Ναι σε όλα… (Διαβάστε όλο το 3ο Μνημόνιο)
Αφού λοιπόν το Σύνταγμα προβλέπει ότι η ψήφιση των νομοσχεδίων γίνεται “καταρχήν, κατ’ άρθρο και στο σύνολο”, θα τα φέρουμε όλα τα μέτρα σε ένα άρθρο, κι ας έχει το άρθρο αυτό 238 σελίδες και πεντακόσιες παραγράφους και υποπαραγράφους. Αν το Σύνταγμα απαιτούσε η ψήφιση να γίνεται καικατά παράγραφο, θα τα φέρναμε σε μία παράγραφο με πεντακόσια εδάφια, κι αν έλεγεκαι κατά εδάφιο, σε ένα εδάφιο με πεντακόσιες προτάσεις.
Φυσικά το Σύνταγμα δεν βάζει τόσους περιορισμούς. Και δεν τους βάζει διότι παίρνει σαν δεδομένο ότι το Κοινοβούλιο της χώραςλειτουργεί όντως σαν κοινοβούλιο και όχι σαν μαντρί με γίδια, διότι παίρνει σαν δεδομένο ότι ο βουλευτής έχει συναίσθηση της ευθύνης και του θεσμικού του ρόλου και δεν ψηφίζει αδιακρίτως ό,τι του πούνε πως πρέπει να ψηφιστεί. Σε τελευταία ανάλυση, ο μόνος περιορισμός που εξασφαλίζει ότι η κοινοβουλευτική διαδικασία δεν θα εκπέσει σε τσίρκο μεντράνο είναι η αίσθηση αισχύνης του βουλευτή. Αν αυτή εκλείψει, όσοι άλλοι νομοτεχνικοί περιορισμοί κι αν προβλέπονται είναι ανώφελοι: αν ο βουλευτής είναι επαρκώς ξεδιάντροπος ώστε να μην έχει πρόβλημα να ψηφίσει στα τυφλά, θα το κάνει έτσι κι αλλιώς -δεν πα’ νά ‘ρθουν τα μέτρα σε ένα άρθρο, δεν πα’ νά ‘ρθουν και σε μορφή αρχαιοελληνικής επιγραφής, που λέει ο λόγος,…μίαπρότασημετριάνταχιλιάδεςλέξειςτημίακολλητάστηνάλληχωρίςτελείεςκόμματακαιδιαστήματα.
Η ξεφτίλα είναι η ίδια, η όποια διαφορά είναι ποσοτική και μόνο.
Δεν είναι όμως μόνο των βουλευτών η ξεφτίλα. Είναι και δική μας. Εμείς είμαστε που ανεχτήκαμε και συνεχίζουμε να ανεχόμαστε το κοινοβούλιο να λειτουργεί έτσι όπως λειτουργεί, σχεδόν απαθείς, λες και πρόκειται για αμελητέα λεπτομέρεια, ένα διαδικαστικό θεματάκι που πρέπει απλώς να φύγει από τη μέση με τις λιγότερες δυνατές επιπλοκές. Εμείς είμαστε που συνηθίσαμε λίγο-λίγο στα πολυνομοσχέδια-χταπόδια, τις πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, τις τροπολογίες και τις κόντρα-τροπολογίες με προσθήκες επί προσθηκών και γράψε-σβήσε ως την τελευταία στιγμή. Εμείς είμαστε που μάθαμε να θεωρούμε περίπου φυσιολογικό το να ξοδεύονται τέσσερις μήνες σε μια ντεμέκ διαπραγμάτευση με την τρόικα, που την διεκπεραιώνουν τεχνικά κλιμάκια, εμπειρογνώμονες, σύμβουλοι και παρασύμβουλοι πίσω από κλειστές πόρτες, για την οποία μαθαίναμε μόνο όσα άφηναν αυτοί να διαρρεύσουν, ενώ στα μέλη της εθνικής αντιπροσωπείας δίνεται ένα σκάρτο διήμερο για να μελετήσουν διακόσιες τριάντα οκτώ σελίδες κείμενο στο οποίο αποτυπώνεται το αποτέλεσμα αυτής της περίφημης διαπραγμάτευσης, συν καμιά πεντακοσαριά σελίδες ακόμα οι συνοδευτικές του εκθέσεις. Με τη διαδικασία του κατεπείγοντος. Κοροϊδευόμαστε δηλαδή.
Σε κάθε στάδιο αυτής της ιστορίας της κρίσης, ο θεσμός του κοινοβουλίου πέφτει κι ένα σκαλοπατάκι παρακάτω στην κλίμακα του αυτοεξευτελισμού του. Και να ξέρεις, αγαπητέ αναγνώστη, περισσότερο κι από τα μνημόνια, περισσότερο κι από την εσωτερική υποτίμηση, περισσότερο από τα διάφορα κεκτημένα που χάνονται δικαίως ή αδίκως, αυτόν τον εξευτελισμό θα τον πληρώσουμε πιο ακριβά. Εδώ θα είμαστε και θα το δούμε.