Πόσο ρεαλιστικό μπορεί να είναι το σενάριο της εξόδου από το ευρώ; Προ ημερών ο Ρίτσαρντ Πάρκερ, που μίλησε στο Sky News, αποκάλυψε ότι η Ελλάδα είχε εξετάσει πολύ σοβαρά το ενδεχόμενο εξόδου από το ευρώ από το 2010 και μάλιστα σε κορυφαίο κυβερνητικό επίπεδο. Ο καθηγητής Οικονομικών του Χάρβαρντ ήταν την περίοδο εκείνη ένας εκ των «σοφών» που συμβούλευαν τον Γ. Παπανδρέου για θέματα πολιτικού και οικονομικού σχεδιασμού.
Ο Πάρκερ, γνώριμος παράγοντας σε συγκεκριμένα think tanks, επιβεβαιώνει τον σημαίνοντα ρόλο του σε ζητήματα άσκησης αμερικανικής στρατηγικής με εκτενείς αναφορές και στην Ελλάδα.
Η πρόταση εξόδου, τότε, δεν έγινε δεκτή. Εάν όμως συνεκτιμηθεί με τα όσα δημοσιοποιήθηκαν (εκ των υστέρων) για τις συναντήσεις του Γ. Παπανδρέου με τον Ντομινίκ Στρος–Καν, πολύ πριν από τις εκλογές του 2009, μας δίνει πιο ξεκάθαρη εικόνα για τον ειδικό ρόλο που προφανώς πλέον έχει «ανατεθεί» στην Ελλάδα από το διεθνές σύστημα.
Αυτό ενισχύεται και από την πρόσφατη παραδοχή τού τότε πρωθυπουργού πως η χώρα μας ήταν τοπειραματόζωο. Ο Γιώργος Παπανδρέου ομολόγησε, βέβαια, τη μισή αλήθεια. Η υπόλοιπη είναι ότι η Ελλάδα παραμένει και θα συνεχίσει να είναι πειραματόζωο, ενώ, όπως φαίνεται, θα συνεχίσει να λειτουργεί ως «τεχνικός απορρυθμιστής» του συστήματος για καιρό ακόμη. Τουλάχιστον για όσο εξυπηρετούνται κατ’ αρχήν τα συμφέροντα των ΗΠΑ, της αμερικανικής οικονομίας, αλλά καιδευτερευόντως για την ανάδειξη της Γερμανίας στη νέα περιφερειακή υπερδύναμη στη ζώνη της Ευρασίας.
Μια άποψη που εξηγεί με έναν ιδιαίτερο τρόπο ότι και η επόμενη ημέρα για την ελληνική οικονομία (δηλαδή λύση εντός του ευρώ με μια αναδιαπραγμάτευση του μνημονίου ή έξοδος από το κοινό νόμισμα)δεν είναι τόσο «ελληνική υπόθεση» όσο πιστεύουμε.
Μία απλή ματιά σε δύο-τρία (αυτονόητα) οικονομικά στοιχεία ενισχύει αυτή την εκτίμηση, πουπαγιώνεται σε διεθνή φόρα, δεξαμενές σκέψεις και λέσχες επηρεασμού – διαμόρφωσης της πολιτικής, οικονομικής στρατηγικής.
Ο κερδισμένος
Πράγματι, έπειτα από τέσσερα και πλέον χρόνια κρίσης (σ.σ.: εάν θεωρήσουμε ως αρχή της το σκάσιμο της φούσκας των στεγαστικών δανείων στις ΗΠΑ το φθινόπωρο του 2007), ο μεγάλος κερδισμένος είναι οι ΗΠΑ, η Fed και τα αμερικάνικα συμφέροντα. Κυρίως διότι το δολάριο όχι μόνο έμεινε το μόνοαποθεματικό νόμισμα διεθνώς, αλλά επειδή εκτόπισε το ευρώ (αδυνατίζοντάς το σε σημείο πλήρους εξάρτησης), πάγωσε τις βλέψεις των BRICS για αναδιάταξη των κανόνων συναλλαγών – εμπορίου και, το κυριότερο, συνέχισε να χρηματοδοτεί το αμερικανικό έλλειμμα (το μεγαλύτερο μέρος του οποίου – περίπου το 20% του ΑΕΠ τους – έχει διαχυθεί σε κινεζικά κρατικά χαρτοφυλάκια).
Παρακολουθώντας τη διακύμανση των διεθνών χρηματιστηρίων διαπιστώνεται εύκολα πως μόλις τρίααπό αυτά εξακολουθούν να αποκομίζουν κέρδη, και συγκεκριμένα το αμερικανικό, το αγγλικό και το γερμανικό.
Η πορεία των δεικτών DJIA, FTSE100 και DAX είναι αντιστρόφως ανάλογη (ανοδική) των υπόλοιπων (CAC 40, MIB, ATX κ.ά.) και δείχνει το εξής σημαντικό: πως και τα τρία χρηματιστήρια που κερδίζουν από την κρίση δραστηριοποιούνται σε δύο χώρες – οικονομίες που έχουν δικό τους νόμισμα (δολάριο, στερλίνα), αλλά και της μίας (Γερμανία) που ενισχύεται εις βάρος των υπόλοιπων που συμμετέχουν στο ευρώ!
Δεν είναι τυχαίο πως, ύστερα από τέσσερα και πλέον χρόνια κρίσης και δύο χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου, όλοι οι γερμανικοί οικονομικοί δείκτες ενισχύονται από την κατακρήμνιση όλων των υπόλοιπων. Τα spreads των γερμανικών ομολόγων πιάνουν ιστορικά χαμηλά, όταν τα ισπανικάεκτινάσσονται στο κόκκινο (και συγκεκριμένα 6,31%, όταν το 6,00% θεωρείται όριο συναγερμού, δηλαδή μία χώρα δεν μπορεί να εξυπηρετήσει το χρέος της). Την ίδια στιγμή, τα ιταλικά αγγίζουν το όριο, ενώ ταγαλλικά τελούν υπό τον εκβιασμό των αμερικανικών οίκων αξιολόγησης.
Η απασχόληση στη Γερμανία όλο και ενισχύεται (όταν η ανεργία καλπάζει πλέον και στην Ιταλία, ενώ περνά το 10% στη Γαλλία). Παράλληλα οι γερμανικές τράπεζες, ως ασφαλής προορισμός, ελκύουν περισσότερα κεφάλαια (που αποχωρούν κυρίως από ιταλικές και γαλλικές τράπεζες), ενώ οι δείκτες βιομηχανικής παραγωγής και αισιοδοξίας ακολουθούν την ανιούσα. Όλα αυτά την ώρα που σε χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας ανεβαίνουν (εκτός των άλλων) και οι αυτοκτονίες, αναδεικνύοντας τη ζοφερή κοινωνική πραγματικότητα.
Το Stratfor για την Ελλάδα
Το ενδιαφέρον είναι πως, όσο πυκνώνουν οι ομοβροντίες των ξένων ΜΜΕ και επενδυτικών οίκων για επικείμενη έξοδο της Ελλάδας από το ευρώ και την ευρωζώνη, τόσο συγκεκριμένα think tanks υποστηρίζουν πως κάτι τέτοιο δεν προβλέπεται σε αυτή τη φάση της κρίσης. Το ακόμη πιο ενδιαφέρον είναι ότι οι περισσότερες από τις αναλύσεις που έμμεσα βοηθούν την Ελλάδα (σ.σ.: να… διατηρηθεί στον ρόλο του πειραματόζωου) έχουν αμερικανική υπογραφή.
Το Stratfor (συμφωνεί ή διαφωνεί κάποιος με τις αναλύσεις του, είναι ένα άλλο θέμα) εκτιμά το ουσιώδες: πως δηλαδή η οικονομική κρίση στην Ευρώπη μετατρέπεται σε πολιτική. Τα μέτρα λιτότητας που απαιτεί η Γερμανία από την Ελλάδα (και άλλες χώρες), όχι μόνο πυροδοτούν την κρίση, αλλά εγείρουν και σοβαρότατα ερωτήματα για την υπόλοιπη Ευρώπη.
Τα ερωτήματα αυτά δεν αφορούν μόνο τα μέτρα λιτότητας, αλλά και τις πολιτικές και οικονομικές ελίτ, που κυριαρχούν στην Ευρώπη εδώ και μία γενεά. Έχει ιδιαίτερη σημασία και η πολιτική ανάλυση για τηνΕλλάδα:
«Το εκλογικό αποτέλεσμα στην Ελλάδα, το οποίο άφησε τα δύο κόμματα της εξουσίας να αγωνίζονται να σχηματίσουν κυβέρνηση συνασπισμού, αντιπροσωπεύει πιο εξελιγμένη περίπτωση της κρίσης. Ο κατακερματισμός του ελληνικού πολιτικού συστήματος, που φαίνεται εν μέρει από την ανικανότητα των κυρίαρχων κομμάτων να ηγηθούν από μόνα τους και να συμφωνήσουν σε κυβέρνηση συνασπισμού, δίνει κάποια αίσθηση για το πόσο πολύ έχει προχωρήσει πολιτικά η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια.
Αυτό, βέβαια, δεν είναι έκπληξη, δεδομένης της ελληνικής πραγματικότητας. Οι εκλογές στη Γαλλία και στην Ελλάδα έδειξαν δύο πράγματα:
Πρώτον, ότι η Δεξιά αυξάνει όλο και περισσότερο την επιρροή της. Λέγοντας Δεξιά εννοούμε την ομάδα εκείνη που είναι συγχρόνως λαϊκιστική και ξενοφοβική και αντιτίθεται στην απώλεια της εθνικής κυριαρχίας, στην εισροή μεταναστών και σε ένα σύστημα που ευνοεί τις οικονομικές, πολιτικές ελίτ και τις ελίτ των διανοουμένων έναντι των μεσαίων και χαμηλότερων κοινωνικών στρωμάτων.
Το μερίδιο των ψήφων που συγκέντρωσε το Εθνικό Μέτωπο στον πρώτο γύρο των γαλλικών προεδρικών εκλογών και η είσοδος του ακροδεξιού κόμματος της Χρυσής Αυγής στην ελληνική Βουλή δείχνουν αυτήν την αυξανόμενη επιρροή.
Δεύτερον, βλέπουμε πως τα κυρίαρχα κόμματα που τάσσονται σταθερά υπέρ της ευρωπαϊκής ιδεολογίας θα τείνουν να χάνουν. Ο απερχόμενος Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί μπορεί να θεωρηθεί ηπεμπτουσία του ευρωπαϊστή. Ακόμα και αυτός, όμως, κατά τη διάρκεια της προεκλογικής του εκστρατείας, έπρεπε να αποφύγει τις ευρωπαϊστικές κουβέντες προκειμένου να “φλερτάρει” με τη Δεξιά».
Και καταλήγει: «Η τελευταία πράξη της Ευρώπης θα είναι πολιτική – όχι οικονομική – και ήδη τη βλέπουμε να αρχίζει. Στο επίκεντρό της βρίσκονται η εθνική κυριαρχία, η ταξική επίγνωση και ο έλεγχοςτης εθνικής μοίρας. Δεν είναι μια άγνωστη Ευρώπη, δεν είναι όμως και μια Ευρώπη που οι Ευρωπαίοι περίμεναν ότι θα ξαναδούν. Όμως, βρισκόμαστε ακόμα στην αρχή. Η Γαλλία και η Ελλάδα δεν είναι καν το πρελούδιο. Όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν δείχνουν προς την κορύφωση της τελευταίας πράξης».
«Δώστε χώρο στους Έλληνες»
Μια άλλη ανάλυση, που βγήκε πριν από λίγες ημέρες στο CNN και προέρχεται από τον Πιερπάολο Μπαρμπιέρι (απλή συνεπωνυμία με τον κάποτε γκουρού των αγορών) του διάσημου Kennedy School του Χάρβαρντ, λέει ξεκάθαρα: «Δώστε στους Έλληνες λίγο χώρο».
Ο αναλυτής, που όλως τυχαίως προέρχεται από το ίδιο «σχολείο» με τον Πάρκερ, εξηγεί πως το γεγονός ότι οι Έλληνες γύρισαν την πλάτη τους στα δύο μεγάλα κόμματα εξουσίας «δεν σημαίνει πως είναι εναντίον της παραμονής στην ευρωζώνη».
«Απλά κουράστηκαν από την κρίση. Βλέπουν ότι οι οικονομίες τους μπορεί να εξανεμιστούν εάν μια υποτιμημένη δραχμή πάρει τη θέση του ευρώ, ενώ οι τράπεζες θα καταρρεύσουν. Για τον λόγο αυτόν είναι σημαντικό να διαχωρίσουμε τις αδυναμίες των κομμάτων από το θέμα της ευρωζώνης και της διάσωσης. Μια ανακοίνωση αναχώρησης της Ελλάδας από το ευρώ θα έσπερνε πανικό στις αγορές. Και οι Έλλη νες δεν θα μπορούσαν ποτέ να ξαναεπιστρέψουν σε αυτό».
Και συνεχίζει: «Εάν η Ελλάδα καταρρεύσει, τι θα γίνει με την Πορτογαλία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Ιρλανδία; Υπάρχει κίνδυνος για όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα. Οι Γερμανοί συχνά λένε ότι “εάν το ευρώ αποτύχει, αποτυγχάνει και η Ευρώπη”, όμως το πρόγραμμα Ευρώπη είναι το κέντρο της πολιτικής τους εδώ και μισό αιώνα» λέει με νόημα ο αναλυτής, για να καταλήξει:
«Η Ευρώπη πρέπει να δείξει στους Έλληνες ότι έχουν λόγο να ελπίζουν μένοντας σταθεροί στην πορεία (του ευρώ) και πως δεν θα έχουν να αντιμετωπίζουν πόνο και περισσότερο πόνο. Πρέπει να υπάρξουν μέτρα για την ανάπτυξη, επενδυτικά προγράμματα στις υποδομές, αλλά και στις μικρές επιχειρήσεις, μέσω της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Και η ΕΚΤ πρέπει να συνεχίσει να βοηθά τις ελληνικές τράπεζες, ώστε να αρχίσουν να δανείζουν ξανά». Στις ψύχραιμες φωνές προστέθηκε και ο πρόεδρος του Eurogroup Ζαν Κλοντ Γιούνκερ, που είναι κατηγορηματικός: η αναπαραγωγή των σεναρίων εξόδου της Ελλάδας από το ευρώ είναι καθαρή προπαγάνδα. «Δεν βλέπω, ούτε για ένα δευτερόλεπτο, να βγαίνει η Ελλάδα από το ευρώ», είπε ο Γιούνκερ, χαρακτηρίζοντας ανοησίες τα όσα διακινούνται διεθνώς.
Εστία απορρύθμισης
Γιατί λοιπόν «παίζει» τόσο πολύ η Ελλάδα; Σύμφωνα με (κυρίως) αμερικανικά μέσα, η Ελλάδα εξ αρχής επελέγη ως η κυριότερη εστία απορρύθμισης, λειτουργώντας στη διάρκεια της κρίσης σαν γεννήτρια πρόκλησης αφορμών για την αναδιάρθρωση ισχύος και συμφερόντων σε διεθνές επίπεδο.
Το ότι εξ αφορμής του ελληνικού προβλήματος έχουν εκτιναχθεί διεθνώς τα πονταρίσματα στις αγορές μετοχών, παραγώγων – σύνθετων προϊόντων (συμπεριλαμβανομένων των ασφαλίστρων κινδύνου), έχει αυξηθεί η μεταβλητότητα στις συναλλαγματικές ισοτιμίες, παίζουν κατά το δοκούν οι αγορές πετρελαίου(και πρώτων υλών), και όλα αυτά χωρίς να έχει εκδηλωθεί πολεμική σύρραξη μέσα στο 2012, ενισχύει αυτή την προσέγγιση.
Ακόμη και το θεωρητικό ενδεχόμενο επιστροφής σε εθνικό νόμισμα (λ.χ. δραχμή) δημιουργεί μία καινούργια δυνάμει αγορά για το συνάλλαγμα (forex), που μόνο τις τελευταίες δύο εβδομάδες προσέλκυσε εντυπωσιακή ρευστότητα…