ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗ
“ΠΡΑΓΜΑΤΙΚΩΣ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΟΣ ΕΛΛΑΣ ΑΠΟΤΕΛΕΙ ΠΑΡΑΛΟΓΙΣΜΟΝ”– ΛΑΥΟΝΣ
(ΝΕΟ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΜΠΕΛΟΓΙΑΝΝΗ “ΤΟ ΞΕΝΟ ΚΕΦΑΛΑΛΙΟ ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ”, ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΑΓΡΑ, 201…
Εσείς ωσάν ο ήλιος
λαμπροί! – ναι φλόγες βέβαια
βλέπω διαδημάτων
αλλά τας δυστυχίας μας
μόνον φωτίζουν
Κ Α Λ Β Ο Σ
Ακόμα πριν σκοτωθεί ο Καποδίστριας, οι «προστάτιδες» δυνάμεις άρχισαν να ψάχνουν για βασιλιά. Κι οι ντόπιοι αστοκοτζαμπάσηδες τα μάτια τους τα ‘στρεφαν κατά την Ευρώπη, περιμένοντας από τους δυνατούς να τους βγάλουν από το χάος, που είχαν βυθίσει τη χώρα. Ξένοι και ντόπιοι κυρίαρχοι καταλάβαιναν ότι τους ήταν απαραίτητος ένας ξένος βασιλιάς, για να επιβάλουν πρώτα πρώτα την «τάξη» στο εσωτερικό, κάνοντας το λαό να πιστέψει στην αρχή πώς ο καινούργιος άρχοντας θα ‘φερνε του πουλιού το γάλα, για να μπορέσουν υστέρα να εκμεταλλευτούν την καινούργια χώρα με άνεση.
Έτσι άρχισαν, λοιπόν, οι έρευνες για βασιλιά, και στην αρχή βρήκαν ένα Λεοπόλδο του Σάξ-Κοβούργου. Ό Καποδίστριας, όμως, έχοντας τη φιλοδοξία να μείνει ισόβιος Κυβερνήτης, τον κατάφερε με τα πολλά να μη δεχτεί το στέμμα. Ύστερα από την άρνηση του Λεοπόλδου, βιάστηκαν να βρουν όπως-όπως έναν άλλο βασιλιά. Σκέφτηκαν πρώτα το γιο του Ναπολέοντα, μα ο Γάλλος βασιλιάς δεν τον ήθελε γιατί θα ήταν υποχρεωμένος να τον ονομάζει -όπως συνήθιζαν οι βασιλιάδες- «αδερφό» του! Τότε μερικοί, -από τους πρώτους κι ο Έυνάρδος- πρότειναν τον Όθωνα κι οι Μεγάλες Δυνάμεις τον δέχτηκαν πρόθυμα, τους Έλληνες ούτε τους ρώτησε κανείς. Ποιους να ρωτήσουν, άλλωστε, αφού οι αστοκοτζαμπάσηδες συνέχιζαν το αντεθνικό τους όργιο και διαιρεμένοι ακόμα σε τρεις μερίδες, πράκτορες των ξένων, ματοκυλούσαν το λαό και είχαν κυριολεκτικά λυσσάξει ποια από τις τρεις θα πάρει την εξουσία, για να την κρατήσει με τον ερχομό του καινούργιου ηγεμόνα, οποιοσδήποτε κι αν ήταν αυτός.
Το παρακάτω επεισόδιο αποδείχνει ότι τους είχε ξεφύγει πια κάθε ηθικό χαλινάρι και δεν τους έμενε ούτε κουκούτσι εθνικής συνείδησης. Οι πράκτορες της τσαρικής Ρωσίας Μεταξάς, Ζαΐμης και Σία συνεννοήθηκαν με το Ρώσο ναύαρχο Ρίκορδ, να τον κάνουν κυβερνήτη της Ελλάδας. Του ναύαρχου του καλάρεσαν, φαίνεται, τα μεγαλεία κι όταν οι ντόπιοι πράκτορές του, παίρνοντας μαζί και τη Γερουσία, καταφύγανε στο Άστρος, πήγε κι αυτός εκεί για να πάρει, το χρίσμα του Κυβερνήτη. Τότε όμως οι Έλληνες «φίλοι» του του ‘σκασαν το παραμύθι, ζητώντας του να πληρώσει 200.000 φράγκα για την εκλογή και τα έξοδα της καινούργιας κυβέρνησης. Αλλά ο φιλόδοξος τυχοδιώκτης, μόλις είδε με τί ληστές είχε να κάνει, πήρε δρόμο κι οπού φύγει φύγει!
Τα τέτοια
γεγονότα ανάγκασαν τις
«προστάτιδες» δυνάμεις να
βιαστούνε στην εκλογή του Όθωνα, χωρίς να τους καίγεται καρφί αν ο καινούργιος βασιλιάς ήταν ένα ηλίθιο παιδαρέλι, ούτε επίσης τους ένοιαζε για το αν ήταν ολότελα ξένος με την ψυχή, τους πόθους, τους καημούς και τα βάσανα του λαού, που θα κυβερνούσε. Κι ο
πολύπαθος τούτος λαός, μες στην απελπισία του και τη συγκινητική του απλοϊκότητα,
πίστεψε τον άρχοντα που του επέβαλαν κάτι περισσότερο από το
Μεσσία και
τον υποδέχτηκε πραγματικά μετά βαΐων και κλάδων. Οι
λογιότατοι κι οι Φαναριώτες, παραμερίζοντας τα εσωτερικά προβλήματα,
ανάλαβαν από τότε να
πείσουν τις λαϊκές μάζες ότι έρχεται ο συνεχιστής του Κωνσταντίνου του Παλαιολόγου, του Μαρμαρωμένου Βασιλιά, για να ζωντανέψει τη Βυζαντινή Αυτοκρατορία, να πραγματοποιήσει τη
Μεγάλη Ιδέα.
Όνειρα ψεύτικα, ελπίδες έξω από κάθε πραγματικότητα, πόθοι άπιαστοι, όλα μαζί τα συναισθήματα πού γεννάει στους λαούς η δυστυχία, όταν δεν είναι δυνατό να δοθεί σ’ αυτήν επαναστατική διέξοδος, πλημμύριζαν και παράσερναν του λαού την ψυχή.
Κι ο Όθωνας με τους προστάτες του πόσο φροντίσανε γι’ αυτό το λαό ! Κατεβαίνοντας στην Ελλάδα, πήρε μαζί του να μας φέρει και κάμποσα δώρα. Πρώτα πρώτα τους Βαυαρούς του, δηλαδή το στρατό, τους σακαράκηδες, τους τρεις αντιβασιλιάδες και κοντά σ’ αυτούς είχε κολλήσει, στη συνοδεία του κι ακριδολόιολόκληρο από τυχοδιώκτες, κερδοσκόπους, τοκογλύφους, χρεοκοπημένους «σοφούς» και κάθε καρυδιάς καρύδι. Κι ακόμα, μόλις πάτησε το ποδάρι του στ’ ‘Ανάπλι, «ξένοι πάσης εθνικότητας», λέει ένας ξένος ιστορικός, «συνέρρευσαν είς την πόλιν. Εις τούτους προσετέθησαν τυχοδιώκται από όλα τα μέρη της Εγγύς Ανατολής, οί όποιοι ήρχοντο δια να εύρουν εργασίαν ή δια να κερδίσουν χρήματα με το καλό ή με το κακό». Και το κυριότερο δόλωμα πού τράβαγε όλο τούτον τον κόσμο στη χώρα μας ήταν ένα άλλο μεγάλο δώρο πού μας έφερνε ο Όθωνας.
ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ ΤΩΝ 60 ΕΚΑΤΟΜΜΥΡΙΩΝ
Στο
΄Αργος, υστέρα από τη δολοφονία του Καποδίστρια, μαζεύτηκε ή
Ε’ Εθνοσυνέλευση το Δεκέμβρη του
1831κι εψήφισε πάλι άλλο
«πολιτικό σύνταγμα της Ελλάδας». Το
άρθρο 246 ορίζει ότι
«ο ηγεμών δεν ημπορεί να τάξη κανένα φόρον, δασμόν, ή δόσιμον ή είσπραξιν οποιανδήποτε ή δάνειον να κάμη, χωρίς νόμους ή ψηφίσματος συζητηθέντος και παραδεχθέντος υπό του νομοθετικού σώματος». Αυτά όμως οι
ξένοι τα ‘γραψαν
στα παλιά τους τα παπούτσια, γιατί σύμφωνα με το πρωτόκολλο του
Φλεβάρη του 1830, οι
τρεις «προστάτιδες» δυνάμεις, φέρνοντας το βασιλιά, αναλάβαιναν την
υποχρέωση να εγγυηθούν ένα δάνειο, που
δεν θα ξεπερνούσε τα 60 εκατομμύρια.
Η Ιστορία αυτού του δανείου είναι μεγάλη, μα πολύ μεγαλύτερη είναι η ξετσιπωσιά κι η παλιανθρωπιά όσων ανακατεύτηκαν σ’ αυτή την ιστορία. Ας ιδούμε τα πράγματα με τη σειρά.
Το δάνειο είχε κανονιστεί από τον καιρό της εκλογής του Λεοπόλδου και θα δινότανσε τρεις δόσεις από 20 εκατομμύρια φράγκα. Στην αρχή θα ‘βγαινε μόνο η πρώτη δόση και η καθεμιά δύναμη εγγυότανε την πληρωμή του 1/3 από το χρονιάτικο χρεολύσιο και τους τόκους. Οι δύο άλλες δόσεις θα ‘βγαιναν ανάλογα με τις ανάγκες του βασιλιά και του βασιλείου του κι υστέρα από συνεννόηση με τις τρεις δυνάμεις. Οι εγγυήσεις όμως που απόσπασαν οι «προστάτες» μας, οι φύλακες-άγγελοί μας, σήμαιναν την οικονομική και πολιτική υποδούλωση της χώρας μας σε δαύτους, γιατί υποχρέωναν την Ελλάδα να διαρρυθμίσει με τέτοιον τρόπο τις πρώτες πρόσοδες του κράτους, ώστε τα πραγματικά έσοδα του Δημόσιου Ελληνικού Ταμείου να διατίθενται πριν άπ’ όλα για την εξυπηρέτηση του δανείουκαι να μη χρησιμοποιηθούν σε καμιά περίπτωση για κανέναν άλλο σκοπό, αν δενεξασφαλιστούν τα τοκοχρεολύσια, που ‘χαν εγγυηθεί οι τρεις δυνάμεις. Έτσι τώρα επιχειρούσαν την ολοκληρωτική εξάρτηση της χώρας μας και τον έλεγχο πάνω σ’ αυτή, σε βαθμό πού να μην μπορεί να πάρει ανάσα.
Ο
Όθωνας δέχτηκε το στέμμα της Ελλάδας, αφού προηγούμενα η
Αγγλία, η Γαλλία και η
Ρωσία επανάλαβαν την
υπόσχεση που ‘χανε δώσει και στον
Λεοπόλδο για το
δάνειο. Η υπόσχεση δόθηκε με τη
συνθήκη που υπόγραψαν στις
7.5.32 οι
τρεις δυνάμεις και η Βαυαρία! Η Ελλάδα ούτε και τώρα ρωτήθηκε, μα πάλι για ποιο λόγο να μας ρωτήσουν, αφού από το δάνειο τούτο δεν θα παίρναμε ούτε μια πεντάρα; Εμείς, όπως θα δούμε, θα το πληρώναμε μονάχα και μάλιστα θα
το πληρώναμε διπλό και τρίδιπλο.
Τη μεσιτεία για το δάνειο τούτο την ανέλαβε ο οίκος Έιχταλ του Μονάχου. Αυτός όμως τη μεταβίβασε στον οίκο Αγνάδο και τούτος ο τελευταίος ανάθεσε με ιδιαίτερη συμφωνία την έκδοση του δανείου στους Ρότσιλδ, τους μεγαλύτερους τότε τοκογλύφους του κόσμου. Η έκδοση δεν ήταν δυνατό να γίνει στη χρηματαγορά του Λονδίνου, επειδή είχε σταματήσει η πληρωμή του τόκου των δανείων της ανεξαρτησίας κι η Ελλάδα είχε γραφτεί στο μαυροπίνακα των χρεοκοπημένων κρατών. Ο Ρότσιλδ ανάλαβε να το δώσει με πραγματική τιμή 94%. Και τότε παρατηρήθηκε ένα εξαιρετικό φαινόμενο, πού στην ιστορία των ελληνικών δανείων μονάχα το 1898 επαναλήφτηκε. Ή εγγύηση των δυνάμεων, οι βαριοί οροί κι οι πρωτάκουστες εγγυήσεις έδιναν τόσο μεγάλη ασφάλεια στους ομολογιούχους, ώστε η μεγάλη ζήτηση ομολογιών έκανε να βγει το δάνειο στη Γαλλία στα 111%, στηνΑγγλία 116% και στη Ρωσία στα 107%. Δηλαδή από 60 εκατομμύρια, πού ήταν τοονομαστικό ποσό, έφτασε τα 64. Οι παντοδύναμοι όμως τοκογλύφοι υπολόγισαν την πραγματική τιμή πού συμφώνησαν, δηλαδή το 94%, με βάση τα 60 εκατομμύρια και όχι τα 64. Και αντί να πάρουμε κανονικά 60.160.000, πήραμε 57 μονάχα. Έτσι η πραγματική τιμή κατέβηκε στα 89% και μας φάγανε 3 εκατομμύρια, πού κανονικά ανήκανε στην Ελλάδα. Αυτά όμως είναι ανώδυνα τσιμπήματα μπροστά στιςαγιάτρευτες πληγές πού ανοίχτηκαν από δω και πέρα.
ΠΩΣ ΣΠΑΤΑΛΗΘΗΚΕ ΤΟ ΔΑΝΕΙΟ
Από τα 57 εκατομμύρια πού κανονίστηκε να πάρουμε, οι τοκογλύφοι τραπεζίτες κράτησαν, ούτε λίγο ούτε πολύ, 33 ολόκληρα εκατομμύρια για προκαταβολικούς τόκους και χρεολύσια και για τα λοιπά έξοδα του δανείου ! Οι τρεις Μεγάλες Δυνάμεις κράτησαν άλλα 2,5 εκατομμύρια φράγκα για εξόφληση των προκαταβολών πού είχανε δώσει, καθώς είδαμε, στον Καποδίστρια! 12.531.000 αποφασίστηκε να τα πάρουν οι Τούρκοι, για την εξαγορά τάχα των επαρχιών τηςΑττικής, της Ευβοίας και της Φθιώτιδας. Ενώ στην πραγματικότητα, όμως, κι οιΤούρκοι πήραν αέρα κοπανιστό, γιατί ο όρος αυτός της αποζημίωσης μπήκε στη συμφωνία επίτηδες για να πάρει η Τσαρική Ρωσία μιαν αποζημίωση από 6 εκατομμύρια, που είχε καταδικαστεί να της πληρώσει η Τουρκία. Τα υπόλοιπα σίγουρα θα τα πήραν οι άλλοι δύο συνέταιροι. Τώρα μας μένει ένα υπόλοιπο κάπου9 εκατομμύρια δραχμές. Κι αυτά τα καταβρόχθισαν μέχρις εσχάτων οι Βαυαροί.
Οι
αντίβασιλιάδες ΄Αρμανσμπεργκ, Μάουρερκαι
΄Ευδεκ ζήτησαν επίμονα
να μη διαιρεθεί το δάνειοσε
τρεις σειρές κι η αίτηση τους έγινε δεκτή. Έτσι
περίσσεψαν και
για δαύτους μερικά εκατομμύρια πού τα πήραν
προκαταβολικά για τα
κυβερνητικά έξοδα κι αρχίσανε να τα ξεκοκαλίζουν πριν κατεβούνε στην Ελλάδα, όταν ακόμα βρισκότανε στο Μόναχο. « Ο ΄Αρμανσμπεργκ, ο Μάουρερ και ο ΄Ευδεκ», γράφει ο Εγγλέζος Ιστορικός Φίνλεϋ, «συνεκρότησαν εν Μονάχω σύσκεψιν καθ’ ην, μεταξύ πολλών άλλων επαίσχυντων καταχρήσεων των ελληνικών χρημάτων, προσέθεσαν σχεδόν
4.500 λίρες είς τον
μισθον του
κόμητος ΄Αρμανσμπεργκ δια να δύναται ούτος να δίδη χοροεσπερίδας δια τους ξένους και τους Φαναριώτας»! Ο Λουδοβίκος πάλι, ο πατέρας του Όθωνα, είχε υποσχεθεί να
πληρώνει τους
Βαυαρούς αξιωματικούς από το ταμείο του κράτους του, αλλά κι αυτοί κι οι στρατιώτες τους πληρώθηκαν από τα λεφτά του δανείου. Τα
έξοδα για δαύτους, σύμφωνα με τους επίσημους λογαριασμούς, φτάσανε τα
19 εκατομμύρια δραχμές,δηλαδή εκτός από το δάνειο έφαγαν και αρκετά εκατομμύρια από τον αναιμικό προϋπολογισμό της φτωχής και ρημαγμένης τότε χώρας μας.
Έτσι από το δάνειο του Όθωνα για την Ελλάδα ουσιαστικά δεν πήραμε ούτε ένα μονόλεφτο, ούτε μισό λεφτό ! Το ‘φαγαν ίσαμε να πεις αμήν, ενώ εμείς για δεκάδες χρόνια πληρώναμε τα σπασμένα και μάλιστα τα πληρώσαμε πολύ ακριβά. Κι όμως, ένα τόσο τεράστιο ποσό έδινε τότε απεριόριστες δυνατότητες για την ολόπλευρη ανάπτυξη και πρόοδο της χώρας μας. Μα αντί γι’ αυτό, το καταραμένο τούτο δάνειο κι ο βασιλιάς πού το ‘φερε, μαζί με τους ασυνείδητους Έλληνες πολιτικούς, έγιναναιτία να μεταβληθεί η Ελλάδα σε κλοτσοσκούφι των ξένων δυνάμεων και τοκογλύφων.
[…]
Η ΧΡΕΟΚΟΠΙΑ
Όταν όλοι, από το βασιλιά ίσαμε το μικροκεφαλαιούχο, κοιτούσανε πώς να τοποθετήσουν τα λεφτά τους στην τοκογλυφία και την κερδοσκοπία, εύκολα μπορεί κανείς να φανταστεί σε τι φτώχεια βούλιαζε ο λαός. Από το 1840 κι εδώθε ηαγανάκτηση μεγάλωνε. Οι Έλληνες, ποιος λίγο, ποιος πολύ, αρχίσανε να συναισθάνονται ότι η βασιλεία του Όθωνα δεν ήτανε τίποτα περισσότερο από έναχάπι χρυσωμένο, πού μόλις το κατάπιε ο λαός, τότε ένιωσε την πικράδα του. Οιστρατιώτες στ’ ανοιχτά παράθυρα του παλατιού ρίχνανε προκηρύξεις, πού ζητούσαν πολίτευμα συνταγματικό. Ανάμεσα στις λαϊκές μάζες αρχίσανε μεγάλες ζυμώσεις – πολλές αυθόρμητες και λίγες οργανωμένες. Ό Όθωνας, όμως, οιΒαυαροί κι οι Έλληνες υπουργοί συνέχιζαν την εγκληματική πολιτική τους, που οδηγούσε τη χώρα στην καταστροφή και την ερήμωση.
Το 1842 αύξησαν τη φορολογία για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις των ξένωνκαι να τα βγάλουν πέρα με τις ανοικονόμητες σπατάλες τους. Σκάρωσαν κι ένανκαινούργιο τελωνειακό νόμο, μα ήταν τόσο περίπλοκος που στο τέλος τον παρατήσανε. Μάλιστα το Δεκέμβρη του ίδιου χρόνου έγινε υπουργός των Οικονομικών κάποιος Σιλήβεργος, που ήταν παράφρονας !
Μ’ όλους τους φόρους όμως, το έλλειμμα του προϋπολογισμού ξεπερνούσε τα 3 εκατομμύρια. Τα χωράφια έμεναν ακαλλιέργητα. Πολλά επαρχιακά συμβούλια διαλύθηκαν, επειδή διαμαρτυρήθηκαν για την αβάσταχτη φορολογία. Δεκατρία μέλη του συμβουλίου της Μεσσηνίας κλείστηκαν στη φυλακή, επειδή υπογράψανε μια διαμαρτυρία ενάντια στους φόρους, και, τέσσερα μέλη πού δεν την υπόγραψαν πήραν παράσημο το Σταυρό του Σωτήρας !
Κι οι Μεγάλες Δυνάμεις έκαναν ότι μπορούσανε με τους πράκτορες τους για να χειροτερέψουν την κατάσταση μας. Είχαν δημιουργήσει από τους
ντόπιους πολιτικούς ξενόδουλες αντεθνικές κλίκες, πρόθυμες να προδώσουν τα συμφέροντα της χώρας μας. Ο Πάλμερστον δήλωνε ανοιχτά ότι η
ανικανότητα του Όθωνα κατάντησε την
Αθήνα μια
«κοιτίδα μηχανορραφιών παντός είδους». Κι ο καινούργιος
Εγγλέζος πρεσβευτής Λάυονς έλεγε στον πρεσβευτή της Αυστρίας :
«Πραγματικώς ανεξάρτητος Ελλάς αποτελεί παραλογισμόν. Η Ελλάς είναι ή ρωσική ή αγγλική και επειδή δεν πρέπει να είναι ρωσική πρέπει να είναι αγγλική. Ο βασιλέας δεν είναι με το μέρος μας, συνεπώς είναι Ρώσος. Εγκατέλειψα την ελπίδα να σώσω τον βασιλέα, διότι οι περί αυτόν είναι ρωσόφιλοι. Είμαι έτοιμος ν’ αποδείξω, αυτήν την στιγμήν, ότι ο βασιλεύς είναι ηλίθιος: η απόδειξις ευρίσκεται είς τα αρχεία μας» (είχε τις εκθέσεις των Ευρωπαίων γιατρών πού εξέτασαν τον Όθωνα).
«Περιμένω τώρα την
31ην Μαρτίου οπότε το
τοκοχρεωλύσιον του δανείου καθίσταται απαιτητόν. Νομίζω ότι τα εκατάφερε καλά με τον προϋπολογισμό του για το 1838. Ε λοιπόν ! Έγραψα είς τον Πάλμερστον ότι η όλη υπόθεσις αποτελεί ψευδός.
Η χρεωκοπία επίκειται, σας βεβαιώ, και είμαι ευχαριστημένος» ! Τα λέει τόσο καθαρά ο πρεσβευτής πού τα λόγια του δεν χρειάζονται κανένα σχόλιο.
Ήρθε, λοιπόν, κι η χρεοκοπία, αφού όλοι έκαναν «το κατά δύναμη» για να την προκαλέσουν.
Το 1843 η κυβέρνηση δήλωσε ότι δεν μπορούσε να πληρώσει το τοκοχρεολύσιο του δανείου του 1833. Ή Ελλάδα βρέθηκε πολύ φτωχότερη άπ’ ό,τι ήτανε την ήμερα πού ‘κανε το δάνειο. Τώρα το χρέος είχε φτάσει τα 90 εκατομμύρια από 60.Και με έσοδα 14 εκατομμύρια έπρεπε κάθε χρόνο να πληρώνει για μια δόση 6 εκατομμύρια, δηλαδή τα 43%! Οι «προστάτιδες δυνάμεις» πήραν τότε τα μέτρα τους. Όχι βέβαια για να μας σώσουν, αλλά για ν’ αρπάξουν ό,τι είχε απομείνει.
Στο Λονδίνο έγινε μια σύσκεψη πριν από τη χρεοκοπία και οι πρεσβευτές των δυνάμεων ανάγκασαν την ελληνική κυβέρνηση να συγκροτήσει μια επιτροπή για να κάνει έρευνα πάνω στα έξοδα του προϋπολογισμού. Στην επιτροπή μπήκε κι ο τρελο-Σιλήβεργος! Επίσης το Φλεβάρη του 1843 υπογράφτηκε μια σύμβαση, που μάζευε τα χρέη μας στον πατέρα του Όθωνα σε 2.667.771 δρχ., χώρια εκείνα που ξοδεύτηκαν για το παλάτι. Και σαν να μη μας έφταναν τ’ αλλά, ορίστηκε κι αυτών ηπληρωμή με δόσεις από το 1842-1847.
Κι υστέρα από την κήρυξη της χρεοκοπίας, οι τρεις δυνάμεις που είχαν εγγυηθεί το δάνειο υπογράψανε στο Λονδίνο το Μάη του 1843 ένα πρωτόκολλο κι αποφασίσανε να επέμβουνε στα εσωτερικά μας, ν’ αναγκάσουν την κυβέρνηση να κάνει οικονομίες, για να τους πληρώσει και να τους παραχωρήσει τις εισπράξεις του τελωνείου της Σύρας. Δηλαδή ανοιχτό οικονομικό και πολιτικό έλεγχο. Οι Βαυαροί κι Έλληνες «ιθύνοντες» δεν είχαν καμίαν αντίρρηση.
Τότε όμως ξέσπασε η λαϊκή θύελλα. Ό λαός πήρε το λόγο!
ΤΟ 1843 ΚΙ ΟΙ ΕΛΛΗΝΙΚΕΣ ΚΥΒΕΡΝΗΣΕΙΣ
Οι
λαϊκές μάζες είχαν πια απαυδήσει από την
πολιτική του Όθωνα και των αντιβασιλιάδων.Πίστεψαν ότι ο ερχομός τους θα συνοδευότανε με μιαν εθνική ανάσταση. Περίμεναν το βασιλιά για να χορτάσουν, όπως πίστευαν, το ψωμί κι είδανε στο τέλος ότι τους άρπαξαν και τα λίγα ψίχουλα που τους απόμεναν.
Έχυσαν ποτάμι το αίμα για να λευτερωθούν από τους Τούρκους κι έβλεπαν ότι τώρα σκλαβώθηκαν στους Βαυαρούς, τους ξένους τραπεζίτες και τους ντόπιους συνεργάτες τους. Γι’ αυτό κι η
εξέγερση του ’43 πήρε
μεγαλειώδη χαρακτήρα και στράφηκε όχι μονάχα εναντίον του Όθωνα, μα και σ’ όλους τους ξένους γενικά.
Ο λαός, κοντά στο σύνταγμα και τις λαϊκές ελευθερίες, απαίτησε το διώξιμο των Βαυαρών, το σταμάτημα της πληρωμής του βαριού τοκοχρεολύσιου για δάνειο που δεν πήραμε κι ανάγκασε την Εθνοσυνέλευση ν’ αμφισβητήσει, με ψήφισμά της τη νομιμότητα των δανείων του Λουδοβίκου.
Μπροστά στο λαϊκό τούτο ξέσπασμα, οι Μεγάλες Δυνάμεις αναγκαστήκανε να βάλουν την ούρα στα σκέλια και να παραιτηθούνε από τα σχέδια τους για την επιβολή οικονομικού ελέγχου. Τώρα έπρεπε να σωθεί ο θρόνος. Κι ο Λάυονς, ξεχνώντας τις απειλές του, έκανε το καθετί για να μην πέσει ο Όθωνας. Αυτό επέβαλε τούτη τη στιγμή το συμφέρον τους. Όσο για τ’ αλλά, δεν χάθηκε ο κόσμος. Αφού δεν μπόρεσαν με τους Βαυαρούς να μας καταφέρουν να τους πληρώσουμε το δάνειο πού δεν πήραμε, θα προσπαθούσαν τώρα να το πετύχουνε με τους Έλληνες υπουργούς και πρωθυπουργούς.
Η
λαϊκή εξέγερση του ’43, μ’ όλη της την έκταση,
δεν πέτυχε να λύσει κανένα πρόβλημα αστικοδημοκρατικό. Έλειπε το συνειδητό κι οργανωμένο προλεταριάτο κι οι λαϊκές
μάζες έμειναν ακαθοδήγητες. Οι
αστοί έμποροι και τραπεζίτες είχανε πια μπλεχτεί και δεθεί σ’ ένα
μπλοκ αξεχώριστο –
με κοινά συμφέροντα– μαζί με τους
τσιφλικάδες-κοτζαμπάσηδες, τα μεγάλα τζάκια που καπηλεύτηκαν τον αγώνα του 1821. Έτσι, οι
πρώτοι εκμεταλλεύτηκαν το λαϊκό κίνημα για να
στεριώσουν και να πλατύνουν τη θέση τους μέσα στον κρατικό οργανισμό και τη διακυβέρνηση της χώρας.
Ύστερα από το 1843, οι Βαυαροί περάσανε βέβαια στα παρασκήνια. Στην κυβέρνηση όμως ήρθαν από δω και πέρα οι Μεταξάς, Μαυροκορδάτος, Κωλέττης, Κουντουριώτης, Λόντος – όλοι γνωστά ονόματα και παλιές γνωριμίες. Άλλαξε δηλαδή ο Μανολιός κλπ. κλπ. Σήμα κατατεθέν της πολιτικής τους είναι τοροκάνισμα του δημόσιου ταμείου, οι φόροι, τα ρουσφέτια, οι καλπονοθείες και τοξεπούλημα της χώρας στους ξένους. Θα ‘ναι απαραίτητο για την ιστορία μας να χαράξουμε μερικές χοντρές πινελιές από την τέτοια πολιτική τους.
Με την
ψήφιση του καινούργιου συντάγματος, στην πολιτική σκηνή εμφανίστηκαν
τρία κόμματα -το
εγγλέζικο, το
γαλλικό και το
ρούσικο– πού τα κινούσαν από τα παρασκήνια σαν μαριονέτες οι πρεσβευτές των τριών δυνάμεων. Ανάμεσα σε δαύτους μάλιστα άρχισε τώρα ένας
άγριος ανταγωνισμός για το ποιος θα βάλει δικό του πρωθυπουργό. Στο τέλος
επικράτησε ο
Λάυονς κι έγινε
πρόεδρος της κυβέρνησης ο
αρχηγός του
εγγλέζικου κόμματος Μαυροκορδάτος, που είχε ανοιχτά κηρυχτεί εχθρός του λαϊκού ξεσηκώματος του 1843. Τότε η
γαλλική κυβέρνηση έδωσε εντολή στον πρεσβευτή της Πεσκατόρι να υποστηρίξει με κάθε μέσο τον
Κωλέττη, αρχηγό του γαλλικού κόμματος, για να ρίξουν τον Μαυροκορδάτο. Κάτι τέτοιες ευκαιρίες τις περίμενε ο Κωλέττης σαν μεγάλη λαμπρή. Απόσπασε από τον Πεσκατόρι
10.000 φράγκα για να πληρώνει ιδιαίτερη σωματοφυλακή κι έβαλε αρχηγό της ένα διάσημο ληστή! Ό Λάυονς όμως, για να μην υστερήσει σε γενναιοδωρία, έκοψε στον
Μαυροκορδάτο ένα κοντύλι από 285 λίρες, για να πληρώνει κι αυτός σωματοφυλακή και χρέωσε το ποσό τούτο στο κοντύλι της μυστικής υπηρεσίας. Σε τι σημείο είχανε ξεπέσει οι «Έλληνες» πολιτικοί!
Σε λίγο πού προκηρύχτηκαν οι εκλογές, το κάθε κόμμα για να τις κερδίσει δεν υποχώρησε ούτε μπροστά στα πιο αισχρά μέσα. Όλους όμως τους ξεπέρασε οΜαυροκορδάτος, πού ‘χε και την εξουσία στα χέρια του. Ο υπουργός του -και της Δικαιοσύνης, μάλιστα- Λόντος έστειλε ένα γράμμα στις αρχές της Πάτρας και τις διέταξε να εξασφαλίσουν την εκλογή του με κάθε μέσο και θυσία !
Τον
Αύγουστο όμως του 1844 έπεσε ο Μαυροκορδάτος κι ο βασιλιάς κάλεσε τον
Κωλέττη να φτιάσει κυβέρνηση. Αυτός, λοιπόν, τότε πήγε στα ανάκτορα με την άμαξα του Γάλλου πρεσβευτή! Έμεινε στην εξουσία
ίσαμε το 1847 κι η περίοδος της διακυβέρνησης της Ελλάδας από δαύτον -μέγα φαγά των δανείων της ανεξαρτησίας- αποτέλεσε
μιαν από τις πιο μαύρες σελίδες της Ιστορίας μας. «Οι ιδέες του για τη διακυβέρνηση της χώρας» -γράφει ένας ξένος συγγραφέας- «στηρίζονταν στις
αρχές του πρώην αφέντη του Άλη-Πασα, στην
εξαγορά των συνειδήσεων και στις
καταχρήσεις του δημοσίου χρήματος». Ευτυχώς που πέθανε το 1847 και τότε ο γραμματέας της γαλλικής πρεσβείας -πού τόσο τον υποστήριζε- έγραφε στην αδερφή του «περί του μεγάλου ανδρός δεν γίνεται περισσότερος λόγος άπ’ ο,τι για έναν ψόφιο τράγο». Ό Όθωνας όμως έγραφε στον αδερφό του: «Για μένα εξακολουθεί ίσαμε ένα βαθμό να ζει. Είναι ο δάσκαλος μου»! Κι έτσι τώρα την Ελλάδα την κυβερνούσε η σκιά του Κωλέττη, μαζί με τα καπρίτσια και τις
μηχανορραφίες της Αμαλίας, πού στάθηκε ο
δεύτερος πολιτικός δάσκαλος του ηλίθιου βασιλιά.
Ό υπουργός των Στρατιωτικών Τζαβέλας έγινε πρωθυπουργός το 1847 και τοΜάρτη του 1848 αντικαταστάθηκε από τον Κουντουριώτη, πού ως υπουργός των Εσωτερικών είχε πριν από λίγα χρόνια καταδικαστεί για παραχάραξη. Όσο για λαϊκές ελευθερίες και σύνταγμα ούτε συζήτηση. Ελεύθεροι ήταν μονάχα το κόμμα πού βρισκότανε στην αρχή και οι μπράβοι του. Ο λαός είχε φτάσει πάλι σε απόγνωση.
Οι μικροεξεγέρσεις ήταν συχνότατες. Ιδιαίτερα το 1848 ξέσπασαν και στην Ελλάδα πολλές άγνωστες στις λεπτομέρειές τους τοπικές εξεγέρσεις. Όλες όμως ή τις έπνιγαν στο αίμα ή τις εκμεταλλεύονταν για λογαριασμό τους οι πολιτικάντες. Μόλις τσακίζονταν οι αγροτικές εξεγέρσεις, πολλοί ξεσηκωμένοι αγρότες έπαιρναν τα βουνά για να γλιτώσουν και το ‘ριχναν στη ληστεία.
Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Ολόκληρη τη χώρα μπορεί κανείς να την παρομοιάσει αυτή την περίοδο με μιακόλαση, πού μέσα της βασανιζόταν άγρια ο ελληνικός λαός. Μόνο πού ‘λειψε ένας Δάντης, έστω και κατώτερης ποιότητας, για να μας περιγράφει τα βάσανα και τους καημούς του πολύπαθου αυτού λαού. Οι πνευματικοί του ηγέτες είχανε άλλες σοβαρότερες δουλειές να κοιτάξουν: τους αρχαίους ημών προγόνους, τη γλώσσα και τη Μεγάλη Ιδέα.
Και οι
πολιτικοί του ηγέτεςβαλθήκανε
να μην αφήσουν τίποτα όρθιο. Για να πάρουν από τον αγρότη με τους φόρους ακόμα και το τελευταίο σπυρί στάρι
πλαστογραφήσανε -στην κυβέρνηση
Κωλέττη– τους
μέσους όρους της παραγωγής του σταριού που τους παίρνανε σαν βάση για τον καθορισμό της φορολογίας. Όταν αποκαλύφτηκε η βρομοδουλειά, ο υπουργός των Οικονομικών την παραδέχτηκε, δήλωσε όμως ότι το φταίξιμο είναι περισσότερο του πρωθυπουργού.
Τότε η Βουλή πρότεινε να παραπεμφθεί ο Κωλέττης σε δίκη -παρόλο πού οι περισσότεροι βουλευτές ήταν οπαδοί του- άλλ’ ο κυριότερος μάρτυρας της κατηγορίας πέθανε δηλητηριασμένος κι ο Όθωνας έπιασε και κατάφερε πολλούς βουλευτές να ψηφίσουν ενάντια στην πρόταση. Ο Κωλέττης εκείνη την περίοδο είχε μια σωματοφυλακή από 140 μπράβους, πού τους συντηρούσε κι επίσημα με λεφτά του δημοσίου και κρυφά με τις επιχορηγήσεις του Γάλλου πρεσβευτή.
Κι όταν τον κατηγόρησαν στη Βουλή ότι παίρνει μισθό πάνω από τον κανονικό, ο άθλιος χωρίς να δικαιολογηθεί δήλωσε ότι θα ξαναγύριζε όσα πήρε παραπάνου! Μόλις πέθανε αποκαλύφτηκε ότι είχε γδύσει σε τέτοιο βαθμό το δημόσιο, ώστε για να σκεπαστεί ένα μέρος από το έλλειμμα δημεύτηκε όλη του ή περιουσία !
Αρκετά ζωντανά ζωγραφίζει την κατάσταση η παρακάτω αγόρευση ενός υπουργούτων Οικονομικών γύρω στα 1847, που κι αυτός προσπαθεί να δικαιολογήσει τον εαυτό του : «Κύριοι, προ τινων ημερών με εκαλέσατε δια να σας δώσω μίαν εικόνα της καταστάσεως των οικονομικών μας και εγώ απέφυγα να προσέλθω προβάλλων την δικαιολογίαν ότι τότε μόλις είχα αναλάβει την εξουσίαν. Τώρα προσέρχομαι εις την Βουλήν δια να σας είπω ότι το υπουργείον των Οικονομικών ευρίσκεται εις κατάστασιν πλήρους αποσυνθέσεως και παραλύσεως, ότι δεν υπάρχουσι λογαριασμοί ούτε δια τα έσοδα, ούτε δια τα έξοδα και ότι είναι απολύτως αδύνατοννα σας παρουσιάσω οτιδήποτε προσομοίαζαν προς ακριβή προϋπολογισμόν.
Συνεπεία της αισχρότητος ή της ανικανότητος των δημοσίων υπαλλήλων, οι δημόσιοι λογαριασμοί ευρίσκονται εις χαώδη κατάστασιν. Όλα όσα σας είπα….εν σχέσει με την απόλυσιν παντός τιμίου ανθρώπου και με την διαπραγήν του δημοσίου χρήματος είς την Σύρον και αλλαχού είναι απολύτως αληθή. Εκατομμύρια οφείλονται εις το κράτος και δεν γνωρίζομεν ποιοι είναι οι οφειλέται μας, διότι τα βιβλία εισπράξεων έχουν εξαφανισθεί. Αυταί είναι αι ανακοινώσεις τας οποίας είχα να κάμω περί της οικονομικής καταστάσεως».
Εννοείται ότι αυτοί οι οφειλέτες ήταν οι τσιφλικάδες κι οι τοκογλύφοι, γιατί οφτωχός λαός υποχρεωνότανε με βασανιστήρια μεσαιωνικά να πληρώνει τους αβάσταχτους φόρους. Το φοροκυνηγητό είχε μεταβληθεί σε εξοντωτικό ανθρωποκυνήγι. Μια χρονολογία ξεσηκώθηκε όλη η Ευρώπη, όταν μαθεύτηκαν τα κατορθώματα ενός μεταβατικού αποσπάσματος που στάλθηκε απ’ την κυβέρνηση στη Μεσσηνία, για να εισπράξει τους φόρους. Κάθε βασανιστήριο που ήτανε δυνατό να εφεύρει η εγκληματική φαντασία των σταυρωτήδων και καραβανάδων,εφαρμόστηκε στους δυστυχισμένους αγρότες. Χρησιμοποίησαν ακόμα και καυτό λάδι και λιωμένο κερί!
Ο στρατός κι η χωροφυλακή είχαν τότε δύναμη 8.000 άντρες κι άπ’ αυτούς οι1.100 ήταν αξιωματικοί. Το ναυτικό είχε εν ενεργεία 429 αξιωματικούς, χωρίς ούτε ένα καράβι κατάλληλο να πλεύσει. Φτάσανε σε τέτοια χάλια, ώστε το 1848δεν βρισκότανε πεντάρα στα ταμεία κι αναγκάστηκε το δημόσιο να δανειστεί λίγες εκατοντάδες λίρες για τα έξοδα του Τρικούπη, πού θα πήγαινε να συγχαρεί τον Μαξιμιλιανό, τον αδερφό του Όθωνα, γιατί έγινε βασιλιάς της Βαυαρίας αντικατασταίνοντας τον πατέρα του, τον «εστεμμένο ποιητή» πού τον είχε ξελογιάσει ή Λόλα Μοντέζ κι έχασε για χατίρι της το θρόνο.