ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΟΙΕΛΛΑΔΑΖΩΗΤΡΙΦΥΛΙΑ

Αξέχαστα χρόνια στους Γαργαλιάνους – Δεκαετίες του 50 και του 60

Το σοκάκι που έπαιζα. Στο βάθος το σπίτι του Σινάνη. Αριστερά του Λυριτζή και δεξιά το δικό μας.

Ζεσταινόμασταν με τα μαγκάλια…   Τα άτιμα τα παράθυρα σφύριζαν όλη νύχτα και τουρτουρίζαμε από το κρύο… κι ας είχαμε πάνω μας 3 μπαντανίες…
Τηλέφωνο είχε  μόνο στον ΟΤΕ. Τα περίπτερα είχαν κρεμασμένα με μανταλάκια τα περιοδικά: ο Μικρός Ηρωας, ο Μικρός Σερίφης, το Ρομάντζο, το Πάνθεον, το Ντομινό, η Βεντέττα.

Στο μαγαζί μας το 1964. Ο πατέρας μου, ο αδελφός μου Κώστας και εγώ σε ώρα εργασίας!

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι Agg6-1-1024x660.jpg
Ο Δήμαρχος Νίκος Σκούντζος αγάπησε το τόπο του και άφησε τεράστιο έργο! Οι τελευταίοι κατέστρεψαν ότι βρήκαν μπροστά τους…

 

Η Φιλαρμονική μας! Τα καλοκαίρια, κάθε Κυριακή βράδι μας διασκέδαζε στη πλατεία μας με ποιοτική μουσική και κόστος ΜΗΔΕΝ! Τα τελευταία χρόνια πληρώνουμε μέχρι και 18.000 ευρώ για μερικές ώρες ηχορύπανσης με σκυλάδικη “μουσική” 5ης κατηγορίας… Πως καταντήσαμε…

 

Η ομαδάρα μας ΤΕΛΟΣ ΑΓΡΑΣ πριν 60 χρόνια…

 

Εκδρομή στην Αρχαία Ολυμπία 1963

Οι μικροί τυμπανιστές μας, πριν 60 χρόνια…

 

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι g23-1024x785.jpg
Από μικρός ήμουν τυμπανιστής…
 
Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι %CE%9C%CE%BF%CF%85%CF%83%CE%B9%CE%BA%CE%AE-%CE%93%CE%B1%CF%81%CE%B3%CE%B1%CE%BB%CE%B9%CE%AC%CE%BD%CF%89%CE%BD-1964.jpg
Η αφεντιά μου πριν 60 χρόνια…


Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι LITSA1-1024x672.jpg
Αρχίζει το χτίσιμο του κτιρίου του Λαμπούση

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι %CE%B9%CE%B1%CE%BD10-1024x726.jpg

Ακόμα ζητάω τη σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου του ταλήρου, ή τις πρώτες γκοφρέτες ΜΕΛΟ με τα χαρτάκια με τις φορεσιές και τις σημαίες των χωρών του κόσμου, ακόμα θυμάμαι το Γλυφιτζούρι κοκοράκι, το μαλλί της γριάς, τα πρόχειρα λούνα παρκ, (στο πανηγύρι μόνο) το φρεσκοψημένο ποπ κορν , τις καραμέλες γάλακτος τις τυλιγμένες στο χρυσό χαρτί (ο Παρνασσάς, δίπλα στο Τσαλούπη είχε τις καλύτερες ), τις κατακόκκινες καραμέλες τσάρλεστον ,το πεστίλι πέτσα βερίκοκο , το αυθεντικό παστέλι, και το κάτασπρο μαντολάτο (γύρναγε στις γειτονιές κάποιος Κεφαλλονίτης με μια γυάλινη κασετίνα που είχε μέσα τα μαντολάτα …δεν θυμάμαι ποτέ να είχα λεφτά για να αγοράσω ένα).

 Ακόμα θυμάμαι τη γεύση απ το καλαμπόκι και τα κάστανα (και τα λούπινα πίσω από του Τσαλούπη) και συγκινούμαι όταν βλέπω καστανάδες, λίγους πια και καλαμποκάδες σε κάνα πανηγύρι.Τα λεωφορεία Σκανια Βάμπις, Σκόντα, Βόλβο, είχαν τη μηχανή μέσα και ήταν συνήθως καλυμμένη με μπλέ δερμάτινα καπιτονέ καλύμματα. Βόγκαγαν κάθε φορά που ο οδηγός άλλαζε ταχύτητα. Καμμιά φορά είχε και μια θέση μπροστά δεξιά δίπλα στη μηχανή που ηταν η καλύτερη για τα παιδικά μας όνειρα. Υπήρχε και εισπράκτορας στριμωγμένος δίπλα στην πίσω πόρτα με το κλασσικό γκρί καπέλο με το γείσο, (τα έφτιαχνε ο πατέρας μου, όπως και τα πηλίκια Γυμνασίου, Αστυνομίας, Στρατιωτικά, Αγροφυλακής).

Θυμάστε εκείνες τις κερματοθήκες που έβαζε τα κέρματα και που τώρα τελευταία ξανάγιναν της μόδας; (Εισπράκτορα στους Γαργαλιάνους θυμάμαι τον Γιώργο το Μαλότσο με τις μακριές φαβορίτες. Εγώ πλήρωνα μισό εισιτήριο “πολυτεκνικό” …για οικογένειες που είχαν πάνω από 4 παιδιά. Εγώ μόνο στον γειτονικό Μάραθο είχα πάει μερικές φορές).

Θυμάμαι τους δικούς μας  ταξιτζήδες: Μητσάκο, Χρυσομπόλη, Χούλια & Κατσίβελα στην πλατεία των Γαργαλιάνων. Ποιος να είχε τότε Ι.Χ. Το πρώτο ΙΧ που είδα στη ζωή μου ήταν ένα κοκκινωπό ZASTAVA του γείτονά μου γιατρού Γ. Πανταζόπουλου ή Πανταζή, που το χάζευα κάθε φορά.
Το γάλα μας, το έφερνε ο γαλατάς (ο Μπουγάς), μας το άδειαζε από μεγάλες καρδάρες στην κατσαρόλα στην εξώπορτα.

Οι κολώνες του πάγου που τις έφερνε ο παγοπώλης. ο Γκλαούρας αν θυμάμαι καλά, με την τρίκυκλη μοτοσυκλέτα του και τις κουβάλαγε με εκείνο το περίεργο εργαλείο γάντζο , αργοέλιωναν στο κεφαλόσκαλο. Και η βρύση του ψυγείου είχε στο στόμιο της τυλιγμένο ένα λευκό τουλπάνι σα φίλτρο. Που ηλεκτρικά ψυγεία… Αργότερα θυμάμαι κάτι ΠΙΤΣΟΣ, ΙΖΟΛΑ και ΚΕΛΒΙΝΕΙΤΟΡ.

Στους Γαργαλιάνους παπλωματάς ήταν ο Σοκορέλης, καρεκλάς ο γείτονάς μου μπάρμπα Στάθης της θεια Μαρίτσας, στο αλωνάκι που παίζαμε ποδόσφαιρο , γανωτζή θυμάμαι το μπάρμπα Σούκα με το μεγάλο μουστάκι λίγο πιο πάνω από το μαγαζί μας που έκανε τα μαχαιροπήρουνα ολοκαίνουργα! Απέναντι του ήταν το ραφείο του καλύτερου ψάλτη των Γαργαλιάνων του Χαρίλη Μίχαλου! Τσαγκάρηδες θυμάμαι τον Καντήλα το Μίμη και το Γιώργο Καράμπελα που είχαν πολλή δουλειά και ήταν απέναντι από το εμπορικό του Σπύρου Αργυρού. Λίγο πριν φύγουμε από τους Γαργαλιάνους (Ιαν. 1966) θυμάμαι είχε ανοίξει ένα καινούργιο βενζινάδικο εκεί ακριβώς που είναι σήμερα ο Μπουλουλής, απέναντι από την Πειραιώς (όπου ήταν ο κινηματογράφος παλιά). Νομίζω ήταν Shell και το έφτιαξε ένας Ταγματάρχης ε.α. ο Νίκος Χωραίτης. Παράτησε την καριέρα του και ήλθε να ζήσει στους Γαργαλιάνους που υπεραγαπούσε.  Μου είχε κάνει τότε εντύπωση το κούρεμά του, αμερικάνικο στύλ… το κεφάλι του ξεχώριζε από όλα τα άλλα…  Μετά από χρόνια έμαθα ότι είχε γίνει Δήμαρχος με πυγμή και αγάπη για το τόπο μας. Στη συνέχεια ήλθαν κάτι τσαρλατάνοι… που κατέστρεψαν ότι βρήκαν όρθιο. Όποιος αμφιβάλλει ας ψάξει σε αυτή την ιστοσελίδα να διαβάσει για όλες τις καταστροφές των Γαργαλιάνων, πάντα με ντοκουμέντα και έγχρωμες φωτογραφίες φυσικά! Αν θέλετε να δείτε με πόσο δημοκρατικές διαδικασίες παίρνονταν οι αποφάσεις στο Δ.Σ. για εμάς, αλλά χωρίς εμάς… υπάρχουν εδώ αρκετά βίντεο από τις Δημόσιες συνεδριάσεις του τελευταίου Δημοτικού Συμβουλίου Γαργαλιάνων… Τους έπιανε ταχυπαλμία όταν έβγαζα την κάμερα να βιντεοσκοπήσω τις Δημόσιες Συνεδριάσεις του Δ.Σ.  Με φώναζαν “Big brother”…

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι F18F288C-9FE6-4921-958A-D4449E70D271_4_5005_c.jpeg

Στην κεντρική πλατεία θυμάμαι το “Τούρκο” το λούστρο  με το καλογυαλισμένο κασελάκι του. Κάθε φορά που έφερναν ψάρια από το Μάραθο έκανε τον ντελάλη. “Φέρανε στην αγορά από τον Μάραθο φρέσκα ψάρια!” φώναζε δυνατά, ζωσμένος με ένα μπεζ μάλλινο ζωνάρι γύρω στην πελώρια κοιλιά του.

Θυμάμαι κάτω από το μαγαζί μας ήταν το υπόγειο (1,5μ Χ 1,5μ) του τσαγκάρη με εκείνο το περίεργο καλαπόδι που έβαζε ανάποδα το παπούτσι και το κόλλαγε και το κάρφωνε με τις μαύρες πρόκες με το πλατύ κεφάλι και ήταν διάχυτη τη μυρουδιά της βενζινόκολλας. Ήταν ο μπάρμπα Γιώργης ο “αφορεσμένος”, ένας χρυσός άνθρωπος.

Σε μερικές γωνιές της πόλης μας υπήρχαν τα άσπρα ψυγεία με τα παγωτά ΕΒΓΑ. Για λίγο καιρό είχαμε κι εμείς έξω από το μαγαζί μας ένα τέτοιο ψυγείο. Θυμάμαι ότι είχα “κλέψει” 2-3 πυραύλους όταν φύλαγα μόνος μου το μαγαζί.

Στο κομμωτήριο της γειτονιάς (του Λογιώτατου θυμάμαι) οι κυρίες ψηνόντουσαν με τις ώρες κάτω απ τις κάσκες σεσουάρ με τα μαλλιά τυλιγμένα σε ρόλλει κι όλα μαζί σκεπασμένα με δίχτυ και τα αυτιά σκεπασμένα με κοκκάλινα καπάκια. Η μανικιουρίστρα καθάριζε τα πετσάκια και έβαφε τα νύχια με κατακόκκινο μανό που μύριζε ασετόν από δέκα μέτρα μακριά. Δεν είχα ποτέ δει τη Μάνα μου να φτιάχνει τα νύχια της σε μανικιουρίστρα…

Ο καφές στα καφενεία ήταν μόνο Ελληνικός, τούρκικος τότε. Στους Γαργαλιάνους θυμάμαι σαν νάταν χθες που φώναζαν στο καφετζή από μακριά: “Όνειρο (το όνομα του καφετζή ήταν Κουτσολιάς), φέρε μας δυο μισαδάκια”… δυο μισοί καφέδες με την τιμή του ενός. Δεν υπήρχε νες ούτε φραπέ ούτε καπουτσίνο ούτε εσπρέσσο ούτε κάν φίλτρου γαλλικός. Ακριβώς απέναντι από το καφενείο του “Όνειρου” ήταν το εμπορικό του Φώτη Παναγιωτόπουλου με υφάσματα και γυναικεία ρούχα. Πουλούσε και μπογιές για να αλλάζεις το χρώμα της μπλούζας σου κάθε φορά που άλλαζες ομάδα…  Ο Φώτης Παναγιωτόπουλος είχε δυο γιούς που συνέχισαν με επιτυχία το εμπόριο, το Τάκη και το Τζίμη. Πιο πάνω ήταν το μεγάλο εμπορικό του Δημάρχου και νονού μου Νίκου Σκούντζου. Όταν έμπαινες εκεί μέσα μοσχοβολούσε όλος ο χώρος από τις κολώνιες του Φωτάκη…  Χαμηλά στον ίδιο δρόμο ήταν το ζαχαροπλαστείο του Πέτρου Κοκκώνη με τα αξέχαστα γαλακτομπούρεκα, φοντάν και ένα σωρό άλλα γλυκά! Μετά το τέλος της παρέλασης γέμιζαν τα τετράγωνα μαρμάρινα τραπεζάκια με μαθητές.

Το βράδυ οι μερακλήδες πήγαιναν στο ταβερνάκι του Λίτσα στην οδό Ερμού. Υπάρχει ακόμα και σήμερα και είναι το ίδιο καλό όπως τότε, με παϊδάκια, κοτόπουλα, μπριζόλες και ντόπιο κρασάκι!

Θυμάμαι όταν είχε έλθει ο Μανώλης Χιώτης με τη Μαίρη Λίντα, έγινε μεγάλο γλέντι, απέναντι από το σημερινό μαγαζί, που είχε γύρω-γύρω μάντρα και δεν μπορούσαν τα παιδιά να δουν μέσα.

Γλέντια αποκριάτικα και της πρωτοχρονιάς γινόντουσαν επίσης στου Τζίμη Παπαχριστοφίλου και στου Χειλά/Κατσούλα. Είχαν σκεπάσει όλα τα τζάμια με εφημερίδες για να μην μπορούν οι πολλοί, τα φτωχαδάκια, ούτε καν να δούν πως γλεντούσαν οι “προύχοντες” του τόπου… 

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι %CE%A3%CF%84%CE%BF%CF%85-%CE%9B%CE%B9%CF%84%CF%83%CE%B1-1963.jpg

Στους Γαργαλιάνους στη δεκαετία του 60 είχαμε 3 κινηματογράφους, 2 χειμερινούς και 1 καλοκαιρινό. Σήμερα δεν υπάρχει ούτε ένας… Ένας συμπατριώτης μας που έχει τον “ΔΑΝΑΟ”  (Λ. Κηφισίας) μας χάρισε, πριν 15 χρόνια, μια κινηματογραφική μηχανή  και ο τότε ανεκδιήγητος δήμαρχος Γαργαλιάνων… δώρησε το φακό της μηχανής (άρα καταστράφηκε η μηχανή) σε κινηματογράφο των Φιλιατρών!!! Ο δωρητής συμπατριώτης μας βραβεύτηκε στη πλατεία από τον τελευταίο δήμαρχο Γαργαλιάνων για την δωρεά του στη πόλη μας. Μετά τη βράβευση, η μηχανή έγινε κομμάτια και ο Φιλιατρινός πήρε ότι κομμάτι χρειαζότανε για να επισκευάσει τη δική του κινηματογραφική μηχανή… Υπήρξε δυνατότητα να γίνει κινηματογράφος στους Γαργαλιάνους αλλά δυστυχώς το μόνο που έγινε ήταν η βράβευση του δωρητή και η επισκευή άλλης μηχανής στα Φιλιατρά…  Αληθινή ιστορία!

Θυμάμαι είχαμε 4 ξενοδοχεία στους Γαργαλιάνους!  Το ΙΛΙΟΝ, το ΑΤΤΙΚΟΝ, του Κωστόπουλου και το Τουριστικό. Πόσα έχουν απομείνει εδώ και 30 χρόνια; ΚΑΝΕΝΑ… Ας όψονται οι πολιτικάντηδες τσαρλατάνοι που το “Όραμα” τους δεν ήταν η προκοπή του τόπου μας, αλλά η δική τους… Μερικοί από αυτούς, μετά από διάλειμμα δεκαετιών, θέλουν να συνεχίσουν το “ἐργο” τους, ποντάροντας φυσικά στην αδύνατη μνήμη όσων ζούσαν τότε και κυρίως στην άγνοια των νεότερων για όσα έκαναν τότε… Η ιστοσελίδα www.gargalianoi.com είναι εδώ για να βοηθήσει την μνήμη όσων ξέχασαν και να εμπλουτίσει, με αποδείξεις, τις γνώσεις των νεότερων…

Όσοι είχαν λεφτά κάθε Κυριακή πήγαιναν με τα παιδιά τους στη πλατεία, στα ζαχαροπλαστεία του Ψώνη, του Κατσούλα-Χειλά, του Κοκκώνη και στα καφενεία του Δημάκη, του Παπαχριστιφύλλου, του Καγιαννά. και απολάμβαναν επί ώρες μια κουταλιά βανίλια, το γνωστό υποβρύχιο μέσα σε ένα ποτήρι παγωμένο νερό, ή το μεζέ του ούζου, ή το ούζο ξεροσφύρι.  Στους Γαργαλιάνους ελάχιστοι είχαν το δικό τους ποδήλατο. Εγώ θυμάμαι μόνο έναν που είχε ένα γυαλιστερό μαύρο ποδήλατο με κουδούνι και φώτα, το γιο του γιατρού Πανταζή και σημερινό γιατρό καθηγητή Δ. Πανταζόπουλο. Όλοι οι άλλοι νοικιάζαμε με την ώρα από τον Κώστα,  κρυφά από τους γονείς φυσικά για να κάνουμε στροφές μπροστά από το σπίτι του όμορφου κοριτσιού που δεν είχαμε το θάρρος να του εκφράσουμε τα αισθήματά μας…  Εγώ έτρεχα στην κορυφή της ανηφόρας του Παπαγιάννη όπου ήταν το σπίτι μιας όμορφης μελαχρινής κοπελίτσας… Στην πίσω ρόδα βάζαμε χαρτόνι από πακέττο τσιγάρα πιασμένο με ξύλινο μανταλάκι έτσι για να κάνει θόρυβο και να νομίζουμε ότι οδηγούμε μηχανάκι.

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι fghrty-1024x792.jpg

 Η ομαδάρα μας ήταν και είναι ο “Τέλλος Άγρας”. Πριν 40 χρόνια το γήπεδο μας είχε κερκίδες από τσιμέντο που καθόντουσαν 500 άτομα. Οι ανεγκέφαλοι πολιτικάντηδες τις γκρέμισαν πριν 15 χρόνια…  Κουκούτσι μυαλό… Άδειο τελείως!!! Κατέστρεψαν ότι καλό υπήρχε στους Γαργαλιάνους, μας φέσωσαν (δάνεια, βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες υποχρεώσεις) για  4.313.902 ευρώ (στο τέλος του 2010, με την Δικ. Απόφαση Αριθ. 93/2014 ) και το χειρότερο… μας έκαναν και χωριό.

Θυμάμαι μόλις άρχιζε το καλοκαίρι βλέπαμε τον παγωτατζή να σπρώχνει το καρότσι με τις σιδερένιες ρόδες στους δρόμους της πόλης μας και πουλούσε για μία δραχμή ένα απίθανο παγωτό που έφτιαχνε ο ίδιος! Δυστυχώς δεν θυμάμαι το όνομά του. 

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι Scan-281.jpeg
Με το πρώτο μου αυτοκίνητο… 1955

Τα καλοκαίρια ήμουν ένα από τα ελάχιστα παιδιά που είχαν μείνει στους Γαργαλιάνους. Όλα είχαν πάει στα χτήματά τους, εμείς δεν είχαμε ούτε μια ελιά… Το λεοφωρείο, με το Μαλώτσο εισπράκτορα, μας πήγαινε στο Μάραθο για μπάνιο, 3-4 φορές το καλοκαίρι. Κάποια καλοκαίρια νοικιάζαμε στου Βαρούτσου και στο Μάραθο. Εμείς δεν είχαμε ούτε γαϊδούρι αλλά ούτε και χτήμα, οπότε ήταν και καλοκαίρια που βράζαμε μέσα στους Γαργαλιάνους. Η χαρά μου ήταν μεγάλη όταν με καλούσαν συμμαθητές που είχαν χτήματα να περάσω μερικές ημέρες …στην εξοχή. Μου άρεσε να κοιμάμαι στις τραγατσούλες με τη φτέρη πάνω στα δέντρα. Φοβόμουν πολύ τα φίδια…

Γελάγαμε με κάτι χοντρές γριές που κάνανε μπάνιο με τα κομπιναιζόν. Η χοντρή κυρία μέσα στη θάλασσα και το μαύρο κομπιναιζόν στην επιφάνεια σαν ομπρέλλα. Κάναμε πλάκα όταν βλέπαμε κάποιους με το ένα χέρι να κρατάνε τυλιγμένη την πετσέτα γύρω τους και με το άλλο να προσπαθούν να βγάλουν το μαγιό και να βάλουν εσώρουχο και παντελόνι.

Στους Γαργαλιάνους είχαμε τα καλύτερα φρούτα της Ελλάδας, μόνο που εμείς έπρεπε να τα αγοράζουμε όλα, ενώ όλοι οι άλλοι είχαν τα σταφύλια τους, τα σύκα τους, τα καρπούζια τους, τα αχλάδια τους, τα πεπόνια τους και τόσα άλλα.

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι 1970-%CE%B4%CE%B9%CF%80%CE%BF%CF%84%CE%B1%CE%BC%CE%B1.jpg
Στις δύο άκρες της φωτογραφίας το μελλοντικό (τότε) ζεύγος Αλέκου Μαγγανά. Όλοι οι εικονιζόμενοι είναι Μαγγανάδες και στη μέση η μητέρα τους.
Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι Grivas1-1024x761.jpg
Θυμάμαι την επίσκεψη του Διγενή Γρίβα στους Γαργαλιάνους στο καφενείον Αττικόν.

Θυμάμαι ο πατέρας μου έδινε μια τραγιάσκα για να πάρει 3-4 καρπούζια που τα βάζαμε κάτω από τα κρεβάτια μας ή ένα παντελόνι για μερικά κιλά λάδι. Ήταν πολλά τα παιδιά (6) και τα έσοδα του εμπορικού ελάχιστα… δύσκολα χρόνια, αλλά η οικογένεια κάθε μεσημέρι και κάθε βράδυ έτρωγε στη τραπεζαρία και ποτέ δεν έλειπε κανένας. Όταν ακούγαμε τα τρία παλαμάκια του πατέρα μας αφήναμε ότι κι αν κάναμε και τρέχαμε στο τραπέζι να φάμε αφού πρώτα ένας έλεγε την προσευχή. Αν το φαγητό ήταν αγκινάρες ή μελιτζάνες ή σκορδαλιά εγώ τα ανακάτευα και δεν έτρωγα. Μου έλεγε τότε η μάνα μου “τρώγε το φαγητό που μαγείρεψα… δεν έχω να σου φτιάξω κοτολέτες”. Μετά πήγαινα κρυφά έκοβα από το καρβέλι μια μεγάλη φέτα ψωμί, έβαζα λάδι ή νερό αν δεν είχαμε λάδι και από πάνω ζάχαρη!!! Μπορεί να συγκριθεί αυτή η φέτα ψωμί με ζάχαρη,  με τις αγκινάρες ή τις μελιτζάνες; Αδύνατον!

Αξέχαστα χρόνια, γιομάτα αγάπη και εκτίμηση για ότι λιγοστό είχαμε. Αμέτρητες φορές κάθε μέρα άκουγα από τη μάνα μου “Έχει ο Θεός, να κάνουμε υπομονή, μπόρα είναι θα περάσει”. Εγώ, πειραχτήρι από μικρός, της απαντούσα: “Αφού έχει γιατί δεν δίνει και σε μας ο τσιγκούνης”;  Όταν φώναζα ένα φίλο μου μαλάκα, μ΄έπιανε μου έχωνε στο στόμα το χοντρό της δάχτυλο αφού πρώτα το είχε γεμίσει πιπέρι…  Δεν θέλω ούτε να το βλέπω το πιπέρι από τότε…

Γεμίζαμε τις βίκες μας από την βρύση που ήταν μπροστά από το σπίτι του Κλάρη, δίπλα στου Σινάνη, απέναντη από του Χήναρη.  Τις καλύτερες λουκουμάδες τις τρώγαμε στο υπόγειο του Πολιτόπουλου. Ένα δίφραγκο η μερίδα με 6 λουκουμάδες. Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι MVC-056L.jpg

Εγώ  έτρωγα στου Πολιτόπουλου μερικές φορές το χρόνο …σίγουρα όμως μετά τα κάλαντα. Τρώγαμε κεφτεδάκια με πατάτες τηγανιτές αλλά ποτέ δεν είμασταν υπέρβαροι γιατί γυρνάγαμε όλη μέρα στους δρόμους και τις αλάνες παίζοντας.

Δεν πολυαρωσταίναμε , αλλά αν τύχαινε να αρρωστήσουμε πάντα υπήρχε μια καλή μάνα ή γιαγιά να μας δώσει λίγο φιδέ και να μας ρίξει βεντούζες (οι …κοφτές βεντούζες ήταν αξέχαστες).

Περνάγαμε ώρες έξω απ το σπίτι φτιάχνοντας πατίνια με ρουλεμάν και σανίδια και κατεβαίναμε τις κατηφόρες. Η κατηφόρα του Παπαγιάννη ήταν ότι το καλύτερο για το πατίνι με ρουλεμάν. Όταν ξεχνούσαμε να βάλουμε φρένο καταλήγαμε έξω από το δρόμο στους θάμνους…  Κι όταν σηκωνόμασταν μέσα απ τους θάμνους  μαθαίναμε πώς να διορθώνουμε το πρόβλημα των φρένων. Για να μη ξαναπληγώσουμε τα γόνατα μας, που ήταν μόνιμα με σπυριά που συνεχώς ξύναμε και να μην αποκτήσουμε ευμεγέθη καρούμπαλα στο κέντρο του μετώπου μας.  Κι αν τα αποκτούσαμε τα πατάγαμε με εκείνα τα μεγάλα τάλληρα για να μη φουσκώσουν.

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι img159-1024x685.jpg
Ποδοσφαιρική ομάδα του Α’ Δημοτικού Σχολείου. Τους αναγνωρίζετε; Κάποιοι έχουν φύγει…

Είχαμε φίλους. Βγαίναμε στο δρόμο και τους βρίσκαμε. Παίζαμε μπάλα και κυνηγητό στους δρόμους. Τα “γήπεδα” που παίζαμε ήταν: κάτω από το Β’ δημοτικό σχολείο, στου Γουρδουβέλη τη πλατειούλα και στης θεια Μαρίτσας το αλωνάκι, χωρίς δοκάρια και δίχτυα, μόνο πέτρες είχαμε. Τα δοκάρια στα αυτοσχέδια γήπεδα ήταν ή οι σχολικές τσάντες ή τα πουλόβερ μας κουβαριασμένα. Πόσες φορές δεν σπάγαμε και κανένα τζάμι και εξαφανιζόμασταν όλοι μαζί αφήνοντας τη μπάλα στα χέρια κάποιου κακού γείτονα που την έσκιζε με το σουγιά και την πέταγε στο δρόμο. Ο παλιόγερος ! Κάτω από το σπίτι μου ήταν το χαμηλό  σπίτι του μπάρμπα Νίκου του Σταυριανάκη που μας κηνυγούσε με την μαγκούρα κάθε φορά που το τόπι μας χτυπούσε τα κεραμύδια του… Ήταν καλός άνθρωπος ο μπάρμπα Νίκος και η θεια Σταυρούλα ήταν καλύτερη, ψυχούλα.


Πηγαίναμε στα σπίτια των φίλων μας και χτυπούσαμε την πόρτα, ή το πιο συνηθισμένο μπαίναμε χωρίς να ρωτήσουμε. Πέφταμε από δέντρα, κοβόμασταν, πληγώναμε τα γόνατα μας και σπάγαμε και κανένα χέρι. Λίγο βάμμα στην πληγή κι όξω από την πόρτα. Τσακωνόμασταν και παίζαμε μπουνιές και μαυρίζαμε και μελανιάζαμε και πάλι φιλιώναμε. Παίζαμε ξιφομαχίες με αυτοσχέδια ξύλινα σπαθιά. Τα ακόντια μας ήταν τα κοντάρια απ τις σκούπες ειδικά από εκείνες που τύλιγαν με μια μαξιλαροθήκη και ξαράχνιαζαν τα ταβάνια. Οι ασπίδες μας ήταν τα καπάκια απ τις μεγάλες κατσαρόλες .
Θυμάστε τη γεύση της λάσπης; Ούτε μάτια βγάλαμε, ούτε τα σκουλήκια έζησαν για πολύ το στομάχι μας. Όταν πεινάγαμε τρέχαμε σπίτι κόβαμε μια φέτα ψωμί από το καρβέλι, βάζαμε λάδι ή νερό και από πάνω ζάχαρη! Πέρναμε δύναμη και συνεχίζαμε το ποδόσφαιρο…

Στους ποδοσφαιρικούς μας αγώνες την ομάδα την έφτιαχναν μερικοί, οι αρχηγοί.  Οι αρχηγοί σχεδόν πάντα ήταν οι χειρότεροι μαθητές. Οι καλύτεροι μαθητές συνήθως δεν ήταν καλοί για την ομάδα.

Το πρώτο μου κουστούμι... με κλειστά μάτια, όταν χτιζόταν η βιβλιοθήκη μας.
Το πρώτο μου κουστούμι… με κλειστά μάτια, όταν χτιζόταν η βιβλιοθήκη μας.

Φεύγαμε από το σπίτι το πρωί και παίζαμε όλη μέρα ελεύθεροι αρκεί να γυρίζαμε πίσω μόλις άρχιζε να σκοτεινιάζει, ή όταν η μάνα μας έβαζε τις φωνές απ το μπαλκόνι να τσακιστούμε να ανεβούμε για διάβασμα. Δεν είχαμε βιντεοπαιχνίδια ούτε καν τηλεόραση, ούτε κινητά ούτε υπολογιστές ή internet άντε κανένα ραδιόρφωνο με λυχνίες. Το καλύτερο δώρο ήταν ένα μικρό τρανζιστοράκι για να ακούμε Εθνικό, ή ποδοσφαιρικούς αγώνες.

Πηγαίναμε σχολείο και τα Σάββατα. Τρείς μέρες πρωι, τρείς μέρες απόγευμα.  Πόσες φορές δεν αισθανθήκαμε το χέρι κάποιου καθηγητή να μας σηκώνει απ τη φαβορίτα ή να μας τραβάει τα αυτιά, η να μας ρίχνει μια σβουριχτή σφαλιάρα. Κι η βίτσα, συνήθως από μουριά να μας πληγώνει την παλάμη. Θυμάμαι τον Μασούρα που με σήκωνε από τις φαβορίτες και με χτυπούσε με τη βέργα στα χέρια επειδή μιλούσα στη τάξη…  Τι αγριάδα είχε ο δάσκαλος αυτός… Ενώ ο Γιάννης ο Μπλατσάρας (Χρονόπουλος), με τη βέσπα,  ήταν ο καλύτερος δάσκαλος που είχα!

Αυτή η εικόνα δεν έχει ιδιότητα alt. Το όνομα του αρχείου είναι DSCN6643-1024x776.jpg
Θυμάμαι την αγωνία μόλις έμπαινε ο μαθηματικός στο Γυμνάσιο κι άνοιγε τον κατάλογο. -Για να σηκωθεί σήμερα ο ………. Και μέχρι να πεί τον μελλοθάνατο, κόμπος το στομάχι.
Θυμάστε στα διαγωνίσματα την απεγνωσμένη προσπάθεια να αντιγράψουμε με το βιβλίο στα γόνατα, ή τα σκονάκια κρυμμένα στα μανίκια, ή τα κορίτσια που τάγραφαν με στυλό BIC πάνω στα μπούτια τους και τα κάλυπταν με τις μπλέ ποδιές τους. Μπλέ κοριτσίστικες ποδιές, άσπρο γιακαδάκι και άσπρη μπλέ κορδέλλα στα μαλλιά.
Κάποιοι μαθητές έχαναν την τάξη και ξαναπήγαιναν στην ίδια. Θυμηθείτε πόσους διετείς είχατε στην τάξη σας στο γυμνάσιο. Ήταν εύκολα αναγνωρίσιμοι από τα γένια και τη χοντρή φωνή.
Ο πρώτος μας έρωτας ήταν συνήθως αδελφή ή εξαδέλφη του καλύτερου φίλου μας. Θυμόσαστε το χτυποκάρδι αλήθεια; Την αγωνία μη μας πάρουν χαμπάρι. Το πρώτο φιλί. Τα ξαναμμένα μάγουλα,το χνούδι πάνω απ το χείλος μας.
Την απίστευτη φράση ΤΑ ΦΤΙΑΞΑΜΕ. Τι φτιάξαμε ο Θεός κι η ψυχή μας.
Υπήρχαν τέσσερις εποχές διακριτές μεταξύ τους. Τα φύλλα των δέντρων έπεφταν το φθινόπωρο και τα μπουμπούκια των λουλουδιών άνθιζαν την άνοιξη.

Υπήρχαν δέντρα και κήποι στις αυλές των σπιτιών και πηγάδια και χώμα που μύριζε μετά το πότισμα . Θυμάστε τους πανσέδες; Τα σκυλάκια; Τα χρυσάνθεμα;
Τις πλεχτές ζακέτες που βάζαμε κάπου μετά το Πάσχα. Τα πρώτα μακριά παντελόνια. Γίναμε άντρες!!!
Τα καλοκαιρινά βράδια τα βγάζαμε παίζοντας κρυφτό, τις μπουκαμβίλιες στη μάντρα, τον πασατέμπο και τα στραγάλια από τον μπάρμπα Γιώργο τον Τσαμάκο και τις καραμέλες με σουσάμι από τον Παρνασσά;
Αξέχαστα χρόνια.
Οι γενιές αυτές έβγαλαν μερικούς από τους καλύτερους επιστήμονες, γιατρούς, μηχανικούς, ανθρώπους εργατικούς και τίμιους οικογενειάρχες, ξενιτεμένους που πήραν τα μάτια τους και έφυγαν στη ξενιτιά και πολλούς άλλους. Τα τελευταία πενήντα χρόνια έγινε έκρηξη σε καινοτομίες και νέες ιδέες. Είχαμε επιτυχίες, αποτυχίες και υπευθυνότητα και μάθαμε να τα αντιμετωπίζουμε όλα.
Μεγαλώσαμε σαν παιδιά με τις χαρές και τις λύπες, μας. Ζήσαμε. Και θα εξακολουθήσουμε να ζούμε, σε πείσμα όλων αυτών που μας πλαστικοποίησαν τη ζωή με δικές τους ιδέες και για δικό τους όφελος. Αθάνατοι ήταν πάντα όσοι είχαν τα κότσια να αντισταθούν και να πουν ΟΧΙ σε κάθε καταχτητή, σε κάθε δικτάτορα, σε κάθε πραιτωριανό ξένων δυνάμεων… Ας μην επιτρέψουμε να εξαφανίσουν τους Έλληνες και την Ελλάδα μας οι μαριονέτες των ξένων αποικιοκρατών…

Ψηλά τα κεφάλια ΠΑΝΤΑ!

Φώτης Χ. Παναγιωτακόπουλος

 

Σχετικά Άρθρα

Ένα σχόλιο

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.

Back to top button

Discover more from Gargalianoi Online News

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading