Μέρες τώρα θέλω να πω όσα νιώθω για το άδοξο μεν, αλλά αναμενόμενο δε, τέλος της πλατείας.
Από τα βάθη της ψυχής μου, εύχομαι να είναι και προσωρινό. Όχι μόνιμο τέλος.
Βέβαια, αν ρωτήσουμε τους πολιτικούς μας, σίγουρα θα έχουν διαφορετική άποψη από την δική μου. Θα προτιμήσουν ένα μόνιμο τέλος, με την ευχή, αυτό το κακό που έγινε, να μην ξαναγίνει.
Ας διατυπώσουμε όμως κάποια βασικά ερωτήματα κι απαντώντας τα, ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε το τι συνέβη, τι καταφέραμε και τι χάσαμε.
Γιατί άδοξο;
Άδοξο γιατί δεν έφερε το αρχικό ζητούμενο ως αποτέλεσμα. Την ανατροπή αυτής της παράνομης κυβέρνησης. Φυσικά, δεν είναι παράνομη διότι δεν εκλέχθηκε νόμιμα, αλλά διότι χρησιμοποίησε την ψήφο του εκλογικού σώματος για να επιτελέσει το έργο της νέας τάξης πραγμάτων που συνέχεια επικαλείται ο πρόεδρος του κόμματος που κυβερνά.
Δεν την θέλουμε αυτήν την παγκόσμια διακυβέρνηση κύριοι της παρούσας συμμορίας.
Μια χαρά είναι η Ελλάδα μας, μια χαρά είναι να έχουμε τα σύνορά μας, το νόμισμά μας, την γλώσσα μας, την παιδεία μας, την ιστορία μας, τον πολιτισμό μας, την κουλτούρα μας, την Εθνική μας συνείδηση και κληρονομιά κι όλα όσα μας χαρακτηρίζουν ως Έθνος, έναντι των υπολοίπων κρατών.
Άδοξο, διότι δεν κατάφερε να εκφράσει την συλλογική αγανάκτηση των Ελλήνων, αλλά μιας μερίδας, που εντελώς λανθασμένα φάνηκε σε πολλές των περιπτώσεων ως κομματικά υποκινούμενη.
Γιατί αναμενόμενο;
Γιατί δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει το σύστημα/κράτος/κυβέρνηση, ένα τέτοιο κίνημα, να χαλάσει τα σχέδια των αφεντικών και συντονιστών της παγκοσμιοποίησης.
Πιστεύετε ότι είμαστε ελεύθεροι να σκεφτόμαστε και να πράττουμε; Λάθος φίλες και φίλοι. Είμαστε ελεύθεροι να κάνουμε και να σκεφτόμαστε, μόνον ότι το σύστημα μας επιτρέπει να σκεφτόμαστε και να κάνουμε κι ότι το σύστημα ορίζει.
Είδατε τι ωραία, έξυπνα κι ώριμα φέρθηκε το κράτος;
Μας άφησε στην αρχή, μας μπέρδεψε στην συνέχεια, μας αποπροσανατόλισε λίγο αργότερα, μετά μας καπέλωσε και στο τέλος μας διέλυσε.
Αυτή ήταν η σειρά.
Γιατί να μην είναι μόνιμο το τέλος της πλατείας;
Γιατί αν η πλατεία ενόχλησε, τότε πρέπει να είμαστε όλοι περήφανοι που κάναμε το ελάχιστον που μπορούσαμε με τα μέσα που διαθέταμε.
Η πλατεία εκφράζει την αγανάκτηση του απλού πολίτη. Την αντίστασή του σε όσα πιστεύει πως γίνονται για το κακό του. Κι όλα αυτά που γίνονται, γίνονται σίγουρα για το κακό μας. Παραχώρηση εθνικής κυριαρχίας. Παραχώρηση του εθνικού μας ορυκτού πλούτου. Παραχώρηση της ίδιας της διακυβέρνησης της χώρας, σε αλλοδαπούς και μάλιστα με νόμο. Δεν είναι σενάρια επιστημονικής φαντασίας. Είναι η δυσάρεστη πραγματικότητα. Παραχώρηση της Τράπεζας της Ελλάδος, στους ίδιους που δημιούργησαν και κατασκεύασαν την οικονομική κρίση, η οποία μετεξελίχθηκε σε κοινωνική κρίση.
Κάθε φορά που κόσμος θα μαζεύεται και θα δηλώνει όσα αποστρέφεται, το σύστημα θα αναγκάζεται να επαναπροσδιορίζει την σκέψη του και να εξορθολογίζει τις δράσεις του.
Φαντάζεστε πόσα κακά θα είχαν γίνει αν δεν υπήρχε ούτε ένας άνθρωπος στην πλατεία;
Γιατί δεν θέλουν την πλατεία οι πολιτικοί μας;
Την πλατεία και τον κόσμο που βροντοφωνάζει το δίκιο του, δεν τον θέλει το σύστημα. Κάνει τα πάντα για να τον κρατά πνευματικό υπόδουλο.
Πρώτα του αφαιρεί την παιδεία και την κριτική σκέψη. Του βάζει την πρωινή ζώνη με τον απόλυτο έλεγχο της πληροφορίας, μετά του βάζει την μεσημεριανή ζώνη με το απαύγασμα της αποχαύνωσης και της εγκεφαλικής φτήνιας, ύστερα μια ανύπαρκτη απογευματινή ζώνη, για να έρθει μετά η ζώνη των ειδήσεων και να σφραγίσει την κοινωνική στειρότητα και τον εγκεφαλικό θάνατο.
Στην πλατεία όμως, συζητάς με τον διπλανό σου, ανταλλάσεις απόψεις, συμφωνείς, διαφωνείς και τελικά διαμορφώνεις με την κριτική σου ικανότητα, μια δική σου άποψη.
Με την τηλεορασοκρατία όμως, σκέφτεσαι όπως το σύστημα θέλει να σκέφτεσαι.
Στην πλατεία, υπάρχει πάντοτε ο κίνδυνος να πάει κάτι στραβά και να ξυπνήσει ο κόσμος. Εκεί δεν υπάρχει τηλεόραση. Υπάρχει άμεση επικοινωνία.
Τι δεν συνέβη;
Δεν καταφέραμε να διαμορφώσουμε πολιτικά ώριμα αιτήματα.
Δεν καταφέραμε να γίνουμε ένα σώμα. Η έλλειψη Βέβαια έβαλε και το σύστημα το χεράκι του. Να οι γνωστοί άγνωστοι, να οι προβοκατόρικες φωνούλες που μιλούσαν για άδεια πλατεία και πολλά επεισόδια, όταν δεν συνέβαινε τίποτα και η πλατεία ήταν γεμάτη. Να τα κανάλια που με τα φερέφωνά τους μετέδιδαν με τον τρόπο που μόνο αυτά ξέρουν τα γεγονότα, με αποτέλεσμα την καναπεδοποίηση των περισσοτέρων που έβλεπαν τις εξελίξεις και τα γεγονότα από πού αλλού; Από την τηλεόραση..
Δεν καταφέραμε να αποτάξουμε τον κομματικό μας ζυγό.
Πολλοί δεν κατέβηκαν γιατί νόμιζαν πως στην πλατεία πάνε οι κομμουνιστές ή οι δεξιοί.
Μέγα λάθος. Έλληνες είχε στην πλατεία κι έλειπαν όλοι όσοι από βόλεμα ή ωχαδερφισμό, δεν πίστεψαν ότι την δύναμη την έχει ο καθένας μας κι όλοι μαζί στο σύνολο, καθώς και πως η καλύτερη ώρα είναι τώρα.
Τι πήγε στραβά;
Πιστεύω πως δεν δείξαμε κοινωνική και πολιτική ωριμότητα.
Δεν είναι σημαντικό το να στέκεσαι ώρες έξω από το κοινοβούλιο, να μουντζώνεις, να βρίζεις και να φωνάζεις.
Αντιθέτως σε βλέπει ο παγκαλος που τον βρίζεις κι ο έκπτωτος πρωθυπουργός και γελούσαν μαζί με τα φερέφωνα (δημοσιογράφοι), τους ημέτερους και τους κουμπάρους. Γελούσαν μαζί μας.
Που είναι η πολιτική συνείδηση; Που είναι η πολιτική βούληση που μεταμορφώθηκε σε βόλτα για σουβλάκι κι αγορά λέιζερ από τους πακιστανούς (που κάποιοι ελληνάρες είχαν βάλει εκεί – μέχρι κι ο τριανταφυλλόπουλος είχε τον παππά να πουλάει γιλέκα, ντεμέκ επαναστατικά, για καλύτερη ισορροπία στον χορό με τα ΜΑΤ…
Που είναι τα αιτήματα;
Διαχωρίστηκε ευθύς εξ αρχής σε πάνω και κάτω πλατεία. Δεν πρόλαβε να δημιουργηθεί κάτι και ήρθε πρώτα η διχόνοια. Αφού τείνω να πιστέψω πως δεν μπορούμε να μονιάσουμε με τίποτα. Πρέπει να γίνει ένας πολύ μεγάλος σεισμός, να δούμε μια τούρκικη σημαία στην ακρόπολη ή να πεθάνουν 20.000 αθώοι πολίτες από τις συγκρούσεις με τα ΜΑΤ, για να οργανωθούμε Ελληνικά, χωρίς σκέψεις στο πίσω μέρος του φτωχού, πλην τίμιου μυαλού μας.
Οι επάνω έμειναν στις φωνές, οι κάτω στις ψευτοεθνοσυνελεύσεις. Ο χαρακτηρισμός μπορεί να φαντάζει και να ακούγεται βαρύς σε κάποιος που συμμετείχαν με την πεποίθηση πως κάνουν κάτι εποικοδομητικό, όμως το να μαζεύονται επί τόσες μέρες, να συζητούν επί παντός επιστητού και να μην προβαίνουν στο αυτονόητο, αυτό συνεπάγεται. Τον χαρακτηρισμό τους ως ψευτοεθνοσυνελεύσεις. Ποιο είναι το αυτονόητο θα ρωτήσει κάποιος. Μα το να διατυπώνουμε αιτήματα και να προσπαθούμε να τα επικοινωνήσουμε, να τα κάνουμε γνωστά και εν τέλει να τα απαιτήσουμε ή αν μη τι άλλο να τα διεκδικήσουμε με σκοπό να τα εφαρμόσουμε. Αλλιώς τι στο καλό κάνει τόσος κόσμος που απλά συζητάει; Δεν ήρθαμε για κουβέντα. Ήρθαμε για πράξεις. Καλή κι η κουβέντα, δεν λέω, όχι όμως να μείνουμε εκεί.
Τι κερδίσαμε;
Κερδίσαμε μία από τις πιο σημαντικές μάχες.
Την μάχη με τον καναπέ.
Την μάχη με την τηλεόραση.
Την μάχη με τους εαυτούς μας.
Την μάχη με το βόλεμα (κάποιοι, όχι όλοι ακόμη).
Όχι ότι κερδίσαμε τον πόλεμο, αλλά την μάχη την κερδίσαμε. Μόνο που αναγκάστηκε ο υπάνθρωπος να διατάξει την κτηνωδία της άνανδρης επίθεσης των ΜΑΤ σε ανυποψίαστους και αθώους πολίτες, μικρούς, μεγάλους, ηλικιωμένους, παιδιά, εγκύους, να αφήσουν ανάπηρο συμπολίτη μας (Μανώλης Κυπραίος – δημοσιογράφος που έχασε την ακοή του), φτάνει. Είδαμε τον πανικό στα μάτια τους και μας άρεσε.
Κερδίσαμε μια θέση στην αυτοεκτίμησή μας.
Κερδίσαμε το δικαίωμα στην Ελλάδα και σίγουρα πιστέψαμε πως εμείς είμαστε υπεύθυνοι για τα χάλια μας και οι μόνοι υπεύθυνοι για την ανάκαμψή μας.
Τι χάσαμε;
Χάσαμε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού.
Τώρα το σύστημα γνωρίζει πως ο κόσμος θα ξαναπάει στο σύνταγμα. Διάβασα τόσα και τόσα δημοσιεύματα περί εξοπλισμού των ΜΑΤ και οργάνωσης νέων μονάδων καταστολής. Αυτό είναι ένα πλήγμα, το να μπορεί το σύστημα να έχει χρόνο αντίδρασης.
Χάσαμε επίσης (όχι όλοι ακόμη δυστυχώς) τις κομματικές μας ταυτότητες. Έχουν πέσει κάπου εκεί στην πλατεία. Μπορεί να φταίει και το κυνήγι από τα ΜΑΤ, αλλά σίγουρα οι πάλαι ποτέ ήρεμες μέρες για τους αρχηγούς των σάπιων κομμάτων, πέρασαν ανεπιστρεπτί.
Χάσαμε τα αυγά και τα πασχάλια, από τα χάλια της ηγεσίας του υπουργείου «προστασίας της κυβέρνησης».
Χάσαμε το δικαίωμα να ζούμε στον απόλυτο ύπνο του δικαίου και ξυπνήσαμε προσγειωμένοι ανώμαλα, στο κέντρο της πλατείας.
Χάσαμε και τον τσαμπουκά μας. Έπεσε πολύ ξύλο και χημικό. Χάσαμε το δικαίωμα να διαδηλώνουμε ειρηνικά με τα παιδιά μας, μπροστά στο σύμβολο της δημοκρατίας μας. Την Βουλή των Ελλήνων.
Πως θα ξαναφουντώσει η πλατεία;
Αυτό είναι το πιο εύκολο. Να κάνω κι ένα μάθημα στην κυβέρνηση.
Μόλις τα μέτρα ενταθούν, μόλις ο στρατός των ανέργων μεγαλώσει, μόλις πέσουν κι άλλα μαχαίρια στους μισθούς και τις συντάξεις, μόλις οι άδειες των ταξί κοστίζουν 500 ευρώ, μόλις το δημόσιο γίνει μικρότερο κι απ’ της Κύπρου, δεν θα πει κανείς τίποτε. Καμία οργάνωση από κανέναν. Αυτόματα κι αυθόρμητα, όλος ο κόσμος θα πάει, όχι με σκηνές, αλλά με τροχόσπιτα στην πλατεία.
Χωρίς πάνω και κάτω. Χωρίς αριστερά και δεξιά. Χωρίς λοβοτομημένους κομματατζήδες. Χωρίς βολεμένους. Χωρίς τίποτα που να θυμίζει το στείρο παρελθόν. Χωρίς εμφύλιο.
Μόνον Έλληνες. Μόνον Ελληνικά.
Πότε θα ξαναφουντώσει η πλατεία;
Ως το τέλος του Οκτώβρη, θα έχουν γίνει επικές αλλαγές στην Ελλάδα. Αυτό λένε καθημερινά στις δηλώσεις τους οι αγαπητοί μας πολιτικοί. Θα έρθουν και ξένοι κυβερνήτες με την συναίνεση του πασοκ. Θα έχουν απολυθεί όσοι είναι να απολυθούν από το δημόσιο. Θα έχουν ανοίξει όλα τα κλειστά επαγγέλματα. Θα έχουμε πει το ψωμί, ψωμάκι. Η πλατεία θα είναι ή ασφυκτικά γεμάτη από κόσμο ή γεμάτη από μνήματα αθώων συμπολιτών μας.