΕΕ. Η εταιρία δεν επιβαρύνθηκε ούτε καν με φόρους επί των συναλλαγών, ενώ πωλήθηκε σε πολύ χαμηλότερο τίμημα από το κανονικό. Ο Χρήστος Πάχτας είχε χαρίσει στους κ.κ. Μπόμπολα και Κούτρα περί τα 15,4 εκατ. ευρώ, τα οποία το ελληνικό δημόσιο έπρεπε να πάρει πίσω.
Μερικές μέρες αργότερα ο σημερινός Δήμαρχος του Αριστοτέλη Χαλκιδικής, προχώρησε και σε δεύτερο ατόπημα. Επιχείρησε ανεπιτυχώς να περάσει στην ελληνική Βουλή φωτογραφική διάταξη υπέρ του επιχειρηματία Κωνσταντίνου Στέγγου για το ξενοδοχείο Πόρτο Καράς. Μια τροπολογία που έβαλε ταφόπλακα στην υπουργική του σταδιοδρομία και έμεινε στην ιστορία ως «ντροπολογία» Πάχτα. Η τροπολογία συμπεριλήφθηκε σε αναπτυξιακό νομοσχέδιο της τότε κυβέρνησης. Με αυτή ο ιδιοκτήτης του Πόρτο Καράς μπορούσε να προχωρήσει στην ανέγερση πολυτελών κατοικιών μέσα σε 17.000 στρέμματα δάσους στη Σιδωνία της Χαλκιδικής.
Εννιά βουλευτές του ΠΑΣΟΚ έβαλαν την υπογραφή τους. Μεταξύ αυτών οι Γ. Κίρκος, Κ. Διαμαντής, Σπ. Βούγιας, I. Ανθόπουλος, Ν. Στρατηλάτης, Π. Κουρουμπλής, Π. Φλώρος, Θ. Κατσανέβας και Αλ. Χρυσανθακόπουλος.
Η αποκάλυψη του σκανδάλου προκάλεσε πολιτική θύελλα στην παραπαίουσα κυβέρνηση Σημίτη. Λίγες μέρες μόλις πριν από τις εθνικές εκλογές της 7ης Μαρτίου 2004 ο αγαπημένος του κ. Σημίτη Χρήστος Πάχτας έδινε τη χαριστική βολή όχι μόνο στην τότε κυβέρνηση αλλά και στη δική του πολιτική σταδιοδρομία. Κορυφαία στελέχη του ΠΑΣΟΚ, όπως η τότε υπουργός ΠΕΧΩΔΕ, Βάσω Παπανδρέου και ο υπουργός Οικονομικών Νίκος Χριστοδουλάκης, εξέφρασαν ανοιχτά την οργή τους και δήλωσαν ότι η επίμαχη τροπολογία θα καταργηθεί.
Στις 23 Ιανουαρίου 2004 ο Χρήστος Πάχτας αναγκάστηκε να παραιτηθεί από το αξίωμα του, παρότι αρχικά είχε αρνηθεί. Μέσα σε μια βραδιά κατάφερε να χάσει όλα όσα είχε χτίσει για χρόνια ολόκληρα κάτω από την ομπρέλα προστασίας του Κώστα Σημίτη.
Οι εξελίξεις για τον ίδιο ήταν ραγδαίες. Μαζί με τους υπόλοιπους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ τέθηκαν εκτός ψηφοδελτίων στις εθνικές εκλογές του 2004. Ένας αποκλεισμός που έμελλε να είναι ισόβιος για εκείνον, σε αντίθεση με τους υπόλοιπους βουλευτές που αποπέμφθηκαν προσωρινά αλλά επέστρεψαν μετά από κάποιο χρονικό διάστημα. Η πόρτα του κόμματος παρέμεινε κλειστή και στις επόμενες εκλογικές αναμετρήσεις, του 2007 και του 2009.
Ο ταυτισμένος με τη σημιτική περίοδο Χρήστος Πάχτας προκαλούσε αλλεργία στο παπανδρεϊκό περιβάλλον. Μετά τον διωγμό του από το κόμμα επέστρεψε στην ιδιαίτερη πατρίδα του. Για κάποιο χρονικό διάστημα εργάστηκε σε εταιρία ιχθυοκαλλιεργητών και έμεινε στο πατρικό του σπίτι, μαζί με την οικογένεια της αδερφής του. Ο ίδιος άλλωστε δεν έκανε ποτέ οικογένεια.
Το 2010, αποφάσισε να ασχοληθεί και πάλι με τα κοινά. Στις δημοτικές εκλογές κατέβηκε ως ανεξάρτητος υποψήφιος και κατόρθωσε να εκλεγεί, με σημαία τη λειτουργία των μεταλλείων Χαλκιδικής Ακόμη και τώρα δεν παύει να θεωρεί τα μεταλλεία ως αναπτυξιακό μονόδρομο για την περιοχή και μοναδική ευκαιρία για την εξασφάλιση θέσεων εργασίας Δεν δίστασε μάλιστα δημόσια να πει το αμίμητο, ότι «η μεταλλουργία χρυσού είναι μια μονάδα αντιρρύπανσης».
Οι κάτοικοι αντιδρούν και αποκαλούν «εκπρόσωπο της εταιρίας» τον άλλοτε «Χαλκιδικάρχη». Συχνά πυκνά αναφέρεται σε πρώτο πληθυντικό πρόσωπο σαν να πρόκειται για στέλεχος της εταιρίας. «Θα προσλάβουμε» είναι η μόνιμη επωδός στα χείλη του, κάνοντας τα στελέχη της εταιρίας να τρίβουν τα χέρια τους. Άλλωστε στο πρόσωπο του έχουν βρει έναν αυτόκλητο υπερασπιστή των συμφερόντων τους.
Παρά τις προσπάθειες όμως και την ενασχόληση εκ νέου με τη κοινά, η περίπτωση Πάχτα δεν θυμίζει σε τίποτα κάτι από την αίγλη του «άγιου Πάχτα». Το παρελθόν εξακολουθεί να στοιχειώνει τις κινήσεις του, όπως επίσης και οι αμαρτίες που κουβαλά. Παρά τη μεθοδικότητά του εδώ και χρόνια να σβηστούν από τη μνήμη των συμπολιτών του. Η περίπτωση του θυμίζει τα λόγια του ισπανοαμερικανού φιλόσοφου Τζορτζ Σανταγιάνα: «Όποιος δεν θυμάται το παρελθόν του είναι καταδικασμένος να το ξαναζήσει».