ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΟΙΕΛΛΑΔΑΖΩΗΠΑΙΔΕΙΑ

“Εφυγε” η Ηρωΐδα της δημοσιογραφίας, η συμπατριώτισσα μας, Αριστέα Μπουγάτσου. Διαβάστε την μοναδική της συνέντευξη…

ΠΕΝΘΟΥΝ ΟΙ ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΟΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΩΛΕΙΑ ΤΗΣ ΑΡΙΣΤΕΑΣ ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ

«…αν τελειώσει εδώ το ταξίδι μου και πάλι ευχαριστημένη θα ‘μαι.

Πορεύθηκα με τη δική μου πυξίδα δίχως υποχωρήσεις και εκπτώσεις…»

-Αριστέα Μπουγάτσου

——————————————————————————————————–
“Έφυγε” σε ηλικία 49 ετών η δημοσιογράφος Αριστέα Μπουγάτσου
 
Γεννήθηκε (19/3/1964) και μεγάλωσε στους Γαργαλιάνους Μεσσηνίας.  Σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ.
 
Εργάστηκε στον Επενδυτή, στην Καθημερινή, στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΪ και τα τελευταία χρόνια στην Ελευθεροτυπία. 
Τώρα πλέον δεν έγινε πιο φτωχή η ελληνική δημοσιογραφία, αλλά έσβησε μαζί με την Αριστέα.Δεν ήταν λίγοι εκείνοι που πίστευαν ότι το όνομα «Αριστέα Μπουγάτσου» είναι ένα ψευδώνυμου ενός μυθικού προσώπου που η δύναμή του, η μαχητικότητά του, το πάθος του για το ρεπορτάζ και την αλήθεια ξεπερνάει τα ανθρώπινα όρια. Κι έτσι ήταν.
Η Αριστέα έζησε και έφυγε σαν μύθος. Άλλωστε φρόντισε να μην αναλωθεί στο βουητό του πλήθους.
Οι φωτογραφίες της είναι σπάνιες, το ίδιο και οι δημόσιες εμφανίσεις της.
“Οι άνθρωποι δεν πρέπει ν΄αφήνουν πίσω τους εκκρεμότητες.
Θα τα τακτοποιήσω όλα, δεν υπάρχει λόγος να ταλαιπωρούνται άλλοι άνθρωποι εξαιτίας μου όταν εγώ θάχω φύγει…”
Τελευταία της επιθυμία ήταν να μην γίνει νεκρώσιμη ακολουθία και η τέφρα της να μεταφερθεί στο κτήμα της στους Γαργαλιάνους…
———————————————————————————–
ΤΙ ΓΡΑΦΟΥΝ ΚΑΙ ΤΙ ΛΕΝΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΑ
  • Γράφει ο 

ΑΡΙΣΤΕΑ ΜΠΟΥΓΑΤΣΟΥ 

Η στήλη αποχαιρετάει σήμερα την Αριστέα Μπουγάτσου. Μια απ’ τις καλύτερες δημοσιογράφους που είχε ο συντάκτης της την τιμή να γνωρίσει.

Η Αριστέα ήρθε πριν από λίγα χρόνια στην «Ελευθεροτυπία» κυνηγημένη (δηλαδή απολυμένη) από την «Καθημερινή». Ήταν ήδη πολύ γνωστή στο επάγγελμα και βεβαίως στους αναγνώστες, εξ αιτίας των δημοσιογραφικών επιτυχιών που σημείωσε σωρηδόν στη σοβαρή ερευνητική δημοσιογραφία, καθώς κι εξ αιτίας του ήθους και του ακέραιου χαρακτήρα της. Στην «Ελευθεροτυπία», ώσπου έκλεισε, καθόμασταν σε αντικρυστά γραφεία κι έτσι γνωριστήκαμε καλά.

Δεν θα κλάψω για την Αριστέα Μπουγάτσου, δεν μπορείς να κλάψεις για μια Μπουμπουλίνα, παρά να αισθάνεσαι υπερήφανος για τον τρόπο που έζησε και για την παρακαταθήκη που άφησε. Ούτε πιστεύω ότι η ζωή της ήταν σύντομη διότι ήταν απολύτως γεμάτη από ευγένεια, ευαισθησία, εργατικότητα και υπερηφάνεια.

Άνθρωπος απλός και λαϊκός η Αριστέα, γυναίκα με αρχές, τίμησε την καταγωγή και την αγωγή της, οπλίζοντας μια ψύχη γεμάτη καλοσύνη με τα άρματα της αναζήτησης της αλήθειας και του δίκιου. Ήταν αυστηρή με τον εαυτό της, αλλά μέσα της έκρυβε όλην εκείνη την τρυφερότητα που την εμπόδιζε να γίνει ο Ιαβέρης των υποθέσεων που έφερνε στο φως. Η Αριστέα ήταν υπερασπιστής και όχι διώκτης.

Χαλκέντερη ξεψείριζε τα πάντα, αφιερώνοντας ώρες και ώρες, ώσπου να αποδείξει τα ζητούμενα στα θέματά της, θυμίζοντας σε πολλά την αμερικανική ερευνητική δημοσιογραφία μακρυά από ευκολίες, τσαπατσουλιές και κιτρινισμούς. Δεν διαψεύσθηκε σε όσα έγραψε ούτε μία φορά.

Παρ’ ότι, λόγω των ερευνών της η Αριστέα έρχονταν σε επαφή με τους Δυνατούς, ούτε εκμαυλίσθηκε, ούτε ποτέ ακκιζόταν με τους ανθρώπους ενός κόσμου διαφορετικού απ’ όσα η ίδια ποθούσε, πράγματα ταπεινά, αγαθά και ωραία. Ίσως για αυτό και ορισμένοι  -όχι πολλοί- απ’ τον κόσμο των ισχυρών του χρήματος και της πολιτικής την εκτιμούσαν ως χαρακτήρα. Οι υπόλοιποι την φοβούνταν.

Γράφω τώρα για την Αριστέα και ξέρω ότι ταυτοχρόνως γράφω και έναν έπαινο για εκατοντάδες δημοσιογράφους που κάνουν τίμια τη δουλειά τους με ευσυνειδησία και αυταπάρνηση.

Πολλοί απ’ αυτούς, γυναίκες και άνδρες γνώριζαν την Αριστέα κι άλλοι όχι, αλλά όλοι άκουγαν για αυτήν και τον τρόπο που έκανε τη δουλειά της. Δεν πρόλαβε να γίνει πρότυπο , αλλά θα γίνει πρότυπο η παρακαταθήκη της.

Όπως κάθε άνθρωπος που κάνει καλά τη δουλειά του έτσι και η Αριστέαδεν έμεινε χωρίς κόστος. Ιδιαιτέρως με την κρίση στην «Ελευθεροτυπία» δεν έμεινε η πλάτη της χωρίς συναδελφικές μαχαιριές. Κακολογήθηκε από μωρές γλώσσες, ρηχές, ξηρές και πονηρές καρδιές – τί να κάνουμε; σε κάθε μικρόκοσμο ευδοκιμούν οι μικρότητες, στον δικό μας μάλιστα τον δημοσιογραφικό ανθούν, όσο πιο μικρός είσαι τόσο πιο μεγάλες οι κακίες που λες. Πλην όμως κούφιες.

Η Αριστέα φεύγει, έφυγε στεφανωμένη με την αγάπη του κλάδου, των αναγνωστών, των φίλων και των οικείων της. Μεσσήνια μεν, Λάκαινα δε.

Ξέρω ότι για αυτά που γράφω τώρα θα με απόπαιρνε – «άστα, ρε Σταθούλη, τί τα θες τα ωραία λόγια;» – σωστό! Ήταν ωραία έτσι κι αλλιώς, χωρίς χρεία για παινέματα, είχε το χιούμορ!

Το λαϊκό αλλά και το καλλιεργημένο. Δηλαδή το χιούμορ της καθαρής καρδιάς, το χιούμορ εκείνου που ενδιαφέρεται για τους άλλους, τίποτα δεν ένιωθε αφ’ υψηλού, με τίποτα δεν ήταν κυνική, αλλά έτρεχε αρωγός στις ανάγκες πολλών ανθρώπων γύρω της, πάντα με το χαμόγελο. Διότι είχε συναίσθηση. Κι ως εκ τούτου βοηθούσε, συγχωρούσε, συνέπασχε, φρόντιζε. Η Αριστέα δεν έδινε απ’ το υστέρημά της μόνον, «έδινε και το βρακί της» όπως λέμε στα χωριά μας.

Τη χάρηκα τη ζωή μαζί με την Αριστέα Μπουγάτσου. Είχε τη μοσχοβολιά της γυναίκας προμάχου, λεβέντισσα θα την έλεγαν στα καφενεία, φυλαχτό για τα στρουθία ήταν.

Στην αρρώστια της στάθηκε όρθια, πολέμησε με τσαγανό και παρηγορούσε η ίδια όσους γύρω της κλονίζονταν. Δεν νίκησε. Πήρε μαζί της τον νικηφόρο βίο της κι έφυγε.

 

Στο καλό, Αριστάκι μου, αριστερό μου Αριστάκι.

—————————————————————————————————
  • Από την εφημερίδα ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ
Αριστέα Μπουγάτσου. “Το πλήρωσε με την ζωή της”  
«Εφυγε» η ασυμβίβαστη ρεπόρτερ 
Χθες το μεσημέρι και ενώ είχε γίνει γνωστό ότι η δημοσιογράφος Αριστέα Μπουγάτσου «αναχώρησε για τις Θεσσαλίες», όπως έγραψε στον Ιωνα Δραγούμη ο Περικλής Γιαννόπουλος, σε έναν ραδιοφωνικό σταθμό των Αθηνών της έπλεκαν εγκώμια και της έκαναν δακρύβρεχτο μνημόσυνο.
Ηταν ο ίδιος ραδιοφωνικός σταθμός που μία εξαετία πριν, το σωτήριο 2007, έδιωχνε την Αριστέα με σκαιό τρόπο γιατί το αφεντικό τα έβρισκε με τους γιάπηδες αριστερούς «κανονιστάκηδες» που παρίσταναν τους υπουργούς.
Οι υποκριτές άφησαν το «μυστρί με τη λάσπη» και έπιασαν στασίδι για να εξυμνήσουν την αποθανούσα δημοσιογράφο. Ομως η Αριστέα το ήξερε αυτό, όπως ήξερε ότι στην κηδεία της, που κάποια στιγμή θα ερχόταν (τόσα χρόνια πάλευε με τον καρκίνο), πολλοί θα ήταν αυτοί που θα της απέδιδαν τιμές δακρυσμένοι, για να προσποριστούν οι ίδιοι από τον θάνατό της.
Και βέβαια τους την έσκασε, καθώς απαίτησε να μη γνωστοποιηθεί τίποτα για τις λεπτομέρειες της ταφής.
Οταν όλοι πανηγύριζαν για την «ισχυρή Ελλάδα» του Κ. Σημίτη και των προκατόχων του, για την ανάπτυξη που φέρνει η χρηματιστηριακή φούσκα και για τις «επιτυχίες» ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, η Αριστέα αποκάλυπτε, με καταιγιστικό ρυθμό, τη διαφθορά, τον νεποτισμό και τη φαυλότητα που μας οδήγησαν στη χρεοκοπία.
Οταν το αφεντικό του ραδιοφώνου που προείπαμε τα έβρισκε με «θανάσιμο» εχθρό του, η Αριστέα έμεινε μόνη της να υπερασπίζεται τον εαυτό της στα δικαστήρια ενάντια στον δεύτερο και σήμερα αξιοσέβαστο παράγοντα στη χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Οι έρευνές της, που βασίζονταν σε στοιχεία και έγγραφα, υπήρξαν προφητικές για την τύχη ισχυρών επιχειρηματιών, αλλά και της ίδιας της χώρας, η οποία στο τέλος βούλιαξε μαζί με τον μύθο που δημιούργησε η πολιτική τάξη με τους διαπλεκόμενους επιχειρηματίες συνεταίρους της.
Η Αριστέα Μπουγάτσου είχε πολλούς φίλους, αλλά ακόμα περισσότερους εχθρούς. Δεν της συγχωρούσαν το γεγονός ότι δεν υποχωρούσε. Οταν πίστευε ότι κάτι πρέπει να δημοσιοποιηθεί, θα έβρισκε τον χρόνο, το κουράγιο (και τα απαραίτητα στοιχεία) ώστε να μάθουν οι αναγνώστες την αλήθεια. Η Αριστέα Μπουγάτσου ήταν η πρώτη που έγραψε για τις μίζες με τα γερμανικά Leopard, αλλά και κατόπιν για τη Siemens, όπου είχε κάνει φύλλο και φτερό τα ημερολόγια του Χριστοφοράκου.
Η θανούσα ασκούσε τη δημοσιογραφία με έναν τρόπο που κοντεύει να ξεχαστεί και το πλήρωσε με τη ζωή της.
—————————————————————————————————–
  •  Η ΕΣΗΕΑ για την Αριστέα

«Το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΣΗΕΑ με οδύνη ανακοινώνει την απώλεια της δημοσιογράφου, ρεπόρτερ και ερευνήτριας Αριστέας Μπουγάτσου, η οποία χάθηκε πρόωρα χθες, έπειτα από σκληρή μάχη με την επάρατο νόσο, σε ηλικία 49 ετών και ενώ είχε πολλά ακόμη να προσφέρει στην ελληνική δημοσιογραφία.

Η Αριστέα Μπουγάτσου γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964, μεγάλωσε στους Γαργαλιάνους και σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ, όπου έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο στο Management .

Ξεκίνησε τη δημοσιογραφική της πορεία στις εφημερίδες «SPORTIME» και «ΕΠΕΝΔΥΤΗΣ». Στη συνέχεια επί 14 χρόνια εργάστηκε στο συγκρότημα Αλαφούζου, στην «ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ» και το ραδιόφωνο του «ΣΚΑΪ» και τα τελευταία χρόνια, μετά τον εξαναγκασμό της σε παραίτηση από τον Όμιλο, εργάστηκε στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΟΤΥΠΙΑ», όπου υπήρξε και η ψυχή της επανέκδοσής της.

Θα μείνει γνωστή για τις μεγάλες και αποκαλυπτικές δημοσιογραφικές επιτυχίες της (SIEMENS, PROTON BANK κ.ά.) και τον ασυμβίβαστο και χαλύβδινο χαρακτήρα της.

Η Αριστέα Μπουγάτσου ήταν, όπως λένε οι φίλοι και συνάδελφοί της, από την πάστα του αληθινού και ασυμβίβαστου ρεπόρτερ που αναζητά την αλήθεια με πείσμα και δεν διστάζει μπροστά σε καμία δυσκολία για να τη δώσει στους αναγνώστες της.

Ευγενική, δυναμική, αγαπητή και άψογη συνάδελφος, διακρίθηκε για το ήθος, τη συνέπεια και την ευσυνειδησία της.

Στη σύντομη ζωή της άφησε τις καλύτερες αναμνήσεις σε όλους όσοι τη γνώρισαν. Είχε πολλά προσόντα και μεγάλες προοπτικές. Η μοίρα, όμως, φαίνεται, είχε άλλα σχέδια. Έπαιξε ένα άσχημο παιχνίδι και στέρησε τη δημοσιογράφο από την εφημερίδα της και τους συναδέλφους της, την καλή φίλη από τους φίλους της.

Κατά την επιθυμία της δεν ανακοινώνεται η κηδεία της

—————————————————————————————————

 

  • ΝΑΥΤΕΜΠΟΡΙΚΗ 

Aπεβίωσε η Αριστέα Μπουγάτσου

Σε ηλικία 49 ετών

«Έφυγε» το Σάββατο, σε ηλικία 49 ετών, η δημοσιογράφος Αριστέα Μπουγάτσου, έπειτα από σκληρή μάχη με την επάρατο νόσο.

Η Αριστέα Μπουγάτσου, μαχητική δημοσιογράφος με πλήθος αποκαλύψεων στο δημοσιογραφικό ιστορικό της, γεννήθηκε στην Αθήνα το 1964, μεγάλωσε στους Γαργαλιάνους και σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ, όπου έλαβε μεταπτυχιακό τίτλο στο Management.

Εργάστηκε στον «Επενδυτή», στην «Καθημερινή», στο ραδιόφωνο του Σκάι και τα τελευταία χρόνια στην «Ελευθεροτυπία».

Ως «υπόδειγμα μαχητικής, έντιμης και ασυμβίβαστης ερευνητικής δημοσιογραφίας» τη χαρακτήρισε σε συλλυπητήρια δήλωση του, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Σίμος Κεδίκογλου.

Τη «βαθιά οδύνη» του εξέφρασε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, Αλέξης Τσίπρας, σημειώνοντας πως υπήρξε «θαρραλέα και ανυποχώρητη. Υπήρξε δημοσιογράφος με όλη τη σημασία της λέξης. Η διαφθορά και κάθε μορφή εξουσίας είχαν βρει στο πρόσωπο της Αριστέας το μάστορά τους».

Το ΠΑΣΟΚ σημείωσε ότι «η απώλεια της Αριστέας Μπουγάτσου φτωχαίνει όχι μόνο τον κόσμο της δημοσιογραφίας, αλλά και τον ευρύτερο δημόσιο λόγο».

——————————————————————————————————

 

  • Ο πρόεδρος της ΚΟ του ΣΥΡΙΖΑ για την Αριστέα

 «Με βαθιά οδύνη πληροφορήθηκα σήμερα την απώλεια της Αριστέας Μπουγάτσου. 

Θαρραλέα και ανυποχώρητη, υπήρξε δημοσιογράφος με όλη τη σημασία της λέξης. 
Η διαφθορά και κάθε μορφή εξουσίας είχαν βρει στο πρόσωπο της Αριστέας το μάστορά τους. 
Ασυμβίβαστη σε όλη της την πορεία, συνέδεσε το όνομά της με μεγάλες αποκαλύψεις και έρευνα, κόντρα στα ισχυρά συμφέροντα της διαπλοκής. 
Ανυποχώρητη παρά τις συχνές απειλές, διεισδυτική και εύστοχη,  πραγματική ερευνήτρια και ρεπόρτερ. 
Χωρίς την Αριστέα το σκάνδαλο της SIEMENS, θα ήταν ένα ακόμα ανεξερεύνητο και ανομολόγητο έγκλημα, δίχως αυτουργούς. 
Η έρευνά της, όμως, φώτισε σκοτεινές και ανεξιχνίαστες πτυχές και παρότι παραμένει αδικαίωτη, αποτελεί μια μεγάλη παρακαταθήκη για τη δημοσιογραφία της αλήθειας και του δικαίου.
Θέλω να εκφράσω την οδύνη και τα θερμά μου συλλυπητήρια στους οικείους της»

—————————————————————————————————-

  • Διέκοψε το συνέδριο ο Καμμένος για την Μπουγάτσου

Φανερά συγκινημένος διέκοψε την προσυνεδριακή διαδικασία των Ανεξάρτητων Ελλήνων στην Θεσσαλονίκη ο Πάνος Καμμένος. Ο πρόεδρος του κόμματος έκανε εκτενή αναφορά σε έρευνες που είχαν κάνει μαζί για πολλά θέματα.

————————————————————————————–

 

  • Η μοναδική συνέντευξη που είχε δώσει η ρεπόρτερ Αριστέα στις 20.11.2008 

Η πρώτη που άρχισε να ξετυλίγει το νήμα του σκανδάλου Λαυρεντιάδη στην Ελευθεροτυπία (της Μάνιας Τεγοπούλου) ήταν μια τολμηρή ρεπόρτερ, που για ειρωνεία των καιρών παρέμεινε μετά άνεργη: η Αριστέα Μπουγάτσου. Πρόκειται για ένα πρόσωπο, ακέραιο και ευθύ, που έχει πληρώσει ακριβά το θάρρος της γνώμης της. Όσο καιρό οι αποκαλύψεις της συμφέρουν το εκάστοτε εργοδότη της, την αφήνει ελεύθερη. Όταν οι αποκαλύψεις τον αγγίζουν, την απολύει. Με αφορμή την πανηγυρική δικαίωσή της από τα γεγονότα, είχαμε αναδημοσιεύσει το κομβικό της ρεπορτάζ, με το οποίο άρχισαν όλα.

Πόσες αγωγές σου έχουν κάνει τελικά Αριστέα μέχρι τώρα;

Κάποτε ήμουν η πλέον περιζήτητη. Αν άθροιζα τις αγωγές, κόντευαν το ΑΕΠ της χώρας. Είναι μια μέθοδος που έχει γίνει πλέον βιομηχανία για να συνετίζεται κάποιος. Η δεύτερη μέθοδος πίεσης είναι η κρατική διαφήμιση. Κλείνω στο μέσο σου την κάνουλα για δουν τα αφεντικά σου ότι τους χαλάς το ταμείο. Αυτά έχουν συμβεί. Στραγγαλισμός οικονομικός και μάλιστα από μεγάλους φορείς. Όμως, ποτέ δεν μου ζητήθηκε να βάλω νερό στο κρασί μου. Το έχω μάθει αργότερα, ως παρεμπίπτον στοιχείο. Δεν ήρθε ποτέ κάποιος διευθυντής ή ιδιοκτήτης να μου πει «Ρε παιδί μου, τι έγινε;». Και πρέπει να σου πω ότι ξηλώθηκαν σελίδες, ακυρώθηκαν προγράμματα. Η χειρότερη βέβαια είναι η διαφήμιση που μεταμφιέζεται σε δημοσιογραφική ύλη. Και υπάρχουν και δημοσιογράφοι που υπογράφουν τέτοια κείμενα. Θυμάμαι όμως παραδείγματα από το ραδιόφωνο, όπου υπήρχαν άνθρωποι που τους ζητήθηκε να εκφωνήσουν διαφημιστικά μηνύματα κατά τη διάρκεια της εκπομπής τους και έκλαιγαν.

 

Τι σε ενοχλεί περισσότερο σε κάποιες δημοσιογραφικές συμπεριφορές;

Τα βιλαέτια εκάστου, οι προσωπικές ατζέντες. Αν καθένας προτάσσει τις προσωπικές του φιλίες, γνωριμίες, κομματικές πεποιθήσεις, τις σχέσεις του με επιχειρηματίες, με πολιτικούς και όλα τα περνάει μέσα από μια κρισάρα των «φίλων». Το χειρότερο είναι οι προσωπικές δουλείες. Χρειάζεται μια αχρωματοψία. Αλλά στο κεφάλαιο που μπαίνεις έχει σημασία και η δημοσιογραφική χάρτα, αν τηρείται. Πόσο μπορεί να είναι κάποιος ανεξάρτητος δημοσιογράφος όταν ταυτόχρονα με το βασικό έντυπο που εργάζεται είναι και σε ένα γραφείο Τύπου, επιχειρηματικό ή κυβερνητικό; Αυτό το επιτρέπει ο κώδικας δεοντολογίας. Μπορούμε να είμαστε πεταλουδίτσες.

 

Στο έχουν προτείνει;

Δεν θα έλεγα ότι το έκαναν πολλοί. Πιστεύω ότι οι περισσότεροι δημοσιογράφοι λένε όχι σε αυτές τις προτάσεις. Αλλά η πιάτσα δεν χαλάει από τους πολλούς. Χαλάει από τους παραιτημένους και είναι πολλοί αυτοί στο δικό μας τομέα. Οι περισσότεροι δημοσιογράφοι δεν είναι διεφθαρμένοι αλλά αδιάφοροι. Και τολμώ να πω απαίδευτοι. Αυτό φαίνεται κυρίως στον προφορικό λόγο, υπό την πίεση του χρόνου. Στο γραπτό όμως βγάζεις την ψυχή σου, όσο και αν το ρεπορτάζ σου επιβάλλει συχνά μια ξύλινη γλώσσα.

 

Σε παιδεύει το γράψιμο;

Με βασανίζει. Δεν γράφω εύκολα και δεν μου αρέσει να γράφω και πολλά. Οργανώνω όμως τη γραφή μου. Θέλω να δίνω τις πληροφορίες και να έπεται το συμπέρασμά μου. Εκτίθεμαι και εκθέτω τις πληροφορίες μου και πολλές φορές και τα έγγραφα. Πρέπει να υπάρχει αυτό που λέγεται ντοκουμέντο και η εξήγησή του: γιατί το αποκαλείς ντοκουμέντο.

 

Το είδος του ρεπορτάζ που κάνεις μπορεί να γίνει επικίνδυνο.

Πιο επικίνδυνο είναι να είσαι σε ανθρακωρυχείο. Κοίτα, κάθε άνθρωπος έχει και τα όριά του, τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματά του. Εγώ, εκτός των άλλων μειονεκτημάτων μου, δεν έχω το αίσθημα του φόβου. Μου είναι άγνωστο. Μόνο όταν τράκαρα φοβήθηκα.

 

Απειλές δέχεσαι;

Από το πιο απλό που μπορείς να γράψεις μπορεί να θιγεί κάποιος και να σηκώσει ένα τηλέφωνο με απόκρυψη για να σε βρίσει ή να βγει σε ένα blog και να το κάνει, πάντα ανωνύμως.

 

Έχουν απειλήσει τη ζωή σου;

Εντάξει, και αυτά έχουν γίνει Δεν μπορείς να αντιδράσεις. Τι να κάνω, να πάρω σεκιούριτι; Δεν μου φτάνουν και τα λεφτά.

 

Έχεις καταφύγει στην αστυνομία ποτέ;

Σε καμία περίπτωση. Για να γίνω κι εγώ σούργελο; Απλώς είμαι λίγο υποψιασμένη πού πηγαίνω, πώς κινούμαι. Κοιτάζω και γύρω μου καμιά φορά… Ειδικά η υπόθεση των υποκλοπών μας έχει όλους βάλει σε σκέψεις. Πιστεύω ότι γίνονται εκτενώς.

 

Ήσουν και η μόνη που το κατήγγειλες.

Και μάλιστα το κατήγγειλα θεσμικά και υπήρξαν άνθρωποι που ήξεραν, αλλά με επέκριναν. Εγώ έκανα αυτό που νόμιζα πως έπρεπε να κάνω. Είναι πολλά πράγματα που απορρέουν από το χαρακτήρα του ανθρώπου, από την περηφάνια που έχει. Δεν εννοώ από την ιδέα που έχει για τον εαυτό του, ας μη μεγαλοποιούμε την υπόστασή μας. Όταν καθίσεις έξω από το θέατρο αυτό -που για μας είναι εργασία αλλά και στάση ζωής- πρέπει να μη σιχαίνεσαι αυτό που έχεις κάνει ή να μην μετανιώνεις για ό,τι δεν έκανες. Όταν μπαίνει ένας άνθρωπος με πατερίτσες στο τρόλεϊ και κρύβεσαι για να μην του δώσεις τη θέση σου, πρέπει να ντρέπεσαι βαθιά. Eγώ δεν είμαι ο ευγενέστερος άνθρωπος που υπάρχει, όμως στα αυτιά μου έχουν φτάσει πράγματα που έμαθα από το σπίτι. Όταν 17,5 χρονών πέρασα στην ΑΣΟΕΕ, η μάνα μου είπε «Παιδί μου, όταν μπαίνεις στο τρόλεϊ, μην κάθεσαι σαν μοσχάρα και στέκονται όρθιοι μεγαλύτεροι άνθρωποι». Το θυμάμαι αυτό. Μου έχει πει και άλλα βέβαια, αλλά καλύτερα μην στα πω τώρα, είναι αισθηματικής φύσεως (γελάμε). Πολλά πράγματα βέβαια συναρτώνται με την ηλικία. Οι αισθήσεις και τα ένστικτα. Η γεύση και η βουλιμία έρχονται με τα χρόνια. Εγώ μετά τα τριάντα ανακάλυψα ότι το ψωμί είναι νόστιμο.

 

Τι άλλο ανακάλυψες μεγαλώνοντας;

Πτυχές του χαρακτήρα μου που δεν μπορούσα να διανοηθώ ότι υπάρχουν. Απόλυτη ευαισθησία σε κάποια πράγματα. Και δεν ξέρω και τι με περιμένει, γιατί όλο μαθαίνουμε. Ειδικά στη δουλειά μας.

 

Έμαθες κάτι καινούργιο τελευταία ;

Τώρα μάθαμε ότι υπάρχει και κρίση των τραπεζών. Εγώ πάντα πίστευα ότι υπάρχει κρίση των λαών και των φτωχών. Τώρα θα ζήσουμε κάτι που δεν έχουμε δει εδώ και έναν αιώνα τουλάχιστον: την κρίση των πλουσίων. Εμείς δεν έχουμε μπει ακόμη στην κρίση. Δεν πρέπει να ξεχνάμε επίσης πως είμαστε σε μια οικονομία που βασίζεται στην παραοικονομία και σε μια κοινωνία όπου καλώς ή κακώς η οικογένεια στηρίζει τα νεότερα μέλη της. Είμαστε περιφέρεια του κόσμου και είχαμε και ένα μικρότερο βαθμό έκθεσης, αλλά όταν δεν υπάρχει βιομηχανία ή όταν η βαριά βιομηχανία δεν είναι στις υπηρεσίες και στην πληροφορική αλλά στον τουρισμό, τότε δεν μπορεί παρά να έχεις πρόβλημα . Όταν οι ρυθμοί ανάπτυξης μιας οικονομίας σαν τη δική μας είναι κάτω του 3%, αυτό σημαίνει αυτομάτως απώλεια θέσεων εργασίας. Είναι προφανές ότι επαναπροσδιορίζονται όλες οι αξίες. Είτε οι μετοχές, είτε η ναυτιλία, είτε η κτηματαγορά. Ελπίζω να μην είναι και οι ατομικές αξίες.

 

Δεν φωτογραφίζεσαι, δεν εμφανίζεσαι στην τηλεόραση…

Δεν με ενδιαφέρει να μπαίνω κάπου και να με αναγνωρίζουν. Αυτό θα μου έκανε και κακό να σου πω την αλήθεια. Τώρα, ως αφανής, μπορώ και κάθομαι δίπλα σε κανέναν επώνυμο και κρυφακούω και λίγο. Είναι στεγανές οι σχέσεις μου και η ζωή μου, κατ’ επιλογήν.

 

Στα υπουργεία και στα γραφεία των οργανισμών δεν σε ξέρουν;

Δεν χρειάζεται να κινείσαι στα υπουργεία και να δίνεις το «παρών». Το ρεπορτάζ βγαίνει από τα γεγονότα και από τις επαφές με τις πολύ καλές πηγές, αυτές που έχεις ή μπορείς να αποκτήσεις. Μετά αναζητάς τα ντοκουμέντα. Υπάρχει ένα νταραβέρι, υπάρχουν έγγραφα γύρω από τις μεγάλες δουλειές. Υπάρχουν συνομιλίες με πρόσωπα που δεν θέλουν να εκτεθούν. Οι σημαντικότερες πηγές δεν θέλουν να εκτεθούν.

 

Εκλήθης στην εξεταστική επιτροπή της Βουλής να καταθέσεις για το Βατοπέδι και αναφέρθηκες στους κυρίους Τσιτουρίδη και Δούκα…

Ρωτήθηκα και είπα την αλήθεια, ότι με το που ανέλαβαν τα υπουργεία τους εστάλησαν οι Άγιοι Πατέρες από το Μαξίμου. Αυτό είναι φυσιολογικό. Δεν θα είναι φυσιολογικό, αν οι ίδιοι πουν ότι έλαβαν κατευθυντήριες οδηγίες από το Μαξίμου για να χειριστούν την υπόθεση. Αυτό σημαίνει κατεύθυνση από τα πάνω και ως ένα βαθμό υπαγόρευση και υποβολή. Σημαίνει κεντρικό σχεδιασμό. Αυτό ας το πουν οι ίδιοι.

 

Έχεις καταθέσει ξανά σε εξεταστική επιτροπή; Ποτέ.

Ήταν η πρώτη φορά. Θα μπορούσα να μην έχω πάει, στέλνοντας μια ευγενική επιστολή, όπως διαπίστωσα εκ των υστέρων, αλλά ήρθαν οι κλήσεις με εισαγγελείς και αστυνομικούς. Δεν θέλησα να δείξω απείθεια. Να προσβάλω. Δεν πιστεύω στον θεσμό της εξεταστικής επιτροπής, όπως δεν πιστεύω και στο νόμο περί ευθύνης υπουργών. Βέβαια, η αλήθεια είναι ότι, παρά τις προσωρινές εικόνες που τη μια πανηγυρίζει το ΠΑΣΟΚ και την άλλη η ΝΔ, ανάλογα με το τι λένε οι μάρτυρες, αυτό το οποίο βγαίνει στην κοινή γνώμη είναι ότι πρόκειται για μια εξαιρετικά σοβαρή υπόθεση, με ένα κέντρο από το οποίο εκπονήθηκαν όλες αυτές οι ανταλλαγές και βεβαίως μια συμπεριφορά διαβολοκαλόγερων, που δεν θα μπορούσαν να λειτουργήσουν αν δεν είχαν πλάτες. Πρόκειται περί μιας κυβερνητικής βούλησης η οποία εκφράζεται. Και όλα αυτά όταν στην Ελλάδα έχουμε ακτήμονες που μάλλον θα πληθύνουν και όταν δεν τολμάμε να μιλήσουμε για συνταγματική αναθεώρηση και διαχωρισμό του κράτους με την εξουσία. Και δεν το λέω επειδή έχω πρόβλημα με τους ανθρώπους που πιστεύουν, αντιθέτως τους σέβομαι απόλυτα Μπορώ να σου πω ότι με συγκινούν γιατί δεν μπορώ να το κάνω, δεν με αγγίζει αυτό. Βέβαια, δεν είναι μόνο συνταγματικό το θέμα. Θα μπορούσε να είχε αποφευχθεί το «Βατοπέδι γκέιτ»; Όχι, όταν οι πολικοί κάνουν σαν τις πόρνες και θέλουν να έχουν λόμπι με τους επιχειρηματίες, τους τραπεζίτες, την εκκλησία και να αρπάζουν από παντού.

 

Ποιο θεωρείς μείζον θέμα των ημερών.

Την κρίση των τραπεζών. Αν έχουν πρόβλημα οι τράπεζες, πρέπει να το δηλώσουν στους ιθαγενείς. Πριν από ένα μήνα ανακοίνωναν κέρδη ρεκόρ. Είτε τα κέρδη είναι πλασματικά, είτε δεν έχουν κάνει σωστούς υπολογισμούς, είτε δεν θέλουν να τα μειώσουν. Ή, μπορεί να έχουν προβλήματα που είναι κάτω από το χαλί, πράγμα που σημαίνει ότι οι ελεγκτικοί μηχανισμοί είναι οι Φιλιππινέζες τους. Αν χρειάζεται, να τραβηχτεί το χαλί και να δούμε τι σκουπίδια έχει κάθε τραπεζικό χαρτοφυλάκιο. Να μας πουν ότι η τάδε τράπεζα έχει αυτά τα προβλήματα, που προκλήθηκαν από εκείνους τους λόγους, διότι αδρανήσαμε. Αν καταρρεύσει αυτή η τράπεζα που έχει δανειστεί από δέκα άλλες ελληνικές, θα γίνει ντόμινο. Άρα πρέπει να τη στηρίξουμε. Δεν διανοούμαι να δοθεί ούτε ένα ευρώ από τον κρατικό προϋπολογισμό στις τράπεζες, αν αυτό δεν μεταφραστεί σε συμμετοχή του ελληνικού Δημοσίου. Και αν δεν κηρυχθούν έκπτωτες οι διοικήσεις, οι μάνατζερς, τα golden, silver, diamond boys. Αυτό δεν σημαίνει ότι πρέπει όλες οι τράπεζες να γίνουν κρατικές, αλλά, αν το κράτος βάλει λεφτά, θα πρέπει να πάρει το αντίστοιχο ποσοστό.

 

Ανατροπή πολιτικού σκηνικού βλέπεις;

Οι πολίτες πηγαίνουν και ψηφίζουν κιθαρίστα ή ντράμερ. Έχει τρόπους να ανανεώνεται το δίπολο, να εξαπατά, να πλασάρεται.

 

Πιστεύεις ότι θα έχουμε και άλλες αποχωρήσεις-απομακρύνσεις από την κυβέρνηση, τύπου Ρουσόπουλου;

Γιατί ο Ρουσόπουλος έφυγε; Γιατί βλέπω τους κλώνους του να έχουν μείνει και είναι και θλιμμένα τα παπαγαλάκια του. Μα αυτός νομίζω ότι διοχετεύει πως θα ξαναγυρίσει, ίσως επιστρέψει με έναν ανασχηματισμό. Είναι γεγονός ότι προσέφερε υπηρεσίες στην κυβέρνηση, στον Καραμανλή και στον εαυτό του. Δεν ξέρω βέβαια αν θα τολμήσει να εκτεθεί στο Υπόλοιπον Αττικής μετά το Καπανδρίτι, τα σπίτια και όλα αυτά.

 

Συμφωνείς με τις επιλογές που κάνει η «Ελευθεροτυπία»;

Ποια «Ελευθεροτυπία»; Η ημερήσια ή η κυριακάτικη;

 

Γιατί, έχει διαφορά για τον αναγνώστη; Μια είναι η «Ελευθεροτυπία» στη συνείδησή του.

Υπάρχει διαχωρισμός διευθύνσεως και ανθρώπων. Σωστά το λες στη συνείδηση του κόσμου, έτσι είναι. Θα σου πω ότι, είτε συμφωνώ, είτε διαφωνώ θεωρώ, η «Ελευθεροτυπία» έχει δυνατότητες. Ακόμα. Τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευτεί όσο είναι καιρός. Δεν έχει σημασία αν διαφωνείς ή συμφωνείς. Υπάρχουν φορές που διαφωνώ. Και η «Ελευθεροτυπία» μπορεί να διαφωνεί με εμένα, όμως τα κείμενά μου δημοσιεύονται.

 

Μπορείς να γράφεις ό,τι θέλεις;

Ναι. Μέχρι στιγμής.

 

Σου ζητάνε θέματα;

Ποτέ δεν είχα παραγγελίες. Ούτε έχω παρεμποδιστεί. Τις περισσότερες φορές τα φέρνω έτοιμα τα θέματα. Δεν περιμένω τη σύσκεψη για να αποφασίσω.

 

Είχες γνωρίσει τον Κίτσο Τεγόπουλο;

Βεβαίως. Με είχε ήδη προσλάβει… Ήταν το 1998, δούλευα στην «Καθημερινή» και μου είχε ζητήσει να δουλεύω στο κυριακάτικο φύλλο της «Ελευθεροτυπίας». Μου είχε πει «Μη σε νοιάζει, έχω συνεννοηθεί με τα αφεντικά σου, θα δουλεύεις γι’ αυτούς κάθε μέρα και για μένα τις Κυριακές». Δεν γινόταν όμως.

 

Έχεις κρατήσει θέμα αδημοσίευτο για να προστατέψεις κάποιον που θα βρισκόταν εκτεθειμένος χωρίς να φταίει;

Δεν κρατιέμαι να έχω κάτι και να μην το βγάλω. Όμως, ουδέποτε βγάζω στοιχεία προσωπικών δεδομένων, ακόμη και όταν είναι προσαρτήματα ενός θέματος. Μου έχει συμβεί να προβληματιστώ για στοιχεία δωροδοκίας κρατικού λειτουργού που έβαζε τα χρήματα στο λογαριασμό του παιδιού του, που εκείνη την περίοδο ήταν από παιδί μέχρι φοιτητής. Εκεί λειτούργησα με βάση την περιγραφή του πατρός. Υπήρξε αντίστοιχη περίπτωση με τέως σύζυγο που φερόταν να έχει δωροδοκηθεί.

 

Ήσουν ποτέ υπερβολική, έχεις κάνει λάθη;

Μπορεί και να μην το έχω καταλάβει. Ανακάλυψα μετά από χρόνια ότι είχα αδικήσει έναν άνθρωπο. Είχα φάει ένα ωραίο κόνσεπτ από κάποιον που είχε ιδιοτέλεια αλλά και ικανότητα να ανατρέψει τα πράγματα. Αυτό έγινε σε μικρότερη ηλικία. Μετά από χρόνια ανακάλυψα ότι είχα παιδέψει πολύ έναν άνθρωπο και μάλιστα δικαστικά. Αισθάνθηκα πως δεν αρκεί μία συγγνώμη. Του μίλησα και πλέον έχουμε επαφή γιατί και αυτός κατάλαβε τι είχε γίνει και βεβαίως δεν ήμουν ο μόνος συντελεστής σε αυτό. Μπορεί να έχω κάνει και άλλα λάθη, όμως δεν ήταν ποτέ αυτά που περιέγραφαν οι αγωγές.

 

Θα μου πεις τελικά πόσες αγωγές σου έχουν γίνει;

Πολλές και από μεγαλόσχημους. Ο Κόκκαλης, ο Ψυχάρης και ο Βουρλούμης. Όπως βλέπεις, με εμένα δεν ασχολούνται παρακατιανοί. Το δικαστήριο με τον Ψυχάρη έγινε και περιμένουμε την απόφαση, με τον Βουρλούμη θα γίνει το Φεβρουάριο. Του Κόκκαλη έχουν κλείσει, τις έχασε όλες.

 

Έχεις σκεφθεί ότι μπορεί κάποια στιγμή να μη βρίσκεις δουλειά Αριστέα;

Ναι αμέ, το έχω σκεφθεί. Δεν ξέρω, ίσως και να έχει φτάσει ο χρόνος γι’ αυτό. Για εμένα η «Ελευθεροτυπία» είναι επιλογή. Και με διάλεξε -δεν κάνει πια προσλήψεις- και εγώ την διάλεξα. Θα μπορούσα να πάω και αλλού, αν έβαζα πολύ νερό στο κρασί μου. Ίσως είναι το τελευταίο από τα κλασικά κυρίαρχα μέσα ενημέρωσης που μου μένει. Δεν έχω πού αλλού να πάω. Και γι’ αυτό πρέπει να κρατώ μια πόρτα ανοιχτή με τη LifO…

 

Ειδήσεις στην τηλεόραση βλέπεις;

Είμαστε στην εποχή του απόλυτου ρουλεμάν. Τα κανάλια διαφοροποιούνται όταν τα αφεντικά αποφασίζουν να σηκώσουν ή να ρίξουν ένα θέμα, αλλά και από τους σχολιαστές. Αλλά αυτό δεν είναι ειδήσεις. Είναι ένα συμπεθεριό που έχει μοιράσει ρόλους. Ειδήσεις έχει μόνο η κρατική τηλεόραση, όσες επιφυλάξεις και να κρατήσεις για την κυβερνητική παρέμβαση.

 

Έχεις προτάσεις να δουλέψεις στην τηλεόραση;

Και είχα και έχω κρούσεις από αξιόλογα πρόσωπα. Θεωρώ όμως ότι σε μεγάλο βαθμό θυσιάζεται η δημοσιογραφική δουλειά. Στην τηλεόραση πρέπει να δώσεις κάτι εύπεπτο. Δεν ξέρω αν είμαι καλή σε αυτό. Δεν θα μπορούσα να είμαι σε ένα θίασο και να σχολιάζω τα πάντα, από το Άγιον Όρος μέχρι το τραπεζικό σύστημα, την παγκόσμια κρίση, το διαμελισμό της γυναίκας στη Σαντορίνη, τον Ομπάμα.

Πηγή: www.lifo.gr

——————————————————————————————–

Άρθρα της Αριστέας Μπουγάτσου

 ———————————————————————————————
ΓΡΑΦΕΙ Ο ΒΑΞΕΒΑΝΗΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΡΙΣΤΕΑ:

Οι πένες «κυματίζουν» μεσίστιες για την απώλεια της Αριστέας Μπουγάτσου

«Αν τελειώσει εδώ το ταξίδι μου, και πάλι ευχαριστημένη θα είμαι. Πορεύτηκα με τη δική μου πυξίδα».
Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο δημοσιογράφοι όπως η Αριστέα Μπουγάτσου, στην οποία ανήκουν τα παραπάνω λόγια και η οποία έφυγε το Σάββατο από τη ζωή χτυπημένη από τον καρκίνο μόλις στα 49 της χρόνια, αποτελούν φάρο όχι μόνο για τους συναδέλφους της αλλά και για όλους όσοι αρνούνται να αποδεχθούν ότι αυτός ο κόσμος δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ.
Μέσα από τη μαχητική της δημοσιογραφία, η οποία δεν περιορίστηκε ποτέ στην ανακύκλωση της ειδησεογραφικής τροφής με την οποία «ταΐζουν» τα διάφορα κέντρα εξουσίας τα μιντιακά παρακλάδια τους, αγωνιζόταν για να μην συγκαλύπτεται αυτό που τρομάζει κάθε ελίτ κι απελευθερώνει τις μάζες, δηλαδή η αλήθεια…
Η Αριστέα γεννήθηκε στις 19 Μαρτίου 1964, μεγάλωσε στους Γαργαλιάνους και σπούδασε στην ΑΣΟΕΕ. Εργάστηκε στις εφημερίδες «Επενδυτής», «Καθημερινή» κι «Ελευθεροτυπία», καθώς και στο ραδιόφωνο του ΣΚΑΙ. «Είμαστε στην εποχή του απόλυτου ρουλεμάν. Τα κανάλια διαφοροποιούνται όταν τα αφεντικά αποφασίζουν να σηκώσουν ή να ρίξουν ένα θέμα, αλλά κι από τους σχολιαστές. Αλλά αυτό δεν είναι ειδήσεις. Είναι ένα συμπεθεριό που έχει μοιράσει ρόλους. Δεν θα μπορούσα να είμαι σε ένα θίασο και να σχολιάζω τα πάντα, από το Άγιον Όρος μέχρι το τραπεζικό σύστημα, την παγκόσμια κρίση, το διαμελισμό της γυναίκας στη Σαντορίνη, τον Ομπάμα», είχε δηλώσει όταν τη ρώτησαν για τη σύγχρονη τηλεοπτική δημοσιογραφία…
Η Αριστέα Μπουγάτσου δεν έπινε το «κρασί» της με νερό, συγκρουόταν όταν έκρινε πως υπάρχει ένα υπέρτερο αγαθό από τη διασφάλιση της προσωπικής της ευημερίας κι αυτό δεν θα μπορούσε να είναι τίποτα άλλο για ένα δημοσιογράφο που τιμά την ιδιότητά του παρά η ενημέρωση της κοινής γνώμης με ειλικρίνεια και με θάρρος. Η σπουδαία αυτή ρεπόρτερ, η δουλειά της οποίας θα έπρεπε να διδάσκεται σε κάθε σχολή δημοσιογραφία της χώρας, πλήρωσε πολλές φορές με απολύσεις κι αγωγές («αν τις άθροιζα, θα κόντευαν το ΑΕΠ της χώρας», είχε πει κάποτε) τη διάθεσή της να μην υποκύψει στις άνομες βουλές διαφόρων συμφερόντων με δύναμη σε κέντρα λήψης αποφάσεων.
Όσοι τη γνώριζαν, πάντως, μπορούν να επιβεβαιώσουν ότι αν ο θάνατος δεν της είχε φερθεί τόσο άδικα, θα συνέχιζε μέχρι τα βαθιά της γεράματα να τα βάζει με τους ολιγάρχες αυτής της χώρας, οι οποίοι κατασώτευσαν το δημόσιο πλούτο της και τώρα ζητούν να πληρώσει την κρίση τους ο ελληνικός λαός. Από τον Σωκράτη Κόκκαλη, τον οποίο γνώρισε πρώτη φορά στο υπουργείο Οικονομικών στις αρχές της δεκαετίας του 1990 να χτυπά με βρόντο την πόρτα του γραφείου τού τότε υπουργού Στέφανου Μάνου και να απειλεί θεούς και δαίμονες επειδή του είχε αρνηθεί μια «χάρη», και τον Σταύρο Ψυχάρη μέχρι τον Λαυρέντη Λαυρεντιάδη, είχε νιώσει στο πετσί της πόσο ακριβής ήταν ο Βολτέρος όταν ισχυριζόταν πως «είναι επικίνδυνο να έχεις δίκιο όταν η εξουσία έχει άδικο»…

 ——————————————————————————————–

 

Η Μαρία Χούκλη γράφει για την Αριστέα ΜπουγάτσουΜε τίτλο «Το τελευταίο ρεπορτάζ» η δημοσιογράφος του ΑΝΤ1 καταγράφει σε ένα κείμενο που δημοσιεύτηκε στο protagon τις σκέψεις της για την πρόωρα χαμένη δημοσιογράφο της «Ελευθεροτυπίας».

Ακολουθεί το κείμενο:

Μην λέτε “έφυγε”, γιατί δεν θα ξαναγυρίσει.

Μην εξωραϊζετε τον θάνατο. Μην τον καλοπιάνετε. Δεν του αξίζει, ούτε θα καταφέρετε τίποτα. “Πέθανε” να λέτε, απλά, σκληρά και αναπόδραστα. “Πέθανε”. Ούτε να γράφετε “η επάρατος”. Όσο και να τον καταριέστε, όσο και να αποφεύγετε να τον ονοματίσετε, ο καρκίνος δεν καταλαβαίνει. Θα συνεχίσει να θερίζει, να “κλέβει” ζωές ή να τις σημαδεύει ανεξίτηλα. Γνωστούς και άγνωστους, συγγενείς και φιλους, μικρούς και μεγάλους, νωρίς ή αργά. Το έκανε και με την Αριστέα Μπουγάτσου.

Δεν την ήξερα. Όχι εκ του πλησίον. Την διάβαζα, την θαύμαζα, την ζήλευα. Την ξεχώριζα μαζί με άλλους δημοσιογράφους που θεωρώ οτι κοσμούν και δίνουν νόημα σ’ αυτό το επάγγελμα. Για τη δημοσιογραφική της επάρκεια, το πείσμα της να ψάχνει τα δύσκολα και “επικίνδυνα”, για την γενναιότητά της, τον ασυμβίβαστο και ακέραιο χαρακτήρα της. Μου άρεσε που δεν μπαινε στον πειρασμό να “εξαργυρώνει” με δημοσιότητα τις τρανταχτές επιτυχίες της. Εξαιτίας τους έμεινε άνεργη. Αλλά και πάλι. Σιωπηρά συνέχισε, βρήκε αλλού στέγη, δεν αναζήτησε τον “οίκτο του δήμου και τον έπαινο των σοφιστών”. Μετά από κάθε ηχηρό και οχληρό κείμενό της, ρωτούσα τους συναδέλφους: τι άνθρωπος είναι, αν είναι όπως την διαβάζω, πώς είναι με τους κοντινούς της, τι σκέφτεται, τι πιστεύει, πώς ζεί. Στη μία και μοναδική συνέντευξη στο LIFO με ξάφνιασε με την γήινη ματιά της, το χιούμορ και τη σοφία των 44 χρόνων της. Αγνοούσα ότι αρρώστησε. Στη συνέντευξή της έλεγε (και το πιστεύω): “δεν έχω το αίσθημα του φόβου. Μου είναι άγνωστο. Μόνο όταν τράκαρα φοβήθηκα”. Είμαι βέβαιη ότι δεν φοβήθηκε ούτε όταν βρέθηκε αντιμέτωπη με τον καρκίνο.

Μόνον αυτός ο ατιμος κατόρθωσε να την λυγίσει. Ήταν μόλις 49 χρονών, αφήνει κενό στη δημοσιογραφία γιατί μετριούνται στα δάχτυλα οι όμοιοί της.

Δεν ξέρω τι άλλο να πώ. Θύμωσα.

——————————————————————————————-

 

Η ΑΡΙΣΤΕΑ ΕΙΧΕ ΠΟΛΕΜΟ ΜΕ ΤΟΝ ΚΟΚΚΑΛΗ ΚΑΙ ΤΑ ΒΡΑΔΙΑ ΕΜΠΑΙΝΕ ΣΤΟ ΣΤΡΑΤΗΓΕΙΟ ΤΟΥ

Γράφει ο Φελνίκος

Η Αριστέα ήταν περίεργο παιδί. Πολύ περίεργο. Έχωνε τη μύτη του παντού. Γι’ αυτό και έγινε δημοσιογράφος. Όχι γραφιάς. Ερευνήτρια. Αποκαλυπτική. Από τις πιο καλές.

Τολμούσε εκεί που οι άλλοι -είτε από φόβο είτε από ανεπάρκεια είτε ένεκα …ελαιολάδου- δεν άγγιζαν. Και με ποιόν ισχυρό δεν τα έβαλε! Όλοι όσοι είχαν «λερωμένη»  τη φωλιά τους, ειδικά στις συμβάσεις και τις προμήθειες του δημοσίου, αντιμετώπισαν την αιχμηρή πένα της κριτικής της. Και κυρίως τα ντοκουμέντα της. Για τις (παρ)ανομίες τους. Για τις «αμαρτωλές σχέσεις» τους.

Επιχειρηματίες, υπουργοί και κρατικοί αξιωματούχοι έτρεμαν την Αριστέα. Μην τους πιάσει στο στόμα ή στο μολύβι της. Κόκκαλης, ΟΤΕ, Βουρλούμης, Siemens, Χριστοφοράκος, Ολυμπιακή, ΟΣΕ, Βατοπέδι, Λαυρεντιάδης, Proton Bank, CDS, Μαντέλης, Παπαντωνίου, Τσοχατζόπουλος και άλλοι πολλοί, που τώρα δεν θυμάμαι, μπήκαν στο «μικροσκόπιο» της Αριστέας. Και βρέθηκαν με …μικρόβια. Με μίζες, λαδώματα, και ατασθαλίες.

Έτυχε να τη γνωρίσω στον «Επενδυτή». Για περισσότερο από πέντε χρόνια υπήρξα διευθυντής της. Μετά με άφησε και πήγε στον Αλαφούζο. Στην Καθημερινή. Στον Σκάι. Και ύστερα στην Ελευθεροτυπία. Όταν έβγαλα τον «Κόσμο του Επενδυτή», το 2002, την πήρα τηλέφωνο να της πω αν θέλει να ξανασυνεργαστούμε. Δεν μπορούσε. Ήταν καλά εκεί που ήταν, «αλλά για σένα Φελέκη, άμα θες θα σου δίνω ή θα σου λέω, χωρίς όμως να μάθει κανείς τίποτε, εγώ και συ», μου είπε.

Έτσι πάντα με έλεγε: «Φελέκη» ή «σύντροφε». Ποτέ δεν με είπε με το μικρό μου όνομα. Και ‘γω ποτέ με το επώνυμο. Μερικές φορές τη φώναζα «Αριστέα». Τις πιο πολλές με το «μωρή μουρλή». Και νομίζω της άρεσε. Γιατί ήταν «μουρλή». Απόλυτη, μαχητική, παθιασμένη ενίοτε μέχρι υπερβολής, ευαίσθητη κι ας φρόντιζε να το κρύβει επιμελώς. Έβλεπε παντού «στησίματα», «παιχνίδια», και τις περισσότερες φορές, όχι πάντα, είχε δίκαιο.

Από καιρού εις καιρόν τηλεφωνιόμασταν. Είτε για να μου πει «πράγματα» είτε να την ρωτήσω εγώ για τα δικά της είτε για να θυμηθούμε τα παλιά. Για τη Δαβάκη, για τη «Σουφάλα», για τον Κουλούρη, για τον Σάββα, για τον Κατσαρό που, όπως έλεγε, ντρεπόταν να τη βάλει στο μηχανάκι του και να την πάει στου Γκύζη, στο σπίτι που τότε έμενε.

Και μετά αρρώστησε. Το έμαθα από τον Νίκο. Τον Κωνσταντόπουλο, που την αγαπούσε και τον αγαπούσε. Ήταν και κοντοχωριανοί. Αυτή από τη Χαλαστανή, ένα χωριό δίπλα στους Γαργαλιάνους, και ο Νίκος από τα Κρέστενα. Μοιράζονταν και τα ίδια ιδανικά και αξίες για την κοινωνία. Πολλές φορές τον είχε και (νομικό) συμβουλάτορα, αφού τα κείμενά της «έκαιγαν». Υποθέτω και «πηγή».

Και λέω υποθέτω γιατί ποτέ δεν την πίεσα να μου πει τις «πηγές» της. Και να το έκανα, αν και διευθυντής της, δεν θα μου τις έλεγε. Το ήξερα, γι’ αυτό και δεν προσπάθησα. Της είχα και μου είχε εμπιστοσύνη. Δεν θα με «κρεμούσε» και δεν θα την «πουλούσα» ποτέ. Ήταν ένας άγραφος κανόνας τιμής μεταξύ μας. Και νομίζω τον τηρήσαμε και οι δύο. Είχε πάντως καλές πηγές αν και ορισμένες φορές εγώ τις θεωρούσα αμφιλεγόμενες. Το ρεπορτάζ πάντως που ‘βαζε στο μάτι το έβγαζε.

Θυμάμαι μια φορά ήταν βράδυ. Της λέω «που πας, θες να σε πάω;» «Εσύ που πας;» με ρωτάει. «Στο σπίτι μου, στο Χαλάνδρι. Εσύ;»  «Και ‘γω σπίτι, στη Δροσιά». Είχε φύγει από του Γκύζη. «Εντάξει, θα σ’ αφήσω στη γωνία Κηφισίας και Εθνικής Αντιστάσεως, στο Αθηναϊκό, και μετά παίρνεις ένα ταξί» της λέω. Στο αυτοκίνητο μου είπε: «πριν πάω σπίτι θα σταματήσω στον Φλας να δω μια φίλη που έχει νυχτερινή βάρδια». Τα ‘χασα. «Παιδί μου, είσαι εντελώς μουρλή;» της λέω. «Θα πας στη φωλιά του λύκου; Κόψε την πλάκα Αριστέα», της είπα.

Ο Φλας ανήκε τότε στον Σωκράτη Κόκκαλη, και η Αριστέα τον είχε κυριολεκτικά ξεσκίσει για τις προμήθειες του ΟΤΕ. «Μπα, μην φοβάσαι. Δεν με ξέρουν. Έχω ξαναπάει» μου είπε. Η αλήθεια είναι ότι δεν την πίστεψα. Σκέφτηκα ότι θέλει να μου πουλήσει μούρη. «Καλά θα σε πάω μέχρι το Φλας και παίρνεις μετά από κει ταξί» της λέω. Ήθελα να δω αν το εννοούσε. Και η «μουρλή» το εννοούσε. Την άφησα έξω από το κτίριο, στην ΗΒΗ,  περίμενα να δω, μπήκε στο ασανσέρ και όντως πήγε στο Φλας. Αυτή ήταν η Αριστέα.

Μια άλλη φορά, λίγες μέρες πριν χωρίσω τα τσανάκια μου με τον Γιαννίκο και φύγω από τον «Κόσμο του Επενδυτή», με πήρε τηλέφωνο ένα πρωί. «Άκου Φελέκη, τι όνειρο είδα χθες βράδυ», μου λέει. «Είσαι με τα καλά σου» της λέω, «με ξυπνάς για να μου πεις τι όνειρο είδες;». «Άκου ρε μαλάκα, είδα ότι εσύ και ‘γω είχαμε κάνει ένα παιδί. Ήμασταν ακόμη στον Επενδυτή. Χωρίσαμε και δεν μου έδινες το παιδί. Στο ζητούσα και δεν μου το ‘δινες». «Τι σημαίνει αυτό ρε Αριστέα;» της είπα -από τις ελάχιστες φορές που την είχα αποκαλέσει με το μικρό της όνομα. «Δεν ξέρω, γι’ αυτό σε πήρα. Μήπως ξέρεις εσύ», μου αντιγύρισε.

Δεν λύσαμε το μυστήριο του ονείρου. Όση ώρα μιλούσαμε πάντως είναι αλήθεια ότι σκεφτόμουν μήπως θέλει να ξανασυνεργαστούμε και μου το λέει με έμμεσο τρόπο. Δεν της είπα τίποτε. Είχα τα δικά μου προβλήματα με την εφημερίδα, όπως κι αυτή με την Ελευθεροτυπία.

Μερικές ημέρες μετά, όταν έφυγα από τον «ΚτΕ», ξανασκέφτηκα το όνειρο της Αριστέας. Λες να είχε προαισθανθεί την έξοδο μου από την εφημερίδα; Λες το παιδί, που ονειρεύτηκε ότι είχαμε κάνει, να ήταν η αντίληψη για τη δημοσιογραφία που σφυρηλατήσαμε στον Επενδυτή; Λες το παιδί που μου ζητούσε να της επιστρέψω να ήταν το σημάδι για μια νέα έντυπη προσπάθεια; Ποιός ξέρει; Η Αριστέα ήταν άρρωστη και ‘γω δεν ήμουν έτοιμος. Ήθελα για λίγο να ξεκουραστώ, να καθίσω να σκεφτώ σοβαρά πριν αποφασίσω τι θα κάνω. Πάντως αν ξαναέβγαζα εφημερίδα είναι σίγουρο ότι η Αριστέα -είδατε σήμερα πόσες φορές την έχω πει με το μικρό της όνομα- θα ήταν από τις πρώτες που θα φώναζα να συζητήσουμε.

Χθες, ήταν εγώ που πήρα τον Νίκο για να του πω το μαύρο μαντάτο. Το ήξερε. Μάλιστα, όταν τον ρώτησα για την κηδεία, μου είπε την τελευταία …τρέλα της Αριστέας: «Δεν θα γίνει κηδεία. Θα την κάψουν. Αύριο θα την πάει ο άντρας της στο αποτεφρωτήριο». Μάλιστα. Ακόμη και σ’ αυτό διάλεξε να ‘χει τη δική της πυξίδα. Καμμία έκπτωση. Όπως και στη δημοσιογραφία.

Καλό ταξίδι κορίτσι μου. Και κει που θα πας να συνεχίσεις να κάνεις τα ίδια. Αυτό ήθελες, αυτό σου άρεσε, να το συνεχίσεις. Και καμμιά φορά όταν θα σου περισσεύει κάνα αποκλειστικό, ειδοποίησε με…

—————————————————————————————–

 

Καλό σου ταξίδι συμπατριώτισσα.

Οι Γαργαλιάνοι έγιναν πολύ φτωχότεροι…

Μας δίδαξες να είμαστε ανυποχώρητοι και να πολεμάμε την διαφθορά, την λαμογιά και την προδοσία με όλη την δύναμη της ψυχής μας.

Στους Γαργαλιάνους είμαστε υπερήφανοι για τους αγώνες σου κόντρα στους σημερινούς κοτζαμπάσηδες. Θα προσπαθήσουμε με όλες μας τις δυνάμεις να συνεχίσουμε τον αγώνα σου για το καλό της πατρίδας μας και όχι της τσέπης μας.

Στην μητέρα της (και γειτόνισσά μου) Λούλα εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια.

 

Φώτης Παναγιωτακόπουλος

Διαχειριστής του www.gargalianoi.com

ΓΑΡΓΑΛΙΑΝΟΙ NEWS

Σχετικά Άρθρα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.

Back to top button

Discover more from Gargalianoi News

Subscribe now to keep reading and get access to the full archive.

Continue reading