Η κατάκτηση του μέτρου κατά τον 5ο π.Χ., αιώνα
Tου Γεράσιμου Γ. Γερολυμάτου
Οι εξελίξεις στην ανατολική μεσόγειο και συγκεκριμένα στην Ελλάδα ήταν συγκλονιστικές.Ο μυθικός κόσμος, που είχε αρχίσει να υποχωρεί στην αρχαϊκή εποχή, επέστρεψε νικηφόρος, μετά μάλιστα από τη μεγάλη εύνοια των Θεών κατά τους Περσικούς πολέμους, με αποτέλεσμα να αναθεωρηθεί η αρχαϊκή αντίληψη για τη σχέση μεταξύ ανθρώπων και θεών. Από την άλλη, δεν αγνοείται πλέον η συνείδηση του ατόμου, που ήταν η βασική κατάκτηση της αρχαϊκής σκέψης. Η νέα κατεύθυνση διαμορφώθηκε, λοιπόν, μέσα από μια εσωτερική σχέση αιτίας και αποτελέσματος, ουσίας και μορφής, ιερού και αισθητικού. Όμως η ρήξη δεν ήταν κάθετη και κατά τον Δ. Θέο[1]: «Η μεταγενέστερη εισβολή, κατά τον 6ο π.Χ. αι., της ιδέας του ωραίου (αισθητική), δεν αξίωσε την αφάνεια του ιερού, ούτε διεκδίκησε την πρωτοκαθεδρία. Απεναντίας, το αισθητικό γονιμοποιήθηκε στα σπλάχνα του ιερού και συνέχισαν να συνυπάρχουν
αμφότερα». Έτσι τα δυο αυτά στοιχεία μπόρεσαν να συνυπάρξουν αρμονικά για 150 τουλάχιστον χρόνια.
Ο 5ος αι. π.Χ., θα μπορούσε από κάθε άποψη, λοιπόν, να χαρακτηρισθεί, ως ο αιώνας του μέτρου. Είναι η εποχή που μετριάστηκε η μυθική κρίση και που η φιλοσοφία και η επιστήμη έδωσαν τα ηνία στο νου. Η θεϊκότητα των παραδοσιακών φυσικών πρότυπων, που αποτελούσαν για χιλιετίες αντικείμενα λατρείας, αμφισβητήθηκε και στη θέση τους εμφανίστηκε ένα νέο φυσικό πρότυπο, ο άνθρωπος. Από πολλές απόψεις το όλο ζήτημα ισοδυναμούσε με «ύβρι» απέναντι στην κατεστημένη τάξη. Επαναστατικές ιδέες, όπως αυτή του Αναξαγόρα, που ισχυριζόταν πως ο ήλιος και η σελήνη ήταν πύρινα σώματα που ακολουθούσαν μια ουράνια τροχιά και όχι οι γνωστοί θεοί, ήταν άκρως επικίνδυνες, ιδιαίτερα στις κρίσιμες εποχές. Έπρεπε να απαλλαγούν από τον ενοχλητικό αυτό άνθρωπο, έτσι τον εξοστράκισαν. Ο Πρωταγόρας πάλι, που έβαλε τον άνθρωπο στο κέντρο του κόσμου και τον έκανε μέτρο όλων των πραγμάτων, ασέβησε και περιφρόνησε τους θεούς. Έτσι έκαψαν τα βιβλία του και τον κατηγόρησαν για αθεϊα και ασέβεια και το 415 π.Χ τον ανάγκασαν να φύγει από την Αθήνα. Όμως, το μυθολογικό σκηνικό είχε σχιστεί ανεπανόρθωτα και από πίσω του δεν υπήρχε τίποτα άλλο, από την ανθρώπινη φαντασία.
Οπωσδήποτε η αλλαγή αυτή απαίτησε αρκετό χρόνο και ακολούθησαν διαδοχικές φάσεις στην αρχαϊκή συνείδηση για όλο τον 6ο αι., πριν κατασταλάξει ως νέα αντίληψη και εκφραστεί δημόσια από τους ποιητές και τους φιλοσόφους και μέσα από τη σταδιακή αλλαγή του ύφους των καλλιτεχνικών έργων. Φαίνεται για πρώτη φορά μια αντίθεση, που έχει την αρχή της όπως είδαμε ήδη στα μέσα του 6ου αι, και η οποία εκφράζεται πλέον ξεκάθαρα μέσα απ΄τις φιλοσοφικές θεωρίες των κλασικών αιώνων, διχάζοντας μια για πάντα την αρχαιοελληνική συνείδηση. Δεν θα ήταν υπερβολή, μάλιστα, να πούμε ότι η αντίθεση αυτή έφτασε μέχρι και τις μέρες μας. Ο μονισμός αντιπαρατάχθηκε στην πολυθεΐα ο υλισμός στον ιδεαλισμό, η αθεΐα στην θρησκευτικότητα και ο αγνωστικισμός στη βεβαιότητα της γνώσης. Επρόκειτο για μια καθολική αντίθεση του νέου προς το παλαιό, που εκδηλώθηκε σε όλα τα επίπεδα του πνεύματος και της τέχνης, και στα γεγονότα του πολιτικού και κοινωνικού βίου της κλασικής Ελλάδας. Όλα σχετισμένα μεταξύ τους, δημιουργημένα από την δυναμική της ίδιας αναγκαιότητας της συνείδησης, που ήταν αποφασισμένη να δώσει προτεραιότητα στο άτομο- άνθρωπο.
Η εναρμόνιση όλων αυτών των αντιθέσεων ήταν χαρακτηριστικό στοιχείο της αρχαιοελληνικής συνείδησης, που εννοούσε τον κόσμο ως μια δημιουργική σύνθεση των αντιθέτων, όπως μας λέει καθαρά ο Σωκράτης στον «Φαίδωνα»[2]. Και ακόμα, όπως γράφει ο Μ.Γ. Φούγιας[3]: «Ο Εφέσιος φιλόσοφος Ηράκλειτος διακηρύσσει την ιδέα της δυναμικής ενότητας των αντιθέτων, συλλαμβάνοντάς την στον βαθυστόχαστο νου του ως «παλίντροπον αρμονίην»- ενότητα των αντιθέτων («Counter-BalancingHarmony», theunityoftheopposites). Mε βάση τη θεμελιώδη αυτή αρχή λειτουργεί ο αρχαίος Ελληνικός πολιτισμός, ο οποίος, κατά την εποχή αυτή, βρίσκεται στην πορεία προς τον κολοφώνα της ακμής του, λειτουργώντας ως χοάνη συντήξεως, συνθέσεων και αφομοιώσεως ιδεών και ανθρώπων ποικίλης κοινωνικής, πολιτισμικής και φυλετικής προελεύσεως και παραμερίζοντας στο ελάχιστο τον κίνδυνο της πολιτισμικής «εντροπίας». Και είναι αυτή η ισορροπία που θέλησε να πετύχει η φιλοσοφική σκέψη, εκφράζοντάς την επίσης μέσα από την επιδίωξη του «μέτρου» και του «μηδέν άγαν» του Σόλωνα.
Σε γενικές γραμμές το περιβάλλον του 5ου και 4ου π.Χ. αι., επηρεάστηκε δραματικά από διάφορες συνθήκες. Οι μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένη στα τέλη του 6ου αι, θεμελίωσαν τις νέες πολιτικο-κοινωνικές αλλαγές που οδήγησαν στο ξεπέρασμα των παλαιών πολιτικών συστημάτων, στην πτώση των μοναρχικών καθεστώτων και των βασιλέων που είχαν σχέση καταγωγής με τους Θεούς του Ολύμπου. Η πόλη υιοθέτησε ανθρωπιστικά και φιλελεύθερα πρότυπα πολιτικής διακυβέρνησης. Ήταν ο αιώνας της Δημοκρατίας και της αντιπαράθεσης, συχνά στρατιωτικής, με τα αριστοκρατικά και ολιγαρχικά πολιτεύματα. Αυτές οι πολιτικο-κοινωνικές αλλαγές και η ανάπτυξη της φιλοσοφίας, έθεσαν τον άνθρωπο στο κέντρο των πνευματικών και κοινωνικών αναζητήσεων, και επίσης την ίδια εποχή άρχισε η καταλυτική φιλοσοφική δράση του Σωκράτη, του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη. Η άνθιση του πολιτισμού και των Τεχνών στον ελλαδικό χώρο, κορυφώθηκε κυρίως στην πόλη των Αθηνών. Αυτό έγινε κατά τη διάρκεια της ηγεμονίας της τον 5ο αι., μετά το σημαντικό κύρος που απέκτησε η πόλη, έχοντας πρωτοστατήσει στον πόλεμο εναντίων των Περσών και ειδικά με τις νίκες της σε Μαραθώνα και Σαλαμίνα. Μετά την καταστροφή της από τους Πέρσες, ο Περικλής ξεκίνησε ένα τεράστιο για την εποχή του ανοικοδομητικό πρόγραμμα, που περιλάμβανε την ανέγερση πλήθους ναών και δημόσιων κτιρίων. Συνέπεια αυτού του καλλιτεχνικού οργασμού, ήταν να καταφθάσουν στην πόλη της Αθήνας για να εργαστούν, πολλοί σημαντικοί καλλιτέχνες από τις ελληνικές πόλεις της Ιωνίας. Αυτοί έφεραν μαζί τους ένα πλήθος καλλιτεχνικών γνώσεων, που εμπλούτισαν τις υπάρχουσες τεχνικές κατακτήσεις ακόμα περισσότερο. Ανυπέρβλητης ομορφιάς μνημεία τέχνης, εξωράισαν την πόλη και το βράχο της Ακρόπολης και ανάμεσά τους το σπουδαιότερο ιερό, ο Παρθενώνας, ο ναός της παρθένου Αθηνάς, που είναι κτισμένος σε δωρικό ρυθμό.
Η τέχνη που βασιζόταν στη γνώση, του πώς είναι τα πράγματα, αντικαταστάθηκε στα κλασικά χρόνια, από την όραση των ματιών και από την τέχνη του, πώς βλέπει κανείς τα πράγματα, παρατηρώντας τα απευθείας από τη φύση. Τα μέτρα και οι αναλογίες έγιναν αρμονικά και συμμετρικά με την ανθρώπινη οντότητα και η φυσιοκρατική και αισθησιοκρατική διάθεση του ελληνικού χαρακτήρα εκφράστηκε μέσα από την φιλοσοφική ερμηνεία του μέτρου. Τα χαρακτηριστικά της κλασικής τέχνης εξέφραζαν εξωτερικά την αξία που είχε προσλάβει στην εξελιγμένη ανθρώπινη συνείδηση το νέο φυσικό πρότυπο, που ήταν ο ίδιος ο άνθρωπος. «Ο άνθρωπος, γράφει ο Boardman, ήταν το μέτρο των πάντων για τους αρχαίους και σκοπός του καλλιτέχνη ήταν να τον αναπαραστήσει στην ιδεώδη του μορφή, έτσι που σχεδόν να μη ξεχωρίζει από τους θεούς, που και αυτοί με τη σειρά τους είχαν ανθρώπινη μορφή»[4].
Ο άνθρωπος της κλασικής εποχής δείχνει πως θέλει να ζήσει με χαρά την ελευθερία και τις νέες κατακτήσεις, σύμφωνα με το «πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπον είναι», έχοντας ως ιδεώδες τον ευδαίμονα βίο και το αγαθό του «ευ ζην». Γίνεται εξωστρεφής και εκδηλωτικός. Μια πνοή ελευθερίας, ανάπτυξης και πρωτοτυπίας φύσηξε στην τέχνη της μητροπολιτικής Ελλάδας και του κόσμου όλου, μέχρι τα σύνορα της Ινδίας, δημιουργώντας τα μεγάλα έργα της κλασικής και ελληνιστικής εποχής. Η τέχνη για την αιωνιότητα παραχώρησε τη θέση της στην τέχνη της μεγάλης αφύπνισης. Τα ογκώδη και άκαμπτα αγάλματα της Αιγύπτου, τα μνημεία του Βασιλέα της Ασσυρίας Ασουρνασιμπάλ του Β΄, ή τουΝαραμσίν στα Σούσα, των Σουμερίων στην Ουρ, η Πύλη των Λεόντων στα τείχη των Μυκηνών, οι μεγάλοι μαρμάρινοι λέοντες, ή οι άκαμπτοι Κούροι και Κόρες της αρχαϊκής εποχής, υπό την επίδραση της αιγυπτιακής γλυπτικής της οποίας μετεξελιγμένα στοιχεία εμπλούτισαν την αρχαιο-ελληνική, όλα αυτά, ανήκαν πια στο παρελθόν.
Το κείμενο αποτελεί μέρος της μελέτης μου με τον τίτλο: «ΤΑ ΦΥΣΙΚΑ ΠΡΟΤΥΠΑ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΘΡΗΣΚΕΙΑ-Μια επισκόπηση της ανάπτυξης του πολιτισμού». Β΄ Μέρος: ΑΡΧΑΙΟΣ ΚΟΣΜΟΣ, Κεφ. 4. Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΤΟ ΝΕΟ ΦΥΣΙΚΟ ΠΡΟΤΥΠΟ ΤΗΣ ΘΡΗΣΚΕΙΑΣ ΚΑΙ ΤΗΣ ΤΕΧΝΗΣ, παρ. 4.1 Η κατάκτηση του μέτρου.
http://peritexnisologos.blogspot.gr/2013/04/5.html#more
[1] ΔΗΜΟΣ ΘΕΟΣ: «Το Ιερό και το Αισθητικό- Από τον Alberti στον Lessing». Εκδ. Αιγόκερως-1988, (σ. 7).
[2] ΠΛΑΤ: «Φαίδων 15,70c-16,72a»
[3] Μ.Γ.ΦΟΥΓΙΑ: «Η Παγκόσμια διάσταση του Ελληνικού Πολιτισμού».Εκδ. Νέα Σύνορα-Α. Α.ΛΙΒΑΝΗ. Αθήνα 2001, (σ.232).
[4]JOHNBOARDMAN: «Αρχαία Ελληνική Τέχνη». Εκδόσεις Υποδομή, 1980, σ.151