Η φάρμα των ζώων
‘’Είχαν περάσει κιόλας δυόμισι γενιές από την εποχή της έναρξης του Τρίτου Μεγάλου Πολέμου.
Στην μεγάλη πυραμιδωτή αίθουσα των Μαγίστρων, που την στόλιζαν μαρμαρένια γκαργκόιλς σε φυσικό μέγεθος, ετοιμάζονταν να εορτάσουν την επέτειο της Καταστροφής των πρώην ανθρώπινων όντων.
Οι Επικυρίαρχοι αλαζονικοί και χαρούμενοι είχαν εισρεύσει από όλα τα σημεία του πλανήτη, εποχούμενοι παράξενων ιπτάμενων μηχανών, για να εορτάσουν αυτό το χρυσό Ιωβηλαίο.
Ανενόχλητοι και ασφαλείς μπορούσαν πλέον να παρουσιάζονται με την πραγματική τους μορφή. Η κάθετη κίτρινη ρίγα της ίριδάς τους, μέσα στα μοχθηρά τους μάτια, έλαμπε από την βεβαιότητα της κυριαρχίας τους . Οι φολιδωτές ουρές τους κινούνταν με νωχελική μεγαλοπρέπεια πάνω στα αστραφτερά αλαβάστρινα πατώματα της αίθουσας των Μαγίστρων.
Στα χέρια τους με τα τέσσερα συν τέσσερα δάκτυλα που κατέληγαν σε γαμψά μαυριδερά νύχια, κρατούσαν μεταλλικά κουτιά γεμάτα δώρα, από τις περιοχές που επόπτευαν, για να τα προσφέρουν στον μεγάλο Αρχιμάγιστρο.
Σε αστραφτερά σκαλισμένα κουτιά, είχαν χρυσό, πλατίνα και ασήμι, σε άλλα είχαν τεμάχια από σπάνιες γαίες καθώς και χαλκό, νικέλιο και βωξίτη. Σε ειδικά κουτιά από μόλυβδο κουβαλούσαν με προσοχή ουράνιο και πλουτώνιο.
Σε περίτεχνα κομψά κουτιά, μερικοί Επικυρίαρχοι είχαν τοποθετήσει τα μυστικά όπλα που τους βοήθησαν στην εξολόθρευση – των αντιδρώντων στα σχέδιά τους-, ανθρώπινων όντων, δηλαδή τα αρωματικά αφεψήματα με το αόρατο πολώνιο.
Άλλοι Επικυρίαρχοι έσερναν με δυσκολία μεγάλα σιδερένια βαρέλια με πετρέλαιο και αέριο, λείες που είχαν αποσπάσει τόσο εύκολα από αφελή έθνη, δίνοντάς τους πολύχρωμα χαρτάκια σε ολόγραμμα.
Σε πορφυρά βελούδινα κουτιά είχαν τοποθετήσει τα διαμάντια και τα σμαράγδια που είχαν αρπάξει από τις πεινασμένες φυλές της Αφρικής, με αντάλλαγμα μολυσμένα εμβόλια και ληγμένα φάρμακα.
Περνώντας ένας ένας μπροστά από τον Αρχιμάγιστρο, ο οποίος καθόταν στον κρυστάλλινο θρόνο του, μεγαλοπρεπής και επιβλητικός, ανοιγοκλείνοντας με ηδυπάθεια το τεράστιο μάτι του, άφηναν με σεβασμό τα κουτιά πάνω στο βελούδινο χαλί.
Έπειτα αφού υποκλίνονταν και φιλούσαν το τριχωτό πόδι του στο σημείο της οπλής, έπαιρναν την θέση τους στο γιγαντιαίο δρύινο τραπέζι.
Όταν κάθισε και ο τελευταίος Επικυρίαρχος στο τραπέζι και έκλεισαν οι τεράστιες θωρακισμένες πόρτες της αίθουσας, προσήλθε και ο Αρχιμάγιστρος και κάθισε στην κορφή του τραπεζιού.
Με μια κίνηση των χεριών του επέβαλλε ησυχία και αφού καλωσόρισε τους καλεσμένους του με την βαθιά μπάσα φωνή, που έφερνε ανατριχίλα, άρχισε την αποτίμηση των πεπραγμένων.
Η ομιλία του τους πήγε πίσω στο πολύ μακρινό παρελθόν, τότε που κανείς από τα ανυποψίαστα πρώην ανθρώπινα όντα, δεν ήξερε για την ύπαρξή τους.
Κανείς δεν έμαθε ποτέ από πιο σημείο του πλανητικού διαστήματος είχαν έλθει σ΄αυτόν τον μικρό μα πλούσιο πλανήτη, που οι άνθρωποι αποκαλούσαν γη.
Κανείς δεν έμαθε ποτέ και πότε ακριβώς είχαν έλθει, γιατί οι Επικυρίαρχοι στις αρχές έπαιρναν διάφορες οικείες μορφές στα γήινα όντα, κι έτσι κατάφεραν να κρατήσουν μυστική την άφιξή τους.
Για έδρα τους διάλεξαν μια περιοχή της κεντρικής λεγόμενης τότε Ευρώπης, με παραρτήματα σε όλες τις χώρες του πλανήτη. Ενσωματώθηκαν με τους γηγενείς και προσεταιρίζοντάς τους, κατάφεραν να γίνουν μέχρι και ηγέτες τους.
Προκαλούσαν μεταξύ των ανθρώπων έριδες και διενέξεις που κατέληγαν σε αιματηρούς πολέμους, σκόρπιζαν θανατηφόρους ιούς με εκατομμύρια θύματα, δημιουργούσαν σιτοδείες, λιμούς και λοιμούς με καταστροφικές συνέπειες.
Έφτιαξαν θρησκείες και δόγματα και πολιτικά συστήματα, όπου με την κατάλληλη πλύση εγκεφάλου δημιούργησαν φανατικούς οπαδούς και ιεροκήρυκες αυτών των συστημάτων και τους εξαπέλυσαν ανάμεσα στα έθνη για να φέρουν διχόνοιες και διώξεις.
Δημιούργησαν Σχολές όπου δίδασκαν στους ντόπιους ολέθριες οικονομικές θεωρίες, καλυμμένες κάτω από βαρύγδουπους τίτλους περί Ελευθερίας της οικονομίας και Παγκοσμιοποίηση της καταστροφής.
Σε άλλες Σχολές εξέτρεφαν παπαγαλάκια που τα ονόμαζαν δημοσιογράφους και έπειτα τα έβγαζαν σε μεγάλες επίπεδες οθόνες που υπήρχαν σε κάθε σπίτι, ένα είδος θεατρικού υποβολείου. Με τα λεγόμενά τους διαμόρφωναν τις συνθήκες που ήθελαν να περάσουν στο μυαλό των ανθρώπων.
Τα παπαγαλάκια διαστρέβλωναν τις πραγματικές καταστάσεις, χαλάρωναν τα ήθη και δημιουργούσαν ένα κλίμα ανεμελιάς και λαγνείας.
Εκτός από τις ψεύτικες ή αληθινές τρομοκρατικές ενέργειες, μπορούσαν με την βοήθεια της επιστήμης και της τεχνολογίας να εξαπολύουν πανδημίες, να πετυχαίνουν κλιματολογικές καταστροφές, ή να δημιουργούν σεισμούς και τσουνάμι, καταποντίζοντας ολόκληρες περιοχές, που έβαζαν στο μάτι.
Κατά τακτά χρονικά διαστήματα για να πετύχουν την μείωση του γήινου πληθυσμού, την αναδιανομή του φυσικού πλούτου και την ανακατανομή των σφαιρών επιρροής, σκηνοθέτησαν δύο τρομερούς Μεγάλους Πολέμους, με πολλά εκατομμύρια θύματα και χιλιάδες πόλεις σωριασμένες σε ερείπια.
Οι άνθρωποι όμως έπειτα από αυτούς τους ολέθρους κατόρθωναν με την δύναμη της ψυχής τους και την σκληρή δουλειά, σιγά σιγά να χτίζουν τα ερείπια και να συνεχίζουν την ζωή τους, χωρίς φυσικά να ξεχνούν τους ήρωες που έπεσαν στις μάχες.
Από τις απαρχές του ερχομού τους, οι Επικυρίαρχοι βλέποντας την πλούσια πανίδα του πλανήτη γη, αισθάνθηκαν ότι βρέθηκαν σε μια τεράστια φάρμα ζώων. Μελετώντας την ζωή και την συμπεριφορά των ζώων τα κατέταξαν σε διάφορες κατηγορίες, ώστε να μπορούν να τα ξεχωρίζουν. Με την εμφύτευση τσιπ στον οργανισμό των ζώων έλεγχαν τα πάντα.
Μελετώντας όμως και την ζωή και την συμπεριφορά των ανθρώπων κατάλαβαν ότι μεταξύ των λαών υπήρχαν διαφορές που τους ξεχώριζαν. Κάθε λαός είχε την δική του ιδιοσυγκρασία που μαζί με την ιστορία του τον έκανε να ξεχωρίζει, χωρίς όμως να απομονώνεται από το σύνολο των άλλων λαών.
Παρατήρησαν ότι κάθε λαός κατά κάποιο τρόπο, όχι βέβαια απόλυτο, είχε κάποιο χαρακτηριστικό από ένα ζώο της γήινης πανίδας.
Αρκετά χρόνια πριν έρθει ο καιρός να εξαπολύσουν τον Τρίτο Μεγάλο Πόλεμο, φρόντισαν να εγκλωβίσουν τους λαούς σε μια ένωση, με ψεύτικες υποσχέσεις για καλυτέρευση της ζωής τους και με δεσμεύσεις τους υποχρέωναν να αρνηθούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τους.
Έπειτα από μακροχρόνιες μελέτες και πλήρη έλεγχο (μέσω τσιπ) του ζωικού βασιλείου, αποφάσισαν να προχωρήσουν στον έλεγχο και την μετάλλαξη και των ανθρώπινων όντων.
Μέσα στην μεγάλη αίθουσα των Μαγίστρων, οι συνδαιτυμόνες άκουγαν με μια ευχάριστη νοσταλγία τον Αρχιμάγιστρο να τους διηγείται με έναν λυρισμό στην φωνή, την υπέροχη εποχή πριν από πέντε γενιές, όπου με τα πρωτοποριακά τους πειράματα –την τεχνογνωσία των οποίων είχαν αποκτήσει κατά την διάρκεια του Δευτέρου Μεγάλου Πολέμου-,είχαν καταφέρει να επεμβαίνουν στο DNA των όντων και να το αλλάζουν κατά το δοκούν.
Τότε επιτελέστηκε και η πρώτη μαζική αλλαγή, σ΄αυτή την τεράστια φάρμα των ζώων του πλανήτη γη. Ήταν η αρχή του Τρίτου Μεγάλου Πολέμου.
Πρώτα κτυπήθηκε ένας λαός που κατοικούσε στα νότια της Ηπείρου, της λεγόμενης τότε Ευρώπης.
Αυτός ο λαός είχε την θωριά και το σθένος λιονταριού, προστάτευε τα πάτρια εδάφη του και κρατιόταν στην ζωή από τα κόκκαλα των προγόνων του, τα Ιερά.
Φρόντιζε την οικογένειά του, ήταν περήφανος για την καταγωγή του και οι εχθροί βλέποντας το παράστημα και την πλούσια χαίτη του δεν τολμούσαν να τον πλησιάσουν.
Με επιδέξιους χειρισμούς και πειράματα, που περιελάμβαναν σαχλοθεάματα, αεροψεκασμούς, άχρηστους ηγέτες, δάνεια, απειλές και λοιδορίες, κατάφεραν μέσα σε λίγο χρόνο να τον μετατρέψουν σε ένα απλό σκυλάκι του καναπέ, ένα κανίς.
Την πλούσια χαίτη του με το κατάλληλο κούρεμα την μετέτρεψαν σε απαλές κυματιστές μπούκλες. Ξέχασε τα κόκκαλα των προγόνων του, τα Ιερά και για τροφή του είχε έναν μασημένο, πολτώδες χυλό. Για να του επιτρέψουν να φάει αυτόν τον λαπά, έπρεπε να συρθεί στα τέσσερα, να στηθεί στην ουρά και να υπακούει στα παράλογα παραγγέλματα.
Αν τολμούσε να αντιδράσει, τον κτυπούσαν στο κεφάλι με ένα ρολό χαρτιά, όπως κάνουν συνήθως στα κοπριτάκια.
Έπειτα κτυπήθηκε η βόρεια χώρα των χαρούμενων κοκκινομάλλικων ξωτικών.
Η όρεξη των Επικυρίαρχων είχε ανοίξει για τα καλά, έχοντας για στόχο τους τώρα τον αψύ ορμητικό ταύρο της Ιβηρίας, όπου τον μετέτρεψαν σε μια πλαδαρή, αργόσχολη αγελάδα.
Τον φλογερό ερωδιό του Λατίου τον κυνήγησαν νομοτύπως και τον ξεπουπούλιασαν, μετατρέποντάς τον σε έναν κλοουνίστικο τσαλαπετεινό .Στα περήφανα Αραβικά άλογα, έσπειραν τον διχασμό και τα έβαλαν να αλληλοεξοντώνονται και να καίγονται μέσα σε φωτιές, που άλλαζαν κατεύθυνση με την πνοή του ανέμου.
Τα πειθήνια γαλόπουλα της Φραγκιάς, έχοντας επικεφαλής μια αδέξια χήνα, ακολουθούσαν κατά πόδας την σκύλα της Αλαμανίας, που γαύγιζε τις διαταγές.
Η αλεπού της Γηραιάς Αλβιόνος, παραμόνευε στην άκρη του δάσους, κρατώντας ισορροπίες.
Αναβίωσαν οι ορέξεις των Βαλκάνιων ζώων, του κογιότ, του τσακαλιού της κίσσας και της ψεύτικης μαϊμούς, που περίμεναν να τραφούν από τα λέσια, όπως κάνουν συνήθως αυτά τα ζώα.
Εκτός των άλλων δεινών, σμήνη πεινασμένων ακριδών, μεταφερόμενες από τα βάθη της Αραπιάς, κατέτρωγαν τα σωθικά της Ηπείρου.
Μέσα σ΄αυτόν τον χαλασμό, στην άκρη της Κλειστής Θάλασσας, ένα χαριτωμένο δελφίνι κολυμπούσε ανέμελα και λιαζόταν στις δαντελένιες ακρογιαλιές ενός χρυσοπράσινου φύλλου, ριγμένου στο πέλαγος.
Έπαιζε με τον λευκό αφρό των κυμάτων, μέσα στο απέραντο μπλε της θάλασσας, πάνω από το μαύρο χρυσάφι του βυθού.
Ήταν σίγουρο ότι σαν αγαπημένο, προστατευόμενο ζώο της πανάρχαιας θεότητας του έρωτα και της ομορφιάς, της Αφροδίτης, θα έμενε αλώβητο αυτή την φορά από την καταστροφή.
Όμως προδομένο από όλους, ακόμα και από το ξεδοντιασμένο κανίς, αφέθηκε να βουλιάξει, λεηλατημένο και πληγωμένο, στα παγωμένα νερά του ωκεανού.
Τα μαύρα σύννεφα της καταιγίδας όλο και μαζεύονταν πάνω από την Ήπειρο, την λεγόμενη τότε Ευρώπη.
Ο κόνδορας της Αμερικανικής ηπείρου, που φτιάχνει την φωλιά του συνήθως σε ψηλά κτίρια, πετούσε πάνω από τα σύννεφα και με το οξυδερκές του βλέμμα, επιτηρούσε και συντόνιζε την κατάσταση.
Η αρκούδα της Ρωσικής στέπας, βρισκόταν ως συνήθως σε παρατεταμένη χειμερία νάρκη.
Στα βάθη της Ανατολίας, ο γκρίζος λύκος σύναζε την αγέλη του, όρθωνε το τρίχωμα, έδειχνε τα δόντια του και καραδοκούσε.
Στην καρδιά της Ηπείρου, μέσα στο κτίριο της Επικίνδυνης Ενότητας, συγκεντρώνονταν ολημερίς και ολονυχτίς τα ζώα που είχαν επιφορτιστεί για να φέρουν εις πέρας το καταστροφικό έργο.
Στις μεγάλες αίθουσες μπορούσες να συναντήσεις την ασπρομάλλα ύαινα, που γελούσε σαρδόνια δείχνοντας τα κάτασπρα δόντια της. Αγκάλιαζε και φιλούσε σταυρωτά τον πτωματοφάγο γύπα, που καθισμένος στο αμαξίδιό του, περιέτρεχε τις αίθουσες ακολουθώντας την σκύλα της Αλαμανίας.
Ξανθές Βαλκυρίες από τις χώρες των Γότθων, συνομιλούσαν και χαριεντίζονταν με τον Γαλάτη φαλακροκόρακα, κι από κοντά η κομψή δρακουλίνα των Καρπαθίων με την αυστηρή όψη, έσβηνε λαούς από τον χάρτη.
Οι λέμμοι της παγωμένης Σκανδιναβικής χερσονήσου, ψυχροί και οι ίδιοι, γεμάτοι έπαρση, με μάτια από γαλάζιο αχάτη, μετέφεραν σε χαρτοφύλακες τα διατάγματα καταστροφής, στους λαούς.
Αρουραίοι και τυφλοπόντικες, καθώς και δύσοσμοι ασβοί, συμπλήρωναν αυτόν τον θίασο της αφύσικης ιδιότυπης φάρμας, που είχαν δημιουργήσει οι Επικυρίαρχοι.
Στις μεγάλες αίθουσες, κανόνιζαν την χορήγηση της δόσης για την μετάλλαξη των λαών, τις ποινές και τις τιμωρίες τους και την προώθηση των εντολοδόχων ηγετών τους.
Οι συνδαιτυμόνες στην αίθουσα των Μαγίστρων, άκουγαν με ηδονική ευχαρίστηση την ομιλία του Αρχιμάγιστρου που ανέφερε τα συμβάντα που είχαν συντελεστεί πριν δυόμισι τώρα γενιές. Την εποχή που η μετάλλαξη των ανθρώπων είχε πια ολοκληρωθεί, αφού είχαν καταφέρει να μεταμορφώσουν όλους τους λαούς σε ινδικά χοιρίδια. Τους είχαν ακόμα μεταμοσχεύσει καρδιά λαγού και μνήμη χρυσόψαρου.
Ως ινδικά χοιρίδια, πλήρως υποταγμένοι, δούλευαν σκληρά εξορύσσοντας χρυσάφι, πετρέλαιο και όλο τον ορυκτό πλούτο που διέθετε ο μικρός τους πλανήτης, προσφέροντάς τον στους Επικυρίαρχους.
Ο Αρχιμάγιστρος ολοκλήρωσε την αφήγησή του την ώρα που τελείωναν το πλούσιο γεύμα τους. Είχε έρθει η ώρα για το τελικό στάδιο, η ώρα της Ολικής Καταστροφής, και η αναχώρησή τους.
Με συγκινητικά λόγια απευθύνθηκε στους Μαγίστρους και τους έδωσε τις τελευταίες οδηγίες:
‘’Ότι ήταν να πάρουμε από αυτόν τον πλανήτη, το πήραμε’’, τους είπε. ‘’Όλη η πλούσια λεία έχει φορτωθεί στα διαστημόπλοια. Πατώντας αυτό το κουμπί θα απαλλάξουμε αυτά τα πλάσματα από την δυστυχία τους. Μια μεγαλειώδης έκρηξη θα καταυγάσει για λίγο το Σύμπαν, φωτίζοντας μια ακόμη επιτυχία μας’’.
‘’Αγαπητοί μου για άλλη μια φορά θα πρέπει και μεις να αναχωρήσουμε αναζητώντας αλλού στέγη, μέσα στο αχανές διάστημα. Όσα χρόνια και αν περιπλανηθούμε στην έρημο του Γαλαξία, στο τέλος θα βρούμε τον κατάλληλο πλανήτη-ξενιστή, να εναποθέσουμε σαν τον κούκο τα αυγά μας’’.
‘’Εξάλλου πάντα ήμασταν μια νομαδική φυλή που γεφύρωνε τις αποστάσεις. Πόσο εύστοχα αλήθεια κάποιοι στο παρελθόν μας αποκαλούσαν Γεφυραίους’’.
(Μυθιστόρημα επιστημονικής φαντασίας, ευφάνταστου συγγραφέα. Ενδεχομένως στο μέλλον να γίνει σενάριο Αμερικανικής ταινίας).
Για την αντιγραφή
Αγγελική Π.