Το 54% ανεργία στους νέους είναι το μεγάλο πρόβλημα ή για να το θέσουμε καλύτερα “είναι η εκπαίδευση για δουλεία” σε παιδιά που θα ζήσουν και θα πρέπει να δουλεύουν στα χωράφια των νέων φεδουδαρχών.
Ο μισθός των διακοσίων ή τριακοσίων ευρώ, δεν είναι λύση λιτότητας στην οικονομία του κράτους. Είναι το όριο συνειδητοποίησης πως αυτά που ξέρατε τελείωσαν.
Πόσες φορές δεν ακούσαμε μετά τα γεγονότα στη Μανωλάδα τη φράση “γιατί δεν πήγαιναν ελληνόπουλα να δουλέψουν εκεί”, πόσες αναλύσεις για το γεγονός πως οι μετανάστες κάνουν τις βρωμοδουλειές ενώ τα ελληνόπουλα απαξιούν να δουλέψουν σε τέτοιες συνθήκες. Κι αυτό ειπωμένο με μια δόση μπράβο για τους μετανάστες που μπορούν και κερδίζουν το ψωμί τους με τόσο άθλιες συνθήκες, ενώ τα ελληνόπουλα είναι μαμμόθρεφτα.
Σοβαροί άνθρωποι, γονείς, εκπαιδευτικοί αρχίζουν κι αναρωτιούνται μέσα στα πλαίσια αυτής της αισχρής και παρανοϊκής σκέψης. Αρχίζουν και θεωρούν έντιμο και σοβαρό ένα παιδί που θα δεχτεί να δουλεύει με τρία κατοστάρικα, χωρίς, ασφάλεια, σε συνθήκες εκβιασμού και δουλείας για να φέρνει ένα κομμάτι ψωμί στο σπίτι. Η κοινωνία συνηθίζει να επιβραβεύει τα παιδιά που έχουν κρεμάσει τα πτυχία τους στο τοίχο και βγάζουν κάλους από την ορθοστασία με το δίσκο στο χέρι, ζυμώνοντας πίτσες, πουλώντας φυλλάδια στο δρόμο, καθαρίζοντας τουαλέτες, και σύντομα μαζεύοντας φράουλες κι αίμα, για ένα μεροκάματο που δεν φτάνει ούτε για τα απολύτως απαραίτητα για μια ελάχιστη αξιοπρεπή διαβίωση.
Τα όνειρα των νέων επιβάλλεται να μετατραπούν σιγά σιγά σε “ανάγκη επιβίωσης” κι όχι σε στόχους που να συμβαδίζουν με τα ταλέντα τους, την ικανότητά τους σε κάποιο τομέα που αγαπούν, στη προοπτική να εργαστούν για να ζήσουν καλύτερα και να κάνουν οικογένεια, αλλά στη προοπτική του να μην πεθάνουν από τη πείνα ή να βρεθούν άστεγοι σε κάποια σκαλιά. Η αποδοχή αυτής της αθλιότητας ονομάζεται σοβαρότητα κι ευθύνη.
Δεν υπάρχει στον ορίζοντα σαν στόχος η ανάπτυξη τομέων που είχαν μείνει πίσω από μια σχιζοφρενική πολιτική. Αυτά είναι μπούρδες.
Δεν υπάρχει στόχος να γεμίσουν τα χωράφια με νέους αγρότες εκπαιδευμένους, που θα βγάζουν κοπιάζοντας όπως κοπιαστική είναι δουλειά να δουλεύεις τη γη, αλλά μ΄ενα γερό μεροκάματο και προοπτική να πάρεις τη δική σου γη και να γίνεις πχ μικροπαραγωγός. Δεν υπάρχει σαν στόχος να γεμίσουν νέα εργοστάσια που ανοίξουν με γερούς εργάτες με γερά μεροκάματα, επιδόματα, μια σύνταξη νωρίτερα λόγο βαριάς και ανθυγιεινής εργασίας. Δεν υπάρχουν στόχοι να ανθίσει το επάγγελμα του τεχνίτη, του βιοτέχνη, κλπ.
Ο στόχος είναι στα υπάρχοντα κι αυτά που θα ξεπουληθούν σε διεθνείς κολοσσούς, στις πολυθενικές, στα εργοστάσια που θα ανήκουν σε μεγάλες ξένες βιομηχανίες, στα λιμάνια και τα αεροδρόμια που θα ανήκουν σε ξένους επενδυτές, στα σούπερ μαρκετ, στις αλυσίδες, στα τουριστικά θέρετρα, οι νέοι να έχουν εκπαιδευτεί να εργάζονται όπως οι λαθρομετανάστες της Μανωλάδας.
Ο ίδιος ο γονιός μέσα στην απόγνωση της νέας φτώχειας, της ανεργίας, των δανείων που τρέχουν, των χρεών σε δημόσια ταμεία και σε τράπεζες, ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ το παιδί του να γίνει δούλος. Χωρίς να κουνάει τσίνορο.
Χωρίς να υπάρχει καν η πολυτέλεια να το αποτρέψει από αυτή τη κατάντια. Φυσικά και καμιά δουλειά δεν είναι ντροπή. Αρκεί να πιάνουν τα χέρια σου, να βαστάει το σώμα σου, να είσαι έτοιμος να κουραστείς, να ιδρώσεις, να αγωνιστείς για τη ζωή σου. Αλλά αν όλα αυτά τα κάνεις για να εισπράξεις ένα ξεφτιλισμένο χαρτζιλίκι που θα σου δώσει τη δυνατότητα να ζεις με άλλους πέντε σε μια τρύπα, ή να κοιμάσαι στο χωράφι ή στα σκαλιά μιας πλατείας, και όλος σου ο κόπος να πηγαίνει για να φοράς ένα τρύπιο παπούτσι και να κινδυνεύεις από αρρώστιες, με τη ζωή σου να κονταίνει όλο και πιο γρήγορα τότε δεν είσαι σοβαρός, είσαι ή μ@λάκας ή δούλος.
Συνηθίζεται τελευταία η εκφράση “χλιδάνεργοι” υπονοώντας τα παιδιά που ζουν μ΄ενα χαρτζιλίκι από τους γονείς και συνεχίζουν να πηγαίνουν στη καφετέρια με το κορίτσι τους, να αγοράζουν ρούχα και παπούτσια, να μένουν σ΄ενα αξιοπρεπές σπίτι εκείνο των γονιών τους, να κινούνται σαν να είχαν δουλειά ενώ είναι άνεργοι. Έχει πέσει λάσπη πάνω σ΄αυτό το είδος νέων, παρουσιάζοντάς τους σαν τεμπέληδες, αχαΐρευτους, εκμεταλλευτές, κι ανίκανους. Αναρωτιέμαι μήπως αυτοί οι χλιδάνεργοι και οι γονείς που δέχονται να τους χαρτζιλικώνουν, μήπως είναι κι οι τελευταίοι λογικοί μέσα στη συνολική παράνοια που αρχίζει και σκεπάζει τα πάντα.
Κοιτάζω τα παιδιά που είναι στημένα με τις ώρες στην είδοσο του μετρό και μοιράζουν φυλλάδια, ή καρτούλες για τα κινητά μας.
Εκείνα που δουλεύουν δέκα και δώδεκα ώρες σερβίρισμα, πωλήτριες, ή όποια άλλη δουλειά του ποδαριού για ένα άθλιο μεροκάματο κι οι περισσότεροι ανασφάλιστοι.
Εκείνους που είναι στημένοι σε μια τηλεφωνική γραμμή με το νταβατζή από πάνω να ελέγχει πόσους πελάτες φέρανε.
Εκείνα που μοιράζουν φυλλάδια από φαγάδικα στα μαγαζιά και θα πάρουν είκοσι ευρώ αν μετά από οκτώ και δέκα ώρες δουλειάς μοιράζουν 700 και 1000 φυλλάδια κι αυτό το εικοσάρικο αφού τσεκαριστεί από τους μπράβους αν τα μοίρασαν σε όσα διαμερίσματα είπαν.
Κοιτάζω τους χιλιάδες ενοικιαζόμενους από τα νέα σκλαβοπάζαρα που είναι ενδεδυμένα με φινετσάτα κουστούμια και λαπ τοπ αλλά με ένα συνεχή εκβιασμό πως αν δεν είσαι καλό παιδί έχουμε άλλους χίλιους στο συρτάρι να σε αντικαταστήσουν.
Κι αναρωτιέμαι σε πόσο καιρό θα βλέπουμε σπίτια σε υποβαθμισμένες συνοικίες όπου ανθούν τα ναρκωτικά, η πορνεία, το παραεμπόριο, να γεμίζουν με πέντε και δέκα ελληνόπουλα στοιβαγμένα μαζί, λαθρομετανάστες στην ίδια τους τη πατρίδα, να είναι “αξιοσέβαστα κι έντιμα” από όσους θα μένουν ακόμα στα πολυτελή τους διαμερίσματα και θα στέλνουν τα παιδιά τους στα κολέγια και για διακοπές σε εξωτικούς προορισμούς.
Και σε πόσο καιρό στις σκοτεινές γωνιές των μεγαλουπόλεων θα αναλάβουν επί τέλους το μεροκάματο του να είσαι βαποράκι, να κάνεις πιάτσα, να πουλάς κλεμμένα ή να γίνεσαι νταβατζής, ελληνόπουλα που δεν θα ντρέπονται να βγάζουν το “νυχτοκάματο” Τόσοι ξένοι από κάθε γωνιά του πλανήτη μπόρεσαν να ζήσουν δουλεύοντας σαν σκλάβοι, πουλώντας το κορμί τους, ή απλά ψάχνοντας τα σκουπίδια. Γιατί τα δικά μας παιδιά να μην το κάνουν. Έχουν γεννηθεί με το κ@λο μπροστά δηλαδή?
Θα είμαστε τότε πιθανά σε μια κοινωνία που θα ικανοποιούνται όλες οι πολιτικές αποχρώσεις. Οι μαχόμενοι πατριώτες θα μπορούν να ταΐζουν δούλους, ζητιάνους κι άστεγους αλλά Έλληνες , κι οι αριστεροί επαναστάτες θα τους διδάσκουν πως γεννιέται τ΄ατσάλι μέσα από το μετερίζι της εξαθλίωσης. Κι οι κυβερνώντες θα κάνουν απίστευτες μπίζνες προσφέροντας εκτός από γη και ύδωρ και μάζες από “συνειδητοποιημένα” ελληνόπουλα που είναι σαν στρατιωτάκια αμίλητα, ακούνητα κι αγέλαστα στο βωμό της λιτότητας και της επιβίωσης.
Γενιές ολόκληρες άκουγαν μεγάλα λόγια του είδους, “καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή”, “οι ήρωες πολεμούν σαν Έλληνες” , “του Έλληνα ο τράχηλος ζυγό δεν υπομένει” και άλλα τέτοια πατριωτικά συνθήματα τα οποία σιγά σιγά, έχασαν την αξία τους και μετατράπηκαν σε γραφικότητες οι οποίες έμοιαζαν ανέκδοτο στα κλαμπάκια και τις παραλίες, λόγια ειπωμένα από κάποιους βλάχους κάποτε , που δεν είχαν ούτε γ@μάτα κινητά ούτε γ@μάτα ταμπλετ. Μακρινές εποχές όπου οι πρόγονοι “συνωστιζόντουσαν” για μια θέση στην ιστορία. Πολύ κιτς…. Είναι οι ίδιες γενιές που μεγάλωσαν σε ένα περιβάλλον που η προοπτική ήταν να γίνεις γιατρός, δικηγόρος ή μηχανικός αν τα έπαιρνες τα γράμματα ή δημόσιος υπάλληλος αν είχες δόντι.
Ο εργάτης, ο αγρότης, ο χειρονάκτης γενικότερα ήταν κάτι που εξαφανίστηκε σιγά σιγά, ή αφέθηκε στους ξένους που κατέφθαναν κατά χιλιάδες από σύνορα που έγραφαν από πάνω με νέον γράμματα “η πόρτα είναι ανοιχτή και τα σκυλιά δεμένα”. Για να γίνουμε πολλοί. Τόσοι πολλοί ώστε να μπορούμε εύκολα όλοι να μετατραπούμε σε ένα ανώνυμο πλήθος που θα παρακαλάει για μεροκάματο. Τι διαπραγμάτευση να κάνεις για ένα μεροκάματο καλό όταν θα υπάρχουν χιλιάδες στην ουρά να δουλέψουν αποδεχόμενοι σαν ευλογία ακόμα κι ένα κομμάτι ψωμί να τους πετάξουν. Ποιος αγώνας για εργασιακά δικαιώματα θα γίνει όταν ο εργοδότης μπορεί να πει “πήγαινε στο διάολο” έχω άλλους πεντακόσιους που περιμένουν στην ουρά άμα γουστάρεις άμα δε γουστάρεις εξαφανίσου.
Μεγάλωσαν με αξίες όπως τα ριάλιτι στο χαζοκούτι, τα σκυλάδικα με τα ξίδια και τις γαρδένιες, τις γυαλιστερές ζάντες του αυτοκινήτου, το γκομενάκι, τα φαστφουντάδικα της μάσας ή τα φαστφουντάδικα σχολεία με τη μόρφωση φασόν, τις πιστωτικές στο πορτοφόλι και όλα τα καλά της κατευθυνόμενης κατανάλωσης, για να μπορούν ηρωικά σήμερα να θεωρούν τον εαυτό τους από τους τυχερούς αν καταλήξουν να είναι σαν τους εργαζόμενους λαθρομετανάστες γιατί υπάρχουν κι εκείνοι που ζουν απλά δίπλα στα σκουπίδια.
Γιατί σ΄αυτή τη κατευθυνόμενη αποχαύνωση δεν δημιουργήθηκαν πολίτες με συνείδηση των δικαιωμάτων τους και των ευθυνών τους απέναντι στη κοινωνία και τη πατρίδα τους αλλά κοιμισμένοι σε ψεύτικα συνεφάκια που μόλις έφυγαν δεν είχαν μάθει ούτε πως να σκέφτονται, ούτε πως να διεκδικούν ούτε πως να πολεμούν. Η μόνη εκπαίδευση που είχαν ήταν από τους σουπερ ήρωες των χολυγουντιανών σκουπιδιών, τους βρυκόλακες, τους λυκανθρώπους, τους γ@μάτους κακοποιούς με τις σούπερ γκόμενες και τα ακριβά αυτοκίνητα, τις γλάστρες στη τηλεόραση με τα καλοφτιαγμένα βυζιά, τους μαγείρους που έδεναν καλά το φιλετάκι με τη μαρμελάδα και τους παπαγάλους δημοσιογράφους που ενημέρωναν σε στημένα ρεπορτάζ και πάνελ.
Τεράστιο κατόρθωμα της ελληνικής πολιτείας.
Να εκπαιδεύσει χρόνια και χρόνια τα παιδιά της πως να είναι υπολελειμμένα στο νου και αποχαυνωμένα με ηλίθια πρότυπα και αξίες, και σε δεύτερη φάση να τους τα πάρει όλα και να τα ρίξει στο επίπεδο των λεγόμενων τριτοκοσμικών κοινωνιών όπου ελάχιστοι θα τη βγάλουν καθαροί κι οι υπόλοιποι πρέπει να λένε κι ευχαριστώ αν κάποιος τους πετάξει ένα κομμάτι ψωμί. Σπουδαία πρόοδος, σπουδαία φιλοπατρία, σπουδαία φιλανθρωπία. Σπουδαίος πολιτισμός. Γι΄αυτό και σαν φυσική συνέπεια ο ολοένα κι αναπτυσσόμενος πατριωτισμός σήμερα μοιάζει σαν εκείνο τα νταιλίκι των ελληνικών κωμωδιών του πενήντα όπου ο κοντός φώναζε “βαστάτε με ρε μη τον βαρέσω, βαστάτε με…” Δεν έχει γνώση, δεν αξίες συγκεκριμένες, εκτός από εύκολα συνθήματα και νταιλίκι, και βαράει στο γάμο του καραγκιόζη….
Αναρωτιέμαι για ένα πράγμα. Για τον ευαυτό τους δεν κάνουν τίποτα οι σοβαροί ενήλικες και μεσήλικες από το να σκύβουν το κεφάλι.
Αλλά για τα παιδιά τους που τα βλέπουν να γίνονται θύματα της οποιαδήποτε εκμετάλλευσης επιμένουν να σωπαίνουν, και να παίρνουν το βοήθημα της δουλείας “περήφανα” στον οικογενειακό προϋπολογισμό? Έχουν την εντύπωση πως αυτό είναι προσωρινό και κάποια στιγμή τα παιδιά τους θα πάρουν καλύτερα λεφτά, θα δουλεύουν με καλύτερες συνθήκες και θα έχουν προοπτική στη ζωή τους? Είναι δυνατόν να έχουμε γεμίσει με τόσους πολλούς μ@λάκες σ΄αυτό το τόπο? Η μήπως έχουμε γεμίσει με τόσους φοβιτσιάριδες, χεσμένους επάνω τους από το φόβο του αύριο και του τι θα απογίνω?
Τι θα απογίνεις κι εσύ και τα παιδάκια σου ηλίθιε?
Πιθανότατα ένας άξιος μετανάστης που θα τον βαράνε όλοι από παντού, θα του πετάνε ένα κομμάτι ψωμί και θα απαντάει “φχαριστώ αφεντικό” Αυτό θα είσαι αν δεν το έχεις καταλάβει ήδη. Και φυσικά το επόμενο στάδιο θα είναι πως θα βρεθείς πιθανότατα σε κάποιο καράβι για αναζήτηση καλύτερης τύχης σε άλλες πατρίδες όπου με τη σειρά τους θα λένε “ουφ, γέμισε ο κόσμος από Έλληνες που ζητάνε δουλειά, δεν καθόντουσαν στη πατρίδα τους να αγωνιστούν αντί να μας κουβαληθούν εδώ σαν ζητιάνοι?”
Το κατάλαβες σε τι σε εκπαίδευσαν τόσα χρόνια και οι μεν και οι δε? Κορόιδο… Ε?
Σου δίνουν και τη λύση βέβαια την έτοιμη στο πιάτο. Να φάμε ο ένας τον άλλον με ένα νέο μίσος που αναδύεται μεταξύ μας. Με το να μας χωρίσουν σε στρατόπεδα, να ρίξουμε ο ένας την ευθύνη στον άλλον και να μετατραπούμε στο τέλος στην τελική εικόνα που έχουν μέσα στο μυαλό τους όσοι μας χειρίζονται τόσο επιδέξια. Στη χειρότερη περίπτωση σε βάρβαρους τρελαμένους που θα ψάχνουμε σωτήρες εξ ουρανού ή επί της γης για να φαγωθούμε μεταξύ μας σαν άξιοι κανίβαλλοι και στη καλύτερη σε φιλανθρώπους που θα τρέχουμε στα διάφορα παζάρια με παλιά ρούχα, και ταψάκια με φαί για να δίνουμε ελεημοσύνη στους αναξιοπαθούντες, φυσικά με σπόνσορα κάποιο κανάλι, κάποια φιλάνθρωπη γυναίκα μεγιστάνα που βαριέται να πηγαίνει μόνο για ψώνια και λίφτινγκ και κάποιους τοπικούς άρχοντες που το παίζουν πανέξυπνα για να πάρουν πάλι τη καρέκλα στις επόμενες δημοτικές εκλογές. Ισως μοιάζει σκληρό αυτό που λέω ανάμεσα στους ειλικρινείς φιλανθρώπους αλλά είναι διαχρονική αλήθεια πως όπου υπάρχει ένας ζητιάνος , υπάρχει γιατί κάποιος του έδωσε αυτή τη λύση σαν διέξοδο.
Τις πουτάνες τις φτιάχνουν τα λεφτά σου και τους ζητιάνους η ελεημοσύνη σου. Λυπάμαι αλλά αυτή είναι η σκληρή αλήθεια.
Πατρίδες δεν ανασταίνονται ούτε ζητιανεύοντας από τους φιλεύσπλαχνους συνανθρώπους, ούτε παριστάνοντας τη πουτ@να οποιουδήποτε νταβατζή εργοδότη.
Πικρή ή όχι αυτή είναι η αλήθεια.