ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΤΟΥ ΜΝΗΜΟΝΙΟΥ
Από την απάθεια στην πιθανότητα έκρηξης
‘Ενα πρόγραμμα χειραγώγησης των Ελλήνων
«’Οταν ο πολιτισμένος ενήλικος βρεθεί κάτω από την επίδραση ξαφνικών και αναπάντεχων ερεθισμάτων, υπερβολικά ισχυρών, η ανώτερη φυλογονική του στοιβάδα, πέφτει σε είδος παράλυσης και ανικανότητας εγκαταλείποντας τη διεύθυνση του ψυχικού οργάνου στο στρώμα που βρίσκεται παρακάτω»
Σπινόζα
«Ο φόβος παραλύει, η οργή τυφλώνει»
Τις προάλλες συμμετείχα σε τηλεοπτική συζήτηση. Κουβεντιάζαμε για το φορολογικό νομοσχέδιο, το ΠΑΣΟΚ, τη λίστα Λαγκάρντ. Σε κάποια στιγμή τους είπα ότι η συζήτηση δεν έχει νόημα – συζητάμε επί «εικονικής πραγματικότητας». Έχουμε ασθενή με terminal μεταστατικό καρκίνο και συζητάμε διάφορα αποτελέσματα της αρρώστιας, τι συμβαίνει στα πόδια, τα νεφρά, την καρδιά, λες και εκεί είναι το ζήτημα, σα να μπορούμε να βρούμε ορθολογική θεραπεία στα επιμέρους, ασκώντας κριτική στον γιατρό για την α’ ή β΄ επιλογή, αγνοώντας ότι δεν έχει στην πραγματικότητα κανένα τρόπο να αποτρέψει το μοιραίο. Σχολιάζουμε την «κυβερνητική πολιτική», κάνουμε ρεπορτάζ να μάθουμε τι σκέφτεται ο Στουρνάρας ή ο Βενιζέλος, τη στιγμή που αυτοί δεν υπάρχουν ως αποφασίζοντα υποκείμενα, η χώρα κυβερνάται απευθείας από την τρόικα, παρούσα ακόμα και στα γραφεία του Υπουργείου Οικονομίας, με σχηματισμένη άποψη για πόσο και τι στρατό χρειαζόμαστε, πόσα κατοικημένα νησιά θα έχουμε, γιατί πρέπει να νομιμοποιήσουμε το φακελάκι στα νοσοκομεία!
Το αληθινό έργο που παίζεται δεν είναι «φορολογική μεταρρύθμιση», «αγορά ομολόγων», «ασφαλιστικό». Είναι «Η δολοφονία μιας χώρας». Αυτός που φοράει την άσπρη μπλούζα του γιατρού είναι ο δολοφόνος. Στον άρρωστο παρέχεται τεχνητή αναπνοή και στήριξη της καρδιακής λειτουργίας με … δόσεις, ενώ του αφαιρούνται, ένα-ένα, τα ζωτικότερα όργανα, οι βασικές κρατικές λειτουργίες και ότι απέμεινε να στηρίξει οικονομία/κοινωνία.
Γιατί ο «ασθενής» υπομένει, με περιορισμένες διαμαρτυρίες, τέτοια αγωγή; Για να επιτευχθεί παρόμοιο «θαύμα», ασκείται, κατά την εκτίμησή μας, το πιο φιλόδοξο πείραμα χειραγώγησης κοινωνίας στην ιστορία, κέντρο του οποίου είναι η «προεξόφληση θανάτου». Δεν χρειάζεται όμως να συμφωνήσετε με την εκτίμησή μας για να παρακολουθήσετε τη σκέψη μας, αν προτιμάτε υποθέστε ότι αυτά γίνονται τυχαία. ‘Οπως κι αν γίνονται, γίνονται.
Το «επικοινωνιακό» πρόγραμμα αποβλέπει στην ενστάλαξη πένθους (για την απώλεια της χώρας), που καθιστά ανώφελη προσπάθεια συγκροτημένης διάσωσής της (διακοπή μνημονίου, επαναδιαπραγμάτευση, ρήξη αν δεν επιτευχθεί), εκμηδενίζει κάθε κοινωνικό κεφάλαιο (αμοιβαία εμπιστοσύνη), πολλαπλασιάζει ιδιοτελείς («καρκινικές») αντιδράσεις, ενθαρρύνοντας τον «κοινωνικό αυτοματισμό». Κεντρικό υποστηρικτικό ρόλο παίζει η ενοχή («όλοι μαζί τα φάγαμε», «εμείς φταίμε») προκαλώντας «αυτοάνοσες» αντιδράσεις, καταθλιπτική διοχέτευση της επιθετικότητας στον εαυτό μας (εξ αυτού έχουμε αυτοκτονίες, όχι δολοφονίες), αποτρέποντας εξωτερική διοχέτευση της οργής (εξέγερση).
Αν δεν εφαρμοζόταν ένα τέτοιο σύνθετο σύστημα επικοινωνιακής χειραγώγησης, ο άρρωστος θάσπαγε κάποια στιγμή τα σωληνάκια, θα σκότωνε τον γιατρό και θάκανε μπάχαλο το ευρωπαϊκό νοσοκομείο, που μοιάζει απελπιστικά με θάλαμο αερίων. Παρόλη την «κούρα», ο άρρωστος έκανε έναν πρώτο καυγά στις 28.10.11, με τη δύναμη του ‘Όχι των προγόνων του, ανάγκασε να του φέρουν νέους γιατρούς, αντικαθιστώντας τον πρώτο που τούλεγε ότι θα τον κάνει καλά σε ένα χρόνο (έξοδος στις αγορές). Τώρα, οι καινούριοι γιατροί λένε όλο και πιο παράλογα πράγματα, προσπαθούν να τον αποβλακώσουν, μιλώντας αίφνης για ανάπτυξη (κυριολεκτικό αντίθετο της ύφεσης) εν μέσω της μεγαλύτερης ύφεσης στην ιστορία! Ο άρρωστος είναι σχεδόν βέβαιος ότι πάει στον θάνατο, αλλά στην πραγματικότητα, η διάψευση των διαβεβαιώσεων, σε συνδυασμό με τον όλο και πιο προφανή παραλογισμό του επίσημου, δημόσιου λόγου, τον αποτρελλαίνει. «Παραδόξως», είναι το ίδιο το γκρέμισμα των αυταπατών που τον τρομάζει, τον παραλύει, τον αποθαρρύνει όλο και περισσότερο, πείθοντάς τον ότι δεν υπάρχει λύση, άρα ας μη σκέφτεται το πρόβλημα.
Μερικοί πιστεύουν ότι η εξέγερση δεν θάρθει ποτέ, ο ελληνικός λαός θα συνεχίσει «ομαλά» τη συλλογική του, υλικο-ηθική αυτοκτονία. Η παθητικότητα κυριαρχεί ακόμα. Προ διετίας, μια πλειοψηφία απαντούσε ότι χρειαζόταν επανάσταση στη χώρα, ήθελαν όμως να την κάνει κάποιος άλλος. Ενδόμυχα πίστευαν ότι η Ευρώπη θα μας σώσει τελικά. Τώρα αρχίζει να ακούγεται, πρώτη φορά μετά την πτώση της κυπροκτόνου, αμερικανοκίνητης χούντας, η ευχή «μια ερπύστρια να τους πατήσει». Και στις δύο περιπτώσεις, ο ‘Ελληνας δεν νοιώθει δύναμη και σιγουριά να κάνει κάτι, περιμένει «εξωτερικό» σωτήρα.
Υπάρχουν τρεις παράμετροι που δεν εξετάσαμε στο παραπάνω άρθρο, που θα «συνεξαρτήσουν» το τελικό αποτέλεσμα. Είναι
β) οι ενδεχόμενες πρόοδοι της συνείδησης και η συγκρότηση ηγετικού εθνικού υποκειμένου,